Με τη διάλυση του γάμου της και τον θάνατο της μητέρας της, η Τσέριλ Στρέιντ χάνει κάθε ελπίδα. Αφού περάσει χρόνια επιφορτισμένη μια παράλογη συμπεριφορά, παίρνει μια μεγάλη απόφαση. Χωρίς καμία εμπειρία, αλλά τεράστια αποφασιστικότητα, η Τσέριλ φορτώνεται ένα σακίδιο στην πλάτη και περιδιαβαίνει περισσότερα από χίλια μίλια του ορεινού Pacific Crest Trail ολομόναχη.

Σκηνοθεσία:

Jean-Marc Vallee

Κύριοι Ρόλοι:

Reese Witherspoon … Cheryl Strayed

Laura Dern … Bobbi Grey

Thomas Sadoski … Paul

Keene McRae … Leif

Michiel Huisman … Jonathan

W. Earl Brown … Frank

Gaby Hoffmann … Aimee

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Nick Hornby

Παραγωγή: Bruna Papandrea, Bill Pohlad, Reese Witherspoon

Φωτογραφία: Yves Belanger

Μοντάζ: Martin Pensa, Jean-Marc Vallee

Σκηνικά: John Paino

Κοστούμια: Melissa Bruning

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Wild
  • Ελληνικός Τίτλος: Άγρια

Σεναριακή Πηγή

  • Απομνημονεύματα: Wild: From Lost to Found on the Pacific Crest Trail της Cheryl Strayed.

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για Όσκαρ πρώτου γυναικείου ρόλου (Reese Witherspoon) και δεύτερου γυναικείου ρόλου (Laura Dern).
  • Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα πρώτου γυναικείου ρόλου (Reese Witherspoon) σε δράμα.
  • Υποψήφιο για Bafta πρώτου γυναικείου ρόλου (Reese Witherspoon).

Παραλειπόμενα

  • Η ταινία βασίζεται στις περιγραφές της ίδιας της Cheryl Strayed, όπως αυτές καταγράφτηκαν στο βιβλίο της Wild: From Lost to Found on the Pacific Crest Trail του 2012, ένα βιβλίο που έγινε μπεστ-σέλερ στις ΗΠΑ.
  • Η ίδια η Cheryl Strayed κάνει ένα σύντομο πέρασμα στην αρχή της ταινίας. Επίσης, αυτή που την ερμηνεύει σε παιδική ηλικία, η Bobbi Strayed Lindstrom, είναι στην πραγματικότητα η κόρη της.
  • Αρκετό καιρό πριν την έναρξη παραγωγής, ήταν να το αναλάβει η Lisa Cholodenko, αλλά το μετάνιωσε.
  • Η Reese Witherspoon δήλωσε πως αυτή ήταν η πιο δύσκολη και έντονη στιγμή στην καριέρα της.
  • Γυρισμένο εξολοκλήρου σε φυσικό φως.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Χαρακτηριστική είναι η πολλαπλή χρήση του τραγουδιού El Condor Pasa (If I Could) των Simon & Garfunkel.

Κριτικός: Πάνος Αχτσιόγλου

Έκδοση Κειμένου: 13/3/2015

Τα πρώτα καρέ της νέας ταινίας του σκηνοθέτη του «Dallas Buyers Club» Ζαν-Μαρκ Βαλέ αποδεικνύονται και τα πιο εύστοχα. Τόσο η απροσδιόριστη για τον θεατή σκηνή του καταματωμένου ποδιού της πρωταγωνίστριας, όσο (και κυρίως) η βουβή, θεατρική πάλη για να σταθεί στα πόδια της με το τεράστιο, ολοκαίνουργιο σακίδιο στους ωμούς φανερώνουν τη διάθεση του σκηνοθέτη να προχωρήσει τη δραματουργία ένα βήμα παρακάτω. Να αφήσει στην άκρη τις μελό προϋποθέσεις μιας τέτοιας ιστορίας, βασισμένης σε ένα μπεστ-σέλερ εσωτερικής αναζήτησης και πνευματικής κάθαρσης, και να απαθανατίσει ποιητικά την κυκλικότητα των εμπειριών, αλλά και την ακραία προσωπικότητα ενός ανθρώπου που ανέτοιμος, αλλά χωρίς υπεκφυγές και δικαιολογίες, επαναστατεί απέναντι στην οδύνη, απέναντι στον θρήνο. Παρότι τελικά πραγματοποιεί αυτό που υπόσχεται, εντούτοις το «Wild» σκοντάφτει στην ολοκληρωτικά προσωπική, σχεδόν ενδόμυχη λογική του, η οποία τελικά μοιάζει να μην μπορεί να αποδοθεί πλήρως σε μια κυριολεκτική αναπαράσταση.

Η ίδια η Σέριλ Στρέιντ, συγγραφέας του ομώνυμου βιβλίου, ενσαρκώνεται από μια Ρις Γουίδερσπουν πιο συγκρατημένη και λιγότερο λαμπερή από ποτέ. Ερμηνεία χαμηλών τόνων, χωρίς κορυφώσεις (όπως εξάλλου κι ολόκληρο το φιλμ), η οποία σταδιακά αποκαλύπτει τα κίνητρα της μεγάλης φυγής, της φαινομενικά αναίτιας απόφασης να περπατήσει μόνη της, χωρίς καμιά προετοιμασία κι εκπαίδευση, το μονοπάτι της κορυφογραμμής του Ειρηνικού, που διασχίζοντας ολόκληρη την Καλιφόρνια, ουσιαστικά συνδέει το Μεξικό με τον Καναδά. Η πίστη και η αφοσίωση της αμερικανίδας ηθοποιού στο εγχείρημα είναι παραπάνω από εμφανής (εκτός από τον πρωταγωνιστικό ρόλο έχει αναλάβει και την παραγωγή), καθώς ενσαρκώνει μια σειρά από διαφορετικές ηλικίες του χαρακτήρα της, δείχνοντας άνετη με το αντικείμενο, μοιάζοντας να έχει τον απόλυτο έλεγχο. Παρόλα αυτά, δύσκολα πείθει για το προβληματικό υπόβαθρο της ηρωίδας, καθώς το ευγενικό της πρόσωπο δεν προδίδει την απόγνωση ή την επείγουσα ανάγκη λύτρωσης από το παρελθόν που την καταδιώκει, που δεν την αφήνει να «γίνει η γυναίκα την οποία η μητέρα της θεωρούσε πάντοτε ότι ήταν».

Η σκηνοθεσία του Ζαν-Μαρκ Βαλέ μοιάζει το μεγαλύτερο ατού αυτής της γενικότερα προσεγμένης ταινίας. Ξεφορτώνοντας πολύ γρήγορα τα επιπρόσθετα και περιττά συναισθηματικά βάρη (όπως και η ίδια η ηρωίδα κάνει με το σακίδιό της), ανακατεύει περίτεχνα τα χαρτιά του παρόντος και του παρελθόντος χαρίζοντας ένα κολλάζ ανάμεικτων αναμνήσεων οικογενειακής θαλπωρής και τραγικών γεγονότων. Στη μοναχική πορεία της πρωταγωνίστριας (ξεκάθαρα κι εσκεμμένα οι υπόλοιποι χαρακτήρες στερούνται βάθους) οι νέες εμπειρίες αναστατώνουν το υποσυνείδητο, ξεθάβουν βαθμιαία τις αιτίες της θλίψης και δίνουν στη Γουίδερσπουν τη δυνατότητα να τεστάρει τα δραματικά της όρια. Σε αυτό συμβάλει τα μέγιστα τόσο το παραισθησιογόνο μοντάζ, με την αφήγηση να ξεδιπλώνεται θραυσματικά προσθέτοντας ένα στιγμιότυπο τη φορά, όσο και η υπέροχη ηχητική επένδυση και αρχιτεκτονική του φιλμ, με μοτίβα στιβαρά που χάνουν όμως το ενδιαφέρον τους στην πορεία ή απόμακρους τριγμούς του υπόβαθρου, που ξαφνικά γίνονται σημαντικοί.

Χωρίς καμία διάθεση μετατροπής του σε ταξιδιωτικό οδηγό (βλέπε «Eat Pray Love»), αλλά και δίχως να υποβάλλει και να συγκινεί όσο θα έπρεπε -μοιάζοντας τελικά πολύ μακριά από το αριστουργηματικό έπος του Σον Πεν «Ταξίδι στην Άγρια Φύση» -, η «Άγρια» στέκεται, λίγο αμήχανα η αλήθεια είναι, κάπου στη μέση. Πατώντας σε ένα κλασικό, αλλά καλογραμμένο σενάριο αυτοανακάλυψης κι αυτοκαταστροφής, μετρά τις μέρες και τα χιλιόμετρα με συνεχή (αλλά εύγλωττα) φλας-μπακ, αναζητώντας την εξιλέωση, την αθώωση μετά την αυτοπροκαλούμενη δίκη. Εκεί που μάλλον τρεκλίζει, είναι στο γεγονός ότι, παρόλη την ειλικρίνεια, την επιμονή και τη δύναμή της (κυρίως μέσω της κεντρικής ερμηνείας), ο ρόλος τελικά φαίνεται να αποσυνδέεται από την πλοκή, αφήνοντάς σε περίεργα αμέτοχο και συναισθηματικά αποστασιοποιημένο. Πάντως, πέρα από κάθε προσδοκία και ενδεχομένως ενάντια στην αφηγηματική του πρώτη ύλη, το φιλμ του Βαλέ κατορθώνει να διατυπώσει περίτρανα ότι τελικά αποτελούμε ένα πολύ μικρό κομμάτι του απέραντου και ανεπιτήδευτα εντυπωσιακού αυτού κόσμου.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

14 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *