Ο Γερμανός Γιατρός
- Wakolda
- The German Doctor
- 2013
- Αργεντινή
- Ισπανικά, Γερμανικά, Εβραϊκά
- Δραματικό Θρίλερ, Εποχής, Ιστορική, Πολιτικό Θρίλερ
- 27 Μαρτίου 2014
Παταγονία Αργεντινής, 1960. Ένας γερμανός φυσικός γνωρίζει μια ντόπια οικογένεια και τους ακολουθάει σε ένα ταξίδι μέσα στην έρημο προς το Μπαρίλος. Εκεί, η Εύα, ο Έντζο και τα τρία τους παιδιά σκοπεύουν να ανοίξουν μια πανσιόν δίπλα στη λίμνη Ναχουέλ Χουάπι. Αυτή η ειδυλλιακή οικογένεια ξυπνά μέσα στον Γερμανό τις έννοιες της αγνότητας και της τελειότητας, ειδικά η 12χρονη Λίλιθ, μια μικρόσωμη κοπελίτσα για την ηλικία της. Χωρίς να γνωρίζουν την ταυτότητα του, τον αποδέχονται και τον φιλοξενούν. Σταδιακά, τους κερδίζει με τη χαρισματική φυσιογνωμία του, τους εκλεπτυσμένους τρόπους του και τα χρήματα του, ώσπου να ανακαλύψουν πως πρόκειται για έναν από τους μεγαλύτερους εγκληματίες που γνώρισε η ανθρωπότητα.
Σκηνοθεσία:
Lucia Puenzo
Κύριοι Ρόλοι:
Alex Brendemuhl … Josef Mengele/Helmut Gregor
Florencia Bado … Lilith
Diego Peretti … Enzo
Natalia Oreiro … Eva
Elena Roger … Nora Eldoc
Guillermo Pfening … Klaus
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Lucia Puenzo
Παραγωγή: Christian Cardoner, Gudny Hummelvoll, Stan Jakubowicz, Axel Kuschevatzky, Jose Maria Morales, Lucia Puenzo, Fabienne Vonier
Μουσική: Andres Goldstein, Daniel Tarrab
Φωτογραφία: Nicolas Puenzo
Μοντάζ: Hugo Primero
Σκηνικά: Marcelo Chaves
Κοστούμια: Beatriz De Benedetto
- Κυριότερη Προβολή στην Ελλάδα: Διανομή στις αίθουσες.
- Παγκόσμια Κριτική Αποδοχή (Μ.Ο.): Θετική.
Τίτλοι
Αυθεντικός Τίτλος: Wakolda
Ελληνικός Τίτλος: Ο Γερμανός Γιατρός
Διεθνής Τίτλος: The German Doctor
Σεναριακή Πηγή
- Μυθιστόρημα: Wakolda της Lucia Puenzo.
Κύριες Διακρίσεις
- Καλύτερη ταινία και ακόμα 9 βραβεία στα εθνικά βραβεία της Αργεντινής. Υποψήφιο για ακόμα 6.
- Συμμετοχή στο τμήμα Ένα Κάποιο Βλέμμα του φεστιβάλ Κανών.
- Επίσημη πρόταση της Αργεντινής για το ξενόγλωσσο Όσκαρ.
Παραλειπόμενα
- Η Natalia Oreiro, διάσημη στην Αργεντινή μέχρι κάποια εποχή μονάχα μέσω της νεανικής ποπ κουλτούρας, έκανε εντατικά μαθήματα στα γερμανικά επί δύο μήνες πριν τα γυρίσματα. Οι μισοί σχεδόν διάλογοι της επί της ταινίας είναι στη γερμανική γλώσσα.
Εξωτερικοί Σύνδεσμοι
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 27/3/2014
Το άτιμο το μάρκετινγκ! Έχουμε στα χέρια μας μια ταινία από τη μακρινή Αργεντινή, η οποία έχει αυτή τη σπάνια ικανότητα να μπορεί να γίνει εξαιρετικά αγαπητή από το πολύ κοινό, αλλά αυτό το πολύ κοινό δύσκολα θα μάθει την ύπαρξη της. Η αναγνωρισμένη φεστιβαλικά Lucia Puenzo δεν πλάθει μια τεράστια ταινία, αλλά μια ταινία με τέτοιους κωδικούς ικανούς να αγγίξουν τον καθένα διαβασμένο ιστορικά θεατή της. Καταρχάς, έχει θέμα που σε τραβάει. Αυτό είναι εμπλουτισμένο με την πανέμορφη εικόνα της Παταγονίας κι ένα κλίμα μιας κάπως παλιότερης εποχής, όλα ακαδημαϊκώς ορθά στρωμένα στο μάτι που θα τα επιλέξει. Από την άλλη, η ίντριγκα ενισχύεται από την ισχυρή πιθανότητα να μιλάμε για αληθινά γεγονότα, από αυτά που κάνουν ένα πολιτικό θρίλερ θέλει δεν θέλει ουσιώδες. Και συν τοις άλλοις, μιλάμε για καθαρό δραματικό θρίλερ, που ναι μεν κουβαλάει κινηματογραφικά έναν αργεντίνικο αέρα, έχει όμως τη δομή ενός σινεμά του παρελθόντος, κάτι σαν το Μάτι της Βελόνας με χιτσκοκικές πινελιές. Ένας πάμπλουτος καμβάς κινηματογραφικών χρωμάτων, σε μια σκηνοθετική απόδοση ικανή να κάνει τις απαραίτητες αναμίξεις.
Μικρές λεπτομέρειες σχεδόν σε όλες τις σκηνές παραπέμπουν σε μεγάλες σκέψεις, και έτσι συγχωρείται η αδυναμία της δημιουργού να δώσει αληθινή έξαψη στα γεγονότα, να αφήσει λιγάκι παραπάνω τη μυθοπλασία να νικήσει τη δύναμη του σινεφιλισμού. Είναι τόσο εύστοχη η απόδοση ενός γιν-γιανγκ μέσα από τους χαρακτήρες, που θα έλεγες πως σπρώχνει τις ερμηνείες που δεν θα μπορούσαν να είναι κατώτερες των περιστάσεων. Τα όρια όμως του φιλμ είναι μοιραία καθορισμένα, και δεν το αφήνουν να γράψει ιστορία με χρυσά γράμματα. Είναι αυτό το ευγενικά ήπιο χρώμα που κουβαλάνε συνήθως οι αργεντίνικες ταινίες, που σου προκαλεί μια εντύπωση πως τίποτα δεν είναι αληθινά σημαντικό. Έχουμε, δηλαδή, στα χέρια μας ένα θέμα που έχει τη δύναμη να σοκάρει αυτόν που έρχεται σε επαφή μαζί του, και η σκηνοθεσία το αντιμετωπίζει ως μία ακόμα καθημερινή ιστορία. Από τη μία θαυμάζουμε έτσι την ποιότητα του ήθους της δημιουργού, αλλά από την άλλη χάνουμε τη μεγαλεπήβολη νότα που αντλείται μέσα από το ίδιο το θέμα.
Όπως και να χει, αφήστε κάποια αγγλόφωνη σειρήνα στην άκρη και δείτε το. Μια αξιολογότατη περίπτωση που δεν πρέπει να περάσει στο ντούκου.
Βαθμολογία: