
1986, Αβάνα. Ο Φιντέλ Κάστρο κινείται προς την ενίσχυση των σχέσεων μεταξύ Κουβανών και Σοβιετικών, οπότε κατά τη διάρκεια του ατυχήματος του Τσερνομπίλ, η κυβέρνηση της Κούβας δέχεται χιλιάδες θύματα για θεραπεία σε κουβανικά νοσοκομεία. Ο Μαλίν, μαζί με τους λίγους άλλους καθηγητές της ρωσικής λογοτεχνίας στην Αβάνα, συνεργάζεται με την κυβέρνηση για να λειτουργήσει ως μεταφραστής μεταξύ των ρωσόφωνων θυμάτων του Τσερνομπίλ και των κουβανών ιατρών τους, ενώ έχει την ατυχία να του ανατεθεί ο παιδικός θάλαμος. Στην αρχή γίνεται μάρτυρας της ταλαιπωρίας των παιδιών. Προσπαθεί να εγκαταλείψει, αλλά ενημερώνεται ότι δεν μπορεί. Σύντομα, ο Μαλίν αρχίζει να αναπτύσσει σχέσεις με τους ασθενείς και βάζει σκοπό να βελτιώσει τη ζωή τους.
Σκηνοθεσία:
Rodrigo Barriuso
Sebastian Barriuso
Κύριοι Ρόλοι:
Rodrigo Santoro … Malin
Maricel Alvarez … Gladys
Yoandra Suarez … Isona
Milda Gecaite … Olga
Nataliya Rodina … Elena
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Lindsay Gossling
Παραγωγή: Sebastian Barriuso, Lindsay Gossling
Μουσική: Bill Laurance
Φωτογραφία: M.I. Littin-Menz
Μοντάζ: Michelle Szemberg
Σκηνικά: Juan Carlos Sanchez Lezcano, Zazu Myers
Κοστούμια: Samantha Chijona
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Un Traductor
- Ελληνικός Τίτλος: Ένας Μεταφραστής
- Διεθνής Τίτλος: A Translator
Κύριες Διακρίσεις
- Επίσημη πρόταση της Κούβας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ.
Παραλειπόμενα
- Βασίζεται στην αληθινή ιστορία του πατέρα των δύο σκηνοθετών.
- Οι αδελφοί Barriuso κάνουν εδώ το σκηνοθετικό τους ντεμπούτο.
Κριτικός: Φίλιππος Χατζίκος
Έκδοση Κειμένου: 6/10/2022
Βασισμένο σε αληθινά, αν και όχι ευρέως γνωστά γεγονότα, το φιλμ των αδερφών Μπαριούσο έχει την ευχή και κατάρα να διαθέτει μια συνταρακτική πρώτη ύλη. Η ιστορία του κουβανού καθηγητή ρωσικής λογοτεχνίας που βρέθηκε εν μια νυκτί από την έδρα σε τοπικό νοσοκομείο ως μεταφραστής για τα παιδιά του Τσερνομπίλ διαθέτει τόσο συμπυκνωμένη αξία κινηματογραφικής μεταποίησης που είναι δυσχερώς διαχειρίσιμη. Εάν αναλογιστούμε ότι ο περί ου ο λόγος καθηγητής είναι ο πατέρας των σκηνοθετών, και στον πυρήνα της ταινίας βρίσκεται και ο αντίκτυπος που είχε η ανάληψη αυτής της υποχρέωσης στη οικογενειακή του ζωή, τότε αντιλαμβανόμαστε ότι η επαφή των δημιουργών με το υλικό πρέπει να χαρακτηρίστηκε από σημαντική φόρτιση.
Το Ένας Μεταφραστής ξεκινάει με μια έξυπνη αντιπαραβολή. Η άφιξη του τελευταίου σοβιετικού ηγέτη Μιχαήλ Γκορμπατσόφ στην Κούβα τελείται μετά βαΐων και κλάδων, ενώ τα παιδιά-θύματα του ολέθριου πυρηνικού εργοστασίου δίχως καμία τυμπανοκρουσία. Ωστόσο, αυτή είναι ο μόνος ουσιώδης υπαινιγμός που θα συναντήσουμε στον φιλμικό κείμενο, το οποίο στη συνέχεια χαρακτηρίζεται από ευλόγως αναμενόμενο συναισθηματισμό και έναν υπερβάλλοντα λυρισμό. Οι δημιουργοί θέτουν επιτυχώς μια μελαγχολικό ατμόσφαιρα στην ταινία, αντικαθιστώντας τους καλοκαιρινούς τόνους της ώχρας με τους οποίους έχουμε συνηθίσει να συναντούμε την καλοκαιρινή Κούβα στο σινεμά με θλιμμένο μπλε σε διάφορες αποχρώσεις. Φορτώνουν όμως το κλίμα, ήδη έντονης συγκινησιακής δύναμης από τα εξιστορούμενα, με το μουσικό χαλί ενός ατέρμονου θλιμμένου πιάνου και χτυπούν αδιάκοπα στο συναίσθημα των θεατών, φέρνοντας το μελό στοιχείο σε ένα δράμα που δεν το χρειαζόταν για να σταθεί.
Οι σεκάνς στο νοσοκομείο είναι μακράν οι πιο δυνατές στιγμές στην ταινία, η όψη των παιδιών που διέσχισαν όλο τον κόσμο για να δεχθούν την ιατρική βοήθεια μας εκθέτει συνολικά σαν είδος, και οι Μπαριούσο ορθώς επιμένουν σε αυτές. Εκεί άλλωστε αναπτύσσεται και η πιο πετυχημένη χαρακτηρολογική σύνδεση, αυτή του μεταφραστή με την επιβλέπουσα νοσοκόμα. Παράλληλα, όμως, παρακολουθούν -χωρίς ιδιαίτερη λεπτότητα δυστυχώς- και τη ραγδαία πτώση του βιοτικού επιπέδου του κουβανικού λαού που επέρχεται με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Σε αυτό το σημείο όμως η ταινία μοιάζει κάπως πρόχειρη και απλοϊκή, σαν να μην προλαβαίνει να αφουγκραστεί τις χαμηλόφωνες παρατηρήσεις μιας κοινωνίας που βρέθηκε ταυτόχρονα μπροστά σε μια φοβερή μετάβαση προς το νέο κόσμο, διατηρώντας παράλληλα τη θέση της ως ένα από τα τελευταία σοσιαλιστικά απομεινάρια του πλανήτη.
Συνολικά πάντως, παρότι το εγκώμιο που πλέκουν οι δημιουργοί στον κεντρικό χαρακτήρα/πατέρα τους είναι πολύ βαρύ για να αφήσει την ταινία να πάρει τις απαραίτητες ανάσες αμφισημίας, η συγκλονιστική ιστορία επιβιώνει και περνάει στο κοινό, ανάλογα βέβαια και με τις αντοχές του καθενός και της καθεμιάς στον εκβιαστικό λυρισμό. Τα παιδικά βλέμματα δεν αφήνουν καρδιά ανέγγιχτη, η σκηνοθεσία είναι συνεπής στην οδό που επέλεξαν οι Μπαριούσο να ακολουθήσουν και η ερμηνεία του Ροντρίγκο Σαντόρο αρκούντως και την αφοσιωμένη ερμηνεία του Ροντρίγκο Σαντόρο στο σκοπό. Αλλά δεν γίνεται και να μην περάσει από τον νου η σκέψη ότι με περισσότερες αποχρώσεις, αυτή η ιστορία θα μπορούσε να γίνει μια μεγάλη ταινία.
Βαθμολογία: