Ανωτέρα Βία
- Turist
- Force Majeure
- 2014
- Σουηδία
- Σουηδικά, Γαλλικά, Αγγλικά, Νορβηγικά
- Δραμεντί, Καταστροφής, Μαύρη Κωμωδία
- 15 Ιανουαρίου 2015
Μια οικογένεια Σουηδών πηγαίνει στις γαλλικές Άλπεις για σκι. Ο ήλιος λάμπει και οι πλαγιές είναι πανέμορφες. Κατά τη διάρκεια ενός γεύματος σε ένα εστιατόριο που κρέμεται από μια πλαγιά, μια χιονοστιβάδα φέρνει τα πάνω κάτω. Τα φαγητά πετάγονται προς όλες τις κατευθύνσεις και η Έμπα ζητάει τη βοήθεια του Τόμας καθώς προσπαθεί να προστατεύσει τα παιδιά τους. Ο Τόμας όμως τρέχει για να σωθεί… Η καταστροφή τελικά δεν επήλθε και μετά την αναστάτωση επικρατεί αμηχανία. Όμως, η οικογενειακή ισορροπία έχει διαταραχθεί πλήρως. Η αναπάντεχη αντίδραση του Τόμας προκαλεί την επαναξιολόγηση των ρόλων και του οικογενειακού κατεστημένου.
Σκηνοθεσία:
Ruben Ostlund
Κύριοι Ρόλοι:
Johannes Kuhnke … Tomas
Lisa Loven Kongsli … Ebba
Clara Wettergren … Vera
Vincent Wettergren … Harry
Kristofer Hivju … Mats
Fanni Metelius … Fanny
Brady Corbet … ο Αμερικανός
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Ruben Ostlund
Παραγωγή: Philippe Bober, Erik Hemmendorff, Marie Kjellson
Μουσική: Ola Flottum
Φωτογραφία: Fredrik Wenzel
Μοντάζ: Jacob Secher Schulsinger
Σκηνικά: Josefin Asberg
Κοστούμια: Pia Aleborg
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Turist
- Ελληνικός Τίτλος: Ανωτέρα Βία
- Διεθνής Τίτλος: Force Majeure
Άμεσοι Σύνδεσμοι
- Ακραίες Καταστάσεις (2020)
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα ξενόγλωσσης ταινίας.
- Υποψήφιο για Bafta ξενόγλωσσης ταινίας.
- Βραβείο επιτροπής για το τμήμα Ένα Κάποιο Βλέμμα του φεστιβάλ Κανών.
- Υποψήφιο για καλύτερη ταινία και σκηνοθεσία στα Ευρωπαϊκά Βραβεία.
- Καλύτερη ταινία και 5 ακόμα βραβεία στα Guldbagge, τα εθνικά βραβεία της Σουηδίας. Υποψήφιο σε ακόμα 4 κατηγορίες.
- Καλύτερη ταινία στο φεστιβάλ της Σεβίλης.
- Επίσημη πρόταση της Σουηδίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ.
Παραλειπόμενα
- Τέταρτη του σκηνοθετική δουλειά, αλλά η επιτυχία αυτής της ταινίας ήταν που καθιέρωσε το όνομα το Ruben Ostlund.
- Πριν μπει στη σχολή κινηματογράφου, ο Ostlund είχε ασχοληθεί με ταινίες που αφορούσαν το σκι. Έτσι, εδώ ήθελε να αδράξει την εμπειρία του, συνδυάζοντας την όμως με κάτι το ουσιαστικό.
- Ο δημιουργός δανείστηκε έμπνευση από κάποια viral βίντεο του YouTube, και ειδικά από τις -ρεαλιστικές ή μη- εκφράσεις όσων συμμετείχαν σε αυτά.
- Έναν χρόνο μετά την πρεμιέρα, η Fox Searchlight ανακοίνωσε το Downhill, ένα ριμέικ της ταινίας, το οποίο εντέλει ήρθε το 2020 (χωρίς επιτυχία).
- Το 2022 έκανε την εμφάνιση της στο Λονδίνο και η θεατρική εκδοχή.
Κριτικός: Νάνσυ Μιχαηλίδου
Έκδοση Κειμένου: 2/12/2014
Ένα τυχαίο περιστατικό που συμβαίνει στη διάρκεια των χειμερινών διακοπών μιας μεγαλοαστικής οικογένειας, θα αποτελέσει την αφορμή για να κλονιστούν τα θεμέλιά της. Ο χαρισματικός σουηδός Ρούμπεν Έστλουντ μετατρέπει με μαεστρία ένα απλό γεγονός σε μια απολαυστική μελέτη χαρακτήρων, αποδομώντας τον θεσμό της οικογένειας και ξεγυμνώνοντας τις διαπροσωπικές σχέσεις από την υποκρισία και τις αυταπάτες. Τα στερεότυπα που διατηρούνται στους αιώνες για τον ρόλο του άντρα στην κοινωνία έρχονται αντιμέτωπα με τις ενστικτώδεις αντιδράσεις, ενώ οι εύθραυστες οικογενειακές σχέσεις και η πατριαρχική δομή μιας οικογένειας μπαίνουν στο μικροσκόπιο, με τις εξελίξεις να παίρνουν διαστάσεις… «ελεγχόμενης» χιονοστιβάδας. Το ειδυλλιακό τουριστικό θέρετρο των Γαλλικών Άλπεων που βρίσκεται στο φόντο ενισχύει την ειρωνική διάθεση του δημιουργού, που ισορροπεί αριστοτεχνικά ανάμεσα στον κυνισμό και το συναίσθημα, την παρωδία και το δράμα.
Εξαιρετικά ενδιαφέρον κι ευφυές ως προς τη σύλληψη κι εκτέλεσή του, το «Turist» θα μπορούσε να αποτελεί ένα case-study για οικογενειακούς συμβούλους, ενώ την ίδια στιγμή, απευθυνόμενο στον θεατή, καταφέρνει να προβληματίσει, να διασκεδάσει και να ιντριγκάρει, στρέφοντας τη χιονοστιβάδα πάνω του, σε μια προσπάθεια να τον φέρει αντιμέτωπο με το υποσυνείδητό του και τις βαθύτερες σκέψεις του.
Βαθμολογία:
Κριτικός: Βασίλης Καγιογλίδης
Έκδοση Κειμένου: 13/1/2015
Ο Ruben Ostlund διατηρεί ακέραια τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα που τον έκαναν αγαπητό στο ευρωπαϊκό κοινό. Πληθώρα στατικών κάδρων γεμάτα χρώματα, κινήσεις και λεπτομέρειες, πάντα αυστηρά οριοθετημένα στο χώρο του ρεαλισμού, που μπορεί να κρύβουν πολλά περισσότερα πίσω από τα προφανή κοινωνικά σχόλια. Προσδίδοντας ουσία στα σύμβολα, δίνοντας έμφαση στις δεύτερες σκέψεις, αλλά κυρίως με οδηγό την άποψη ότι το υποσυνείδητο και η συμπεριφορά των άλλων καθορίζουν εν μέρει την προσωπική μας ταυτότητα και κατά συνέπεια μας διακρίνει και ταυτόχρονα μας κατατάσσει σε επιμέρους κοινωνικές ομάδες, ο Ostlund (πάντα μαζί με το μόνιμο συνεργάτη του Erik Hemmendorff) κάνει από την αρχή ξεκάθαρο ότι αυτός είναι ο καθρέφτης της κοινωνίας. Στο επίκεντρο η σκανδιναβική «αγία» οικογένεια, που παραδόξως λαμβάνει στην αποτύπωσή της μία καθολικότερη διάσταση, και πρωταγωνιστές, αφανείς αυτή τη φορά (αντιθέτως με το Play), ανήλικους των οποίων η συμπεριφορά μεταλλάσσεται εξαιτίας αντιδράσεων των γονέων που δρουν σε πρώτο πλάνο.
Ένα επικίνδυνο και παρολίγον τραγικό περιστατικό, θα σταθεί η αφορμή ώστε, οι δύο γονείς να φανερώσουν τις αμφιβολίες για τη φαινομενικά άρτια και ασφαλή οικογενειακή ζωή και η αιτία να επιδοθούν σε μία σειρά από σχεδόν κωμικοτραγικές πράξεις, αρνούμενοι να επιλύσουν μία ασήμαντη κατά τα άλλα διαφορά με έναν απλό και ξεκάθαρο τρόπο. Ο φόβος της άρνησης και της αποστροφής, της έκθεσης στα μάτια εαυτών και άλλων, του κοινωνικού στιγματισμού και της έκφρασης των απωθημένων, θα οδηγήσει δύο ενήλικες σε μία λεκτική σύγκρουση με πρωταγωνιστή το ψέμα και συμπεριφορές που θα τραυματίσουν την προσωπική τους αξιοπρέπεια και την οικογενειακή γαλήνη.
Κι αν ο αδύναμος χαρακτήρας της ταινίας μοιάζει ο πατέρας, που στο δικό του λάθος, ο θεατής επιβραβεύει ή συγχωρεί τα λάθη και τις σκέψεις της συζύγου του, ο Ostlund με ιδιαίτερα ακριβές, χειρουργικό και αποστασιοποιημένο στυλ, θα δηλώσει ότι η ισορροπία ανάμεσα στο λάθος και το σωστό, το δίκαιο και το άδικο είναι πολύ λεπτή. Τα παιδιά υπερασπίζονται τον πατέρα, περίεργο για το θεατή, η μάνα προσπαθεί να σταθεί συναισθηματικά νηφάλια, πνίγοντας μέσα της αμφιβολίες περί αγάπης και σεβασμού και ο σύζυγος αντιλαμβανόμενος ότι χάνει το ρόλο του πατέρα προστάτη σε ένα κόσμο που είναι φτιαγμένος με το πρότυπο του άντρα «αρχηγού», συμπεριφέρεται ακραία, άλλοτε με παιδαριώδεις συναισθηματικές εξάρσεις και άλλοτε με σκληρότητα απέναντι σε μία αλήθεια που αρνείται επίμονα να δεχτεί.
Φλεγματικό φιλμ, χειρουργικά κατασκευασμένο, που ενώ δίνει την εντύπωση ότι κρατάει τους θεατές σε απόσταση από τους ήρωες, αποκαλύπτει στα καίρια σημεία τα πιο μεγάλα μυστικά και τους τοποθετεί σε ένα καλά αποστειρωμένο δωμάτιο με αυτούς, με το φόβο της «έκρηξης» να είναι πάντα παρόν. Ο Σουηδός δημιουργός εσκεμμένα οδηγεί τους χαρακτήρες σε έντονες, ποικίλες συναισθηματικές καταστάσεις, βομβαρδίζει, όπως άλλωστε το συνηθίζει, με σκέψεις το θεάμον κοινό και συγχέοντας με μαεστρία θεματικές που έχουν να κάνουν με το θεσμό της οικογένειας, δημιουργεί ένα σύνολο, μεστό, περιεκτικό, τεκμηριωμένο που καταλήγει σε μία και μοναδική αλήθεια εξωραΐζοντας κάθε έννοια του «αντικειμενικού». Ότι τα πάντα στη ζωή είναι ρευστά και τα κίνητρα που οδηγούν σε συμπεριφορές τα ίδια, άσχετα εάν αυτά εκδηλώνονται υπό διαφορετικές συνθήκες μέσα στο χρόνο, με τον καθένα να τα αντιλαμβάνεται -εσκεμμένα ή μη-υπό διαφορετική σκοπιά. Κινούμενος με ελιγμούς ανάμεσα στη χρησιμότητα μίας κινηματογραφικής προβοκάτσιας και από την άλλη στην απόλυτη άρνησή της, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η κρίση των ανθρώπων απέναντι στην ερμηνεία του ίδιου περιστατικού αλλά και η κρίση των θεατών απέναντι στο βομβαρδισμό εικόνων, ήχων και σκέψεων, καθίσταται ανόμοια και σαφώς ποικιλοτρόπως ερμηνεύσιμη. Όπως άλλωστε συμβαίνει και στην ίδια τη ζωή. Σίγουρα από τις πιο άρτιες και αξιοπρόσεκτες ταινίες της χρονιάς, ένας επιτυχημένος συνδυασμός της μέχρι τώρα φιλμογραφίας του δημιουργού. Ένα μικρό διαμάντι.
Βαθμολογία: