Στα ρευστά όρια μεταξύ πραγματικότητας και μυθοπλασίας, η ιστορία ακολουθεί τα συναισθηματικά ταξίδια της Λόρα, του Τόμας και του Κρίστιαν, μέσα από μια βαθιά τρυφερή ματιά στις ζωές τους. Λαχταρούν την οικειότητα, ενώ τη φοβούνται, προσπαθούν να ξεπεράσουν παλιά μοτίβα, αμυντικούς μηχανισμούς και ταμπού, για να κόψουν τον ομφάλιο λώρο και να ζήσουν επιτέλους ελεύθεροι.

Σκηνοθεσία:

Adina Pintilie

Κύριοι Ρόλοι:

Laura Benson … Laura

Tomas Lemarquis … Tomas

Dirk Lange … Radu

Christian Bayerlein … Christian

Irmena Chichikova … Mona

Adina Pintilie … Adina

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Adina Pintilie

Παραγωγή: Philippe Avril, Adina Pintilie

Μουσική: Ivo Paunov

Φωτογραφία: George Chiper

Μοντάζ: Adina Pintilie

Σκηνικά: Adrian Cristea

Κοστούμια: Maria Pitea

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Touch Me Not
  • Ελληνικός Τίτλος: Μη Με Αγγίζεις
  • Εναλλακτικός Τίτλος: Nu Ma Atinge-Ma

Κύριες Διακρίσεις

  • Χρυσή Άρκτος στο φεστιβάλ του Βερολίνου. Επίσης, βραβείο πρώτης δημιουργίας.

Παραλειπόμενα

  • Ντεμπούτο στις μεγάλου μήκους ταινίες μυθοπλασίας για την Adina Pintilie, που είχε κάνει ήδη επιτυχία με ένα ντοκιμαντέρ το 2007.
  • Η Adina Pintilie επέλεξε να αναμίξει επαγγελματίες ηθοποιούς με καθαρά ερασιτέχνες. Μαζί, δεν γράφτηκε κάποιο σενάριο με διαλόγους, αλλά οι ερμηνευτές αυτοσχεδίαζαν.
  • Για την ταινία χρειάστηκαν 7 χρόνια για να έρθει σε παραγωγή. Γυρίστηκε εντέλει μεταξύ 2015 και 2017. 250 ώρες υλικού βρέθηκε στο τέλος διαθέσιμο για να εναρμονιστεί στο τελικό μοντάζ.

Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης

Έκδοση Κειμένου: 12/11/2018

Μακάρι περισσότεροι σκηνοθέτες σήμερα να μπορούσαν να επιδείξουν το θάρρος της Adina Pintilie να κάνει μια τόσο τολμηρή ενδοσκόπηση (έστω κι αν από ένα σημείο κι έπειτα δεν πηγαίνει βαθύτερα), όχι απαραίτητα ειδικά για το θέμα της ανθρώπινης σεξουαλικότητας αλλά γενικότερα. Ακόμη κι αν κάποιος ενοχληθεί από το θέαμα, είτε λόγω προσέγγισης ή γιατί η φόρμα που επιλέγεται είναι πραγματικά έξω από το σύνηθες, δεν γίνεται να μην παραδεχθεί πως το αριστοτεχνικό θόλωμα που επιχειρείται εδώ μεταξύ ντοκιμαντέρ και ταινίας μυθοπλασίας δεν έχει πολλά αντίστοιχα κινηματογραφικά παραδείγματα τουλάχιστον για την τρέχουσα δεκαετία. Έτσι, πέραν από τον κεντρικό προβληματισμό, το “Μη Με Αγγίζεις” αποτελεί κι ένα σχόλιο επάνω στην παντοδυναμία του σκηνοθέτη επάνω στο κοινό του: το να μην ξέρεις αν ο καθρέφτης που σου προβάλλει είναι κανονικός ή παραμορφωτικός αποτελεί ένα είδος εξουσίας επάνω του. Ανεξαρτήτως όμως του πόσες από τις εξομολογήσεις που λαμβάνουν χώρα μπροστά από τον φακό είναι πραγματικές ή γραμμένες από πριν προκειμένου να βγάλει η σκηνοθέτις τα συμπεράσματά της, η μελέτη που γίνεται επάνω στο πως αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι τα σώματά τους και πως είναι διαμορφωμένος ο χαρακτήρας τους γύρω από αυτό το στοιχείο είναι βαθιά ουσιώδης και προσκαλεί τον θεατή, εφόσον είναι δεκτικός, να ψάξει κι αυτός μέσα του ακόμη κι αν δεν ταυτίζεται με όσα λέγονται γύρω από το θέμα.

Η όλη διαδικασία από την ανίχνευση των προσωπικών ζητημάτων των ηρώων και συνάμα αληθινών ανθρώπων (ή μήπως έχουν μονάχα μια εκ αυτών των δύο ιδιοτήτων;) στη λύτρωση μέσω της αναγνώρισής του θυμίζει ψυχοθεραπεία. Φαινομενικά αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε κάτι υπερβολικά αυτοαναφορικό και με νοοτροπία εσωτερικής κατανάλωσης, όμως το εγχείρημα είναι τόσο διαδραστικό με αυτόν που το βλέπει, ώστε όποιος έχει έστω και στοιχειωδώς ενεργοποιημένη τη σκέψη του κατά την ώρα της θέασης μπορεί να περάσει μέσα από μια μίνι διαδικασία κάθαρσης όμοια με αυτή των συντελεστών. Πρέπει ωστόσο να σημειωθεί πως είναι τόσο μεγάλη η φιλοδοξία των στόχων που θέτονται εδώ που δύσκολα θα καλύπτονταν με τη συμβατική μέση διάρκεια των δύο ωρών. Τα χωράφια στα οποία μπαίνει η Pintilie και που αφορούν από το αν τα όρια στη σεξουαλικότητα ενός ατόμου αποτελούν κάτι ενδογενές ή εν τέλει μια κοινωνική κατασκευή μέχρι το πως η στάση που έχει κάποιος απέναντι στο σώμα του και κατά επέκταση στα σώματα των άλλων αποτελεί και μια πολιτική δήλωση χωρούν πραγματικά ατέλειωτη συζήτηση, που αναγκαστικά δεν γίνεται να την εξαντλήσει στα χρονικά περιθώρια που της θέτονται άτυπα.

Όσο κι αν κάποιος μη μυημένος μήτε σε ένα σινεμά δοκιμιακού χαρακτήρα που εκπροσωπεί το συγκεκριμένο φιλμ, μήτε σε μια αμεσότητα στους προβληματισμούς που παρατίθενται για ένα θέμα που ευρέως θεωρείται ακόμη ως ταμπού για να συζητηθεί τόσο ανοιχτά θα αποκτήσει την τάση βλέποντάς το να “κλωτσήσει”, φρακάροντας εθελούσια τον ειρμό που ξετυλίγεται προκειμένου να μην αντικρίσει την ουσία επειδή φοβάται να την πλησιάσει, δεν θα πρέπει να αντιμετωπίσει αυτό που προβάλλεται στην οθόνη ως ένα τρόπον τινά τρυπάνι που εισβάλλει στην προσωπική του υπόσταση, αλλά σαν μια ξενάγηση στο υποσυνείδητο από έναν φίλο που επιθυμεί να βοηθήσει. Όντως, παρόλο που σε γενικές γραμμές, αν και σίγουρα τολμηρότερη από τον μέσο όρο, η ματιά της κινηματογραφίστριας από τη Ρουμανία δεν παραβαίνει κάποιες νοητές ζώνες ασφάλειας, ενώ παρατηρείται και μια επαναληπτικότητα που κουράζει σε έναν βαθμό, πρόκειται για κινηματογράφο που μπορεί να ανταμείψει συναισθηματικά αυτόν που προθυμοποιείται να βυθιστεί στη νοηματική του όσο λίγα άλλα παραδείγματα του συγκεκριμένου μέσου. Αυτό από μόνο του, παρά τις φανερές επιμέρους αδυναμίες, αρκεί για να καταστήσει την όλη εμπειρία απρόσμενα αναζωογονητική εκτός από σπάνια ως δείγμα για την τέχνη που εκπροσωπεί. Όσοι ειδικά ισχυρίζονται πως δεν γίνεται πλέον να υπάρξει κι άλλη ανανέωση σε αυτό το πεδίο καλλιτεχνικής έκφρασης πρέπει να της ρίξουν μια ματιά…

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

12 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *