Δύο αμερικανοί στρατιώτες, παγιδεύονται πίσω από έναν τοίχο που καταρρέει, προσπαθώντας να κρυφτούν από το στόχαστρο ενός ελεύθερου σκοπευτή. Η δύναμη και το πνεύμα τους δοκιμάζονται, όσο παλεύουν να παραμείνουν ζωντανοί και να εντοπίσουν την απειλή.

Σκηνοθεσία:

Doug Liman

Κύριοι Ρόλοι:

Aaron Taylor-Johnson … λοχίας Allen ‘Ize’ Isaac

John Cena … επιλοχίας Shane Matthews

Laith Nakli … Juba (φωνή)

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Dwain Worrell

Παραγωγή: David Bartis

Φωτογραφία: Roman Vasyanov

Μοντάζ: Julia Bloch

Σκηνικά: Jeff Mann

Κοστούμια: Cindy Evans

 

  • Κυριότερη Προβολή στην Ελλάδα: Διανομή στις αίθουσες.
  • Παγκόσμια Κριτική Αποδοχή (Μ.Ο.): Μέτρια.

Τίτλοι

Αυθεντικός Τίτλος: The Wall

Ελληνικός Τίτλος: Ο Τοίχος

Παραλειπόμενα

  • Ο σκηνοθέτης αργότερα αποκάλυψε ότι το αυθεντικό φινάλε ήταν ένα “happy-ending”. Αλλά μετά από μια δοκιμαστική προβολή, ο Liman ζήτησε από την παραγωγή περισσότερα χρήματα για να το ξαναγυρίσει.

Εξωτερικοί Σύνδεσμοι

Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης

Έκδοση Κειμένου: 18/5/2017

Το 2007, ο πόλεμος στο Ιράκ βρίσκεται σε φάση ύφεσης, με πολλά έργα ανακατασκευής να πραγματοποιούνται με παρέμβαση της τότε κυβέρνησης Bush. Σε μια τοποθεσία στην έρημο του Ιράκ, όπου γίνονταν τέτοιες επιχειρήσεις ανακατασκευής, βρίσκονται δύο λοχίες του αμερικανικού στρατού ονόματι Shane Matthews και Allen Isaac προκειμένου να ερευνήσουν τι έχει συμβεί μια και όλοι όσοι βρίσκονταν εκεί είναι νεκροί, συμπεριλαμβανομένης μιας αποστολής στρατιωτών που πήγε να κάνει έρευνα πριν από αυτούς. Ξαφνικά ακούγονται πυροβολισμοί, οι οποίοι τραυματίζουν τον λοχία Matthews. Ο Allen κρύβεται πίσω από έναν τοίχο για να προστατευτεί και συνειδητοποιεί ότι κάπου στην περιοχή βρίσκεται κρυμμένος ένας ελεύθερος σκοπευτής που έχει διάθεση για ψυχολογικά παιχνίδια μαζί του.

Μετά το υποδεχόμενο με θέρμη από κοινό και κριτική «Στα Όρια του Αύριο», όπου πίσω από μια άρτια κατασκευή μιας λειτουργικής στο είδος της περιπέτειας επιστημονικής φαντασίας βρισκόταν πονηρά ένα φιλοπολεμικό και φιλομιλιταριστικό μήνυμα σερβιρισμένο με τον κατάλληλο τρόπο για μια νέα γενιά μαθημένη στη νοοτροπία του βιντεοπαιχνιδιού που χαρακτήριζε το πόνημα του Liman, ο ίδιος σκηνοθέτης που καταδίκαζε ευθέως την πολιτική που ακολουθήθηκε στο Ιράκ από την αμερικανική υπερδύναμη με το «Παιχνίδια Συνωμοσίας», εδώ αποπερατώνει μια ωραία… κωλοτούμπα, τηρώντας την ίδια τακτική της υπόγειας, κουτοπόνηρης σημειολογίας με το κοστούμι μιας ταινίας είδους, πιο συγκεκριμένα θρίλερ. Δεν είναι ότι δεν υπάρχουν επί μέρους αρετές όπως η εντυπωσιακή οπτικά φωτογραφία του Roman Vasyanov που ταξιδεύει τον θεατή μαζί με τους ήρωες στη μέση της ερήμου, ή η απρόσμενα αποτελεσματική ερμηνεία του Aaron Taylor-Johnson που μετά και το περσινό «Νυκτόβια Πλάσματα» που του χάρισε Χρυσή Σφαίρα (όχι όμως και οσκαρική υποψηφιότητα παραδόξως) φαίνεται να αποκτά ένα προσωπικό στίγμα στους ρόλους του κι εδώ καταφέρνει ουσιαστικά να κουβαλήσει ένα ολόκληρο φιλμ πάνω στους ώμους του (ευτυχώς ο πρώην παλαιστής κι αμφίβολης χαρισματικότητας συμπρωταγωνιστής του, John Cena, δεν έχει μεγάλης διάρκειας παρουσία στην οθόνη). Δεν είναι ότι οι μηχανισμοί του «Τοίχου» δεν κατορθώνουν, έστω κι όχι στο εκατό τοις εκατό σε όλη τη διάρκειά του μια και υπάρχουν μικρές κοιλιές παρά τη σύντομη διάρκεια, να μεταφέρουν ένα σασπένς που κρατάει το ενδιαφέρον και την ένταση σε αξιοπρεπή επίπεδα (με σχεδόν πλήρη απουσία μουσικής υπόκρουσης, κάτι που κάνει την οικοδόμηση αυτής της έντασης ακόμη πιο αξιοθαύμαστη). Δεν είναι ότι δεν επιτυγχάνεται το στοίχημα ενσωμάτωσης στο σύμπαν του φιλμ αυτού, με τα πρώτα λεπτά να έχουν κάποιους μακρινούς έστω απόηχους ακόμη κι από το «Καμιά Πατρίδα για τους Μελλοθάνατους». Είναι ότι τα μηνύματα που προσπαθεί υπογείως να περάσει αν κάποιος διατίθεται να σκαλίσει την επιφάνεια είναι άκρως αντιδραστικά με τη χειρότερη δυνατή έννοια.

Όσο κι αν προσπαθεί ο σεναριογράφος Dwain Worrell να πετάξει στάχτη στα μάτια δήθεν παρέχοντας μέσω των διαλόγων και την οπτική γωνία του εχθρού του πρωταγωνιστή, στην πραγματικότητα ποτέ δεν τον ανυψώνει πέρα από το επίπεδο του χαρισματικού μπαμπούλα (μια από τις γελοίες αντιθέσεις που υπάρχουν είναι αυτή του ιρακινού σκοπευτή που έχει μάθει αμερικανική ποίηση σε αντίθεση με τον «λαϊκό» λοχία Isaac, με το σενάριο έτσι να ενοχοποιεί σχεδόν τη γνώση και την πνευματική καλλιέργεια), καθιστώντας τον μια καρικατούρα που υπάρχει μόνο και μόνο για να προκαλέσει ένα αμφίσημο μείγμα θαυμασμού και μίσους με τον ίδιο τρόπο που το προξενούν αυτό φιγούρες όπως αυτή του Hannibal Lecter για παράδειγμα. Κάπως έτσι έχουμε ένα ματς που αναμετρώνται ο πτωχός πνευματικά πλην τίμιος Αμερικανός με τον σατανικά ιδιοφυή και σαδιστικά αιμοδιψή Ιρακινό, που όσο κι αν προσπαθεί να καμουφλαριστεί, η ουσία του είναι ιδεολογικώς απαράδεκτη. Ακόμη και το φινάλε, φαινομενικά αντισυμβατικό μέσα στον πεσιμισμό του, λειτουργεί με τον ίδιο προπαγανδιστικό τρόπο: Την παγίωση της πεποίθησης ενός σατανικού εχθρού που πρέπει να εξολοθρευτεί πάση θυσία. Και το κρίσιμο ερώτημα είναι πώς να υποκριθεί κάποιος ότι ψυχαγωγείται με τέτοια νοήματα στον πυρήνα της ιστορίας;

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

11 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *