Νέα Υόρκη, 1899. Το τραγικό γεγονός του αιφνίδιου θανάτου της μνηστής του ωθεί τον επιστήμονα Αλεξάντερ Χάρντεγκεν στην απόφαση να κατασκευάσει μια χρονομηχανή ώστε να ταξιδέψει στο παρελθόν και να επέμβει στο πεπρωμένο. Όταν όμως η προσπάθειά του να αλλάξει το παρελθόν στέφεται με αποτυχία, ο Αλεξάντερ αποφασίζει να ταξιδέψει 800.000 χρόνια μπροστά στο μέλλον αναζητώντας απαντήσεις σχετικά με τη φύση του χρόνου. Αντί αυτού, ανακαλύπτει μια δυστοπική κοινωνία όπου η ανθρωπότητα αποτελείται από δύο φυλές: τους ειρηνόφιλους Ιλόι και τους υποχθόνιους κι αποκρουστικούς Μόρλοκ. Η γνωριμία του με τη γοητευτική Μάρα, μέλος της φυλής των Ιλόι, και η απαγωγή της από τους Μόρλοκ αναγκάζουν τον Αλεξάντερ να ταξιδέψει μέχρι τη χώρα των τελευταίων για να τη σώσει. Σ’ αυτό το επικίνδυνο ταξίδι του, τον ακολουθεί ο Βοξ, ένα σάιμποργκ του 21ου αιώνα.

Σκηνοθεσία:

Simon Wells

Κύριοι Ρόλοι:

Guy Pearce … Δρ Alexander Hartdegen

Samantha Mumba … Mara

Orlando Jones … Vox 114

Mark Addy … David Philby

Jeremy Irons … Uber-Morlock

Sienna Guillory … Emma

Phyllida Law … Κα Watchit

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: John Logan

Παραγωγή: Walter F. Parkes, David Valdes

Μουσική: Klaus Badelt

Φωτογραφία: Donald McAlpine

Μοντάζ: Wayne Wahrman

Σκηνικά: Oliver Scholl

Κοστούμια: Deena Appel, Bob Ringwood

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: The Time Machine
  • Ελληνικός Τίτλος: Η Μηχανή του Χρόνου

Άμεσοι Σύνδεσμοι

  • Ο Άρχων του Κόσμου (1960)

Σεναριακή Πηγή

  • Νουβέλα: The Time Machine του H.G. Wells.
  • Σενάριο: Ο Άρχων του Κόσμου του David Duncan.

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για Όσκαρ μακιγιάζ.

Παραλειπόμενα

  • Ταυτόχρονα διασκευή της κλασικής νουβέλας του H.G. Wells, και της εξίσου κλασικής ομότιτλης ταινίας του 1960 από τον George Pal. Από εκείνη την ταινία εμφανίζεται εδώ σε γκεστ-ρόλο ο Alan Young (ως ανθοπώλης).
  • Μια συμπαραγωγή της DreamWorks με τη Warner Bros, κάτι που επιτεύχθηκε με την παρέμβαση του παραγωγού Arnold Leibovit που είχε τα δικαιώματα της πρώτης ταινίας.
  • Πίσω από τα Μόρλοκ υπάρχουν ηθοποιοί, με ανιμάτριξ μάσκες από το στούντιο του εξπέρ Stan Winston. Για συγκεκριμένες όμως σκηνές, χρειάστηκε η παρέμβαση των ψηφιακά κατασκευασμένων πλασμάτων από την Industrial Light & Magic. Ο δε ήχος τους είναι από ταύρους.
  • Ο Guy Pearce ήθελε να κάνει μόνος του όλες τις επικίνδυνες σκηνές, και ένιωθε ενόχληση όταν σε κάποιες περιπτώσεις δεν τον άφηναν.
  • Ο Gore Verbinski ανέλαβε τις τελευταίες 18 ημέρες των γυρισμάτων, μια και ο Simon Wells υπέφερε από εξάντληση.
  • Το φιλμ καθυστέρησε να βγει για τέσσερις μήνες, ώστε πρώτα να αφαιρεθούν κομμάτια από τη σκηνή της καταστροφής της σελήνης, που παρέπεμπαν στην αντίστοιχη των Δίδυμων Πύργων.
  • Ερμηνευτικό ντεμπούτο για τη δημοφιλή τραγουδίστρια Samantha Mumba, χωρίς όμως ιδιαίτερη συνέχεια.
  • Ο σκηνοθέτης Simon Wells είναι στην πραγματικότητα δισέγγονος του H.G. Wells.
  • Ο αριθμός του Βοξ, το 114, είναι φόρος τιμής στον Stanley Kubrick, που τον χρησιμοποιούσε συχνά.
  • Δεν θεωρήθηκαν θετικά τα 123,7 εκατομμύρια δολάρια των κερδών, αφού το μπάτζετ ήταν στα 80.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Από το σκορ του Klaus Badelt ξεχώρισε το τρακ I Don’t Belong Here, που αργότερα χρησιμοποιήθηκε και σε παραγωγή του Discovery Channel.

Κριτικός: Σταύρος Γανωτής

Έκδοση Κειμένου: 3/5/2020

Δεν είναι ότι δεν υπάρχει φιλότιμο. Το ίδιο ακριβώς συνέβη και με την εκδοχή του Πλανήτη των Πιθήκων από τον Tim Burton. Απλά ο Simon Wells πίστεψε ότι η τεχνολογία θα τον κάλυπτε πλήρως ως προς μια νέα απόδοση της κλασικής Μηχανής του Χρόνου αποκλειστικά για τα σύγχρονα μάτια. Κι εκεί εξάντλησε την έμπνευση του.

Ούτε ο κατά τα άλλα ικανός σεναριογράφος John Logan βρέθηκε σε καλή μέρα, αλλά κι αυτό φοβάμαι ότι απορρέει από την αρχική επιλογή να προσαρμοστεί σε ένα «μπλοκμπαστερικό» κοινό του σήμερα κάτι με τόσο διαχρονική αξία. Το αποτέλεσμα είναι να έχει χαθεί κάθε σταγόνα μαγείας, σαν να ρουφήχτηκε μαγικά. Ο νέος χαρακτήρας του Βοξ στερείται χάρης και ουσίας, η νέα όψη των Μόρλοκ είναι κιτς κι ας προέρχεται από εξπρέρ των τεχνικών μακιγιάζ, ενώ το ρομάντζο είναι ένα αχρείαστο υποκατάστατο της Ποκαχόντας.

Κάτι μένει όμως. Ο Simon Wells κρατάει μια ισορροπία ανάμεσα στις παραδοσιακές κασκάντες και το ψηφιακό θέαμα, ο Guy Pearce δείχνει να πιστεύει στον ρόλο του, υπάρχει βοήθεια από τον διευθυντή φωτογραφίας, ενώ τα βασικά για να περάσει ευχάριστα η ώρα υπάρχουν. Το διαχρονικό όμως δεν υπάρχει πουθενά μαζί με αυτά, και ευτυχώς μετά από κάποια χρόνια πήραν το μάθημα τους στο Χόλιγουντ, και είπαν να δουν την έννοια των ριμέικ με πιο ρεαλιστική βάση και λιγότερες hi-tech φαμφάρες.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

22 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *