Τα Χρονικά του Σπάιντεργουικ
- The Spiderwick Chronicles
- 2008
- ΗΠΑ
- Αγγλικά
- Οικογενειακή, Περιπέτεια, Τέρατα, Φαντασίας
- 13 Μαρτίου 2008
Τι μπορεί να κρύβει άραγε μια έπαυλη; Αυτό θα πρέπει να ανακαλύψουν τα δίδυμα αδέρφια Γκρέις, όταν μετακομίζουν μαζί με τη μητέρα και την αδελφή τους στην έπαυλη Σπάιντεργουικ. Παράξενες εξαφανίσεις κι ατυχήματα αρχίζουν να συμβαίνουν σε καθημερινή βάση, και τα δίδυμα αναλαμβάνουν να εξιχνιάσουν το μυστήριο. Οδηγός τους ένα παράξενο βιβλίο. Ξαφνικά, λοιπόν κι από το πουθενά, ένας ολόκληρος αθέατος κόσμος ανοίγεται μπροστά τους. Ένας κόσμος γεμάτος νεράιδες και ξωτικά!
Σκηνοθεσία:
Mark Waters
Κύριοι Ρόλοι:
Freddie Highmore … Jared Grace/Simon Grace
Mary-Louise Parker … Helen Grace
Sarah Bolger … Mallory Grace
Nick Nolte … Mulgarath
Ron Perlman … Redcap (φωνή)
Andrew McCarthy … Richard Grace
Joan Plowright … Lucinda Spiderwick
David Strathairn … Arthur Spiderwick
Seth Rogen … Hogsqueal (φωνή)
Martin Short … Thimbletack (φωνή)
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Karey Kirkpatrick, David Berenbaum, John Sayles
Παραγωγή: Mark Canton, Larry Franco, Ellen Goldsmith-Vein, Karey Kirkpatrick
Μουσική: James Horner
Φωτογραφία: Caleb Deschanel
Μοντάζ: Michael Kahn
Σκηνικά: Jim Bissell
Κοστούμια: Odette Gadoury, Joanna Johnston
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: The Spiderwick Chronicles
- Ελληνικός Τίτλος: Τα Χρονικά του Σπάιντεργουικ
Σεναριακή Πηγή
- Σειρά βιβλίων: The Spiderwick Chronicles των Tony DiTerlizzi, Holly Black.
Παραλειπόμενα
- Η Sarah Bolger δήλωσε πως χρειάστηκαν 4 με 5 μήνες για να γυριστεί το φιλμ.
- Ο Thimbletack σχεδιάστηκε πάνω στον Σερ Laurence Olivier. Δεν είναι τυχαίο που η χήρα του, Joan Plowright, τον αποκαλεί ως “μικρέ μου φύλακα άγγελε”.
- Λίγο πριν την πρεμιέρα, κυκλοφόρησε το βίντεο-γκέιμ για Nintendo DS, Wii, PC, Xbox 360 και PlayStation 2.
- Το φιλμ αφιερώθηκε στον Stuart Rosenberg, μέντορα του Mark Waters.
- Κόστισε 90 εκατομμύρια δολάρια, ενώ τα ταμεία επέφεραν 164,1.
- Υπάρχει και unrated εκδοχή στα 107 λεπτά.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Η Jordy Benattar ερμηνεύει για την ταινία το παραδοσιακό London Bridge Is Falling Down.
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 8/3/2008
Πριν από κάτι χρόνια είχα ρωτήσει ένα φίλο μουσικό, αν μετά από τόσες και τόσες συνθέσεις, έχει στερέψει ο συνδυασμός των νοτών. Η απάντηση ήταν αρνητική και σας το παραθέτω αυτό για να το αντιπαραβάλω με τον χώρο της φαντασίας. Τα Χρονικά του Σπάιντεργουικ, αλλά και το περσινό Μίμζυ μαζί με τόσες άλλες ταινίες φαντασίας (ζήτω ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών!), παρουσιάζουν σαφή έλλειψη… φαντασίας. Φυσικά όμως και η φαντασία είναι κάτι το αστείρευτο, και δεν θα ψάξουμε στην όποια έλλειψη αυτής την ευθύνη, αλλά κάπου αλλού…
Το πρόβλημα είναι όταν μια ταινία (ίσων τέχνη) αντιμετωπίζεται από τους δημιουργούς του σαν προϊόν. Ειδικά το παιδικό κοινό είναι το πιο αστείρευτο σαν εν δυνάμει «αγοραστές», και οι ταινίες που απευθύνονται σε αυτό προσέχονται σαν παραγωγές αλλά όχι σαν περιεχόμενο. Επειδή το παιδί δεν είναι ο καλύτερος κριτικός και εντυπωσιάζεται εύκολα με κάποια ευφάνταστα εφέ, εκλαμβάνεται σαν μειωμένων απαιτήσεων θεατής. Τεράστιο λάθος ή μάλλον τεράστια παρεξήγηση. Μια ταινία φαντασίας είναι για τα παιδιά ένα μικρό σχολείο. Το να διεγείρονται οι εσωτερικές τους εγκεφαλικές διεργασίες είναι τίποτα λιγότερο από μια μεγαλύτερη ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον. Γι’ αυτό γίνομαι κι εγώ αυστηρός, και γι’ αυτό σας απασχολώ με κάτι απλά παραπλήσιο της εν λόγω ταινίας. Βλέπετε, παρόλο που το σέβομαι στα βασικά, δεν είμαι και θαυμαστής του Χάρι Πότερ, που είναι λες κι έχει πάρει στις πλάτες του όλη τη σύγχρονη παιδική-κινηματογραφική παιδεία, ίσως απ’ έλλειψη αντιπάλου.
Στο Σπάιντεργουικ κάνουν παρέλαση πολλά φανταστικά πλάσματα, που όμως η μνήμη μας ανακαλεί από παλαιότερες ταινίες (ειδικά η χρήση του «γρύπα» έχει γίνει κατά κόρον). Το χειρότερο δε, δεν έχουν αυτή τη μαγεία που θα ενθουσιάσει το μάτι και θα ταξιδέψει το μυαλό. Είναι κι αυτή η αίσθηση του παιχνιδιού της αμπάριζας… μια και το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας είναι εγκλωβισμένο γύρω από την έπαυλη των παιδιών και τα κακά πλασματάκια είναι εγκατεστημένα απ’ έξω, λες και βλέπουμε μια διασκευή του Ο Σταθμός 13 Δέχεται Επίθεση (καλά ντε, πλάκα κάνω στο τελευταίο… περίπου!). Μια ταινία αυτού του είδους, όταν δεν μπορεί να εξασφαλίσει τη δημιουργική ποιότητα, πρέπει να πλατειάζει σε ντεκόρ, να εκμεταλλεύεται τα ειδικά εφέ για να δημιουργεί το «μεγάλο». Πόσους αλήθεια θα άφηνε ικανοποιημένους ένας Γκοτζίλα με ύψος δύο μέτρα;
Δεν θα σας πω να μην πάρετε τα παιδιά σας να δουν την ταινία. Οι καλοστημένες, έστω, παραγωγές που απευθύνονται άμεσα σε αυτά μετριούνται στη χούφτα κάθε χρόνο. Κάποια από τα πλασματάκια θα τα κάνουν να χαρούν, όπως και η χαριτωμένη παρουσία του Freddie Highmore σε διπλό πρωταγωνιστικό ρόλο. Πέρα όμως του ότι είναι καλοστημένο, δεν ξεχωρίζει ιδιαίτερα σε κανέναν τομέα, και του λείπουν πολλά για να θεωρηθεί πετυχημένο. Είναι «μικρό» για ταινία με καλά εφέ, είναι λειψό σε έξαρση φαντασίας για ταινία φαντασίας, είναι πολύ μονοδιάστατο και πρόχειρα σκηνοθετημένο για να απαιτήσει δάφνες ποιότητας. Πηγαίνετε μόνο αν είστε συνοδός παιδιών, αφού σαν ενήλικος μάλλον θα φύγετε με μια αίσθηση… «τι δουλειά έχω εγώ εδώ;»…
Βαθμολογία: