
Οι Αδελφοί Σίστερς
- The Sisters Brothers
- Les Freres Sisters
- 2018
- Γαλλία, ΗΠΑ
- Αγγλικά
- Γουέστερν, Δραμεντί, Εποχής, Μαύρη Κωμωδία, Περιπέτεια
- 14 Μαρτίου 2019
Το 1850, ο χρυσοθήρας Χέρμαν Κέρμιτ Γουορμ καταδιώκεται σε μια έκταση χιλίων μιλίων από την έρημο του Όρεγκον ως το Σαν Φρανσίσκο από το περίφημο ντουέτο δολοφόνων Ιλάι και Τσάρλι Σίστερς. Ο Τζον Μόρις είναι αυτός που έχει φτάσει πρώτος στον στόχο, ώστε να τον εντοπίσει και να τον παραδώσει στα δύο αδέλφια. Μέχρι τη στιγμή που ο Μόρις αρχίζει να αμφιβάλλει για τη μακροζωία της καριέρας του, και υποψιάζεται ότι ο Χέρμαν μπορεί τελικά να έχει μια καλύτερη προσφορά.
Σκηνοθεσία:
Jacques Audiard
Κύριοι Ρόλοι:
John C. Reilly … Eli Sisters
Joaquin Phoenix … Charlie Sisters
Jake Gyllenhaal … John Morris
Riz Ahmed … Hermann Kermit Warm
Rebecca Root … Mayfield
Rutger Hauer … ο αντιπλοίαρχος
Carol Kane … Κα Sisters
Richard Brake … Rex
Allison Tolman … η πόρνη στο σαλούν
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Jacques Audiard, Thomas Bidegain
Παραγωγή: Pascal Caucheteux, Michael De Luca, Alison Dickey, Megan Ellison, Michel Merkt, Cristian Mungiu, John C. Reilly, Gregoire Sorlat
Μουσική: Alexandre Desplat
Φωτογραφία: Benoit Debie
Μοντάζ: Juliette Welfling
Σκηνικά: Michel Barthelemy
Κοστούμια: Milena Canonero
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: The Sisters Brothers
- Ελληνικός Τίτλος: Οι Αδελφοί Σίστερς
- Εναλλακτικός Τίτλος: Les Freres Sisters
Σεναριακή Πηγή
- Μυθιστόρημα: The Sisters Brothers του Patrick deWitt.
Κύριες Διακρίσεις
- Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Βενετίας. Βραβείο σκηνοθεσίας.
- Βραβείο σκηνοθεσίας, φωτογραφίας, σκηνικών και ήχου στα Cesar. Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, σενάριο, μουσική, μοντάζ και κοστούμια.
Παραλειπόμενα
- Πρώτη αγγλόφωνη ταινία για τον Jacques Audiard.
- Αναφέρεται -ανεπιβεβαίωτα- ως το πρώτο αγγλόφωνο γουέστερν με γάλλο σκηνοθέτη.
- Τα δικαιώματα του βιβλίου του 2011 είχαν αγοραστεί μέσα στην ίδια χρονιά από τον John C. Reilly.
- Δεν έγιναν γυρίσματα καθόλου στις ΗΠΑ, παρότι γουέστερν με φόντο την αμερικανική δύση, αλλά σε Ισπανία, Ρουμανία και Γαλλία.
- Παρότι είχε ολοκληρώσει και άλλες συμμετοχές, αυτή ήταν η έσχατη ταινία του Rutger Hauer που πρόλαβε να βγει στις αίθουσες πριν τον θάνατο του.
- Παρά τις θετικές κριτικές, οι εισπράξεις ήταν απογοητευτικές. Ενώ κόστισε 38 εκατομμύρια δολάρια, έβγαλε μόλις 13,1.
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 11/1/2019
Απ’ ό,τι φαίνεται, παρότι έμοιαζε ανά εποχές να ασθμαίνει, το γουέστερν έχει να δώσει πολλά ακόμα. Ιδίως που τα τελευταία είκοσι χρόνια σαν να έχει περάσει στα χέρια δημιουργών, και λιγότερο λατρών της δράσης του. Ο Jacques Audiard, στην πρώτη αγγλόφωνη ταινία του, το βλέπει ως μια ευκαιρία για «παραφωνία». Δεν θα κάνει τους κανόνες του είδους άνω-κάτω, αλλά σπέρνει ολούθε έναν ευρωπαϊκό αέρα, τόσο σε εικόνες από αυτές που «τρομάζουν» τους αμερικανούς κινηματογραφιστές, όσο κι επί του σεναρίου. Το αποτέλεσμα δεν είναι λίαν ελκυστικό (μια και στην ουσία μιλάμε για υβρίδιο), αλλά σίγουρα αποπνέει μια εξαιρετική ολότητα.
Το φιλμ έχει ως επίκεντρο του την κλασική ιστορία των κυνηγών και του θηράματος. Εκ του αποτελέσματος, αναγνωρίζουμε ότι ποτέ δεν την έχουμε δει έτσι, αλλά ως επί το πλείστον κινείται στους δρόμους που έχουν χαραχτεί εδώ και δεκαετίες. Ο γάλλος σκηνοθέτης φυσικά δεν ξεχνά να μιλήσει για τους χαρακτήρες του, αλλά ταυτόχρονα τους «προδίδει», αφού εκτός από το θήραμα, όλοι είναι κενοί ουσίας. Εδώ μπαίνει έξυπνα, αλλά με αέρινη ανάλυση, το θέμα της βασικής διαφοράς ενός μέσου Ευρωπαίου με έναν αντίστοιχο Αμερικανό. Ο δεύτερος κοιτάει τη ζωή με βάση τα προσωπικά του βιώματα, και μια κενότητα επί των στόχων του. Από την άλλη, ο Ευρωπαίος είναι ο άνθρωπος των ιδεών και του οράματος. Ο Riz Ahmed που ερμηνεύει τον εν λόγω ρόλο είναι μεν ο τέταρτος στην τάξη των πρωταγωνιστών, αλλά είναι αυτός που στην ουσία κατευθύνει και τους άλλους τρεις. Έχει αυτό το βάθος που λείπει από τους διώκτες του, για να προσχωρήσει μη-παραδοσιακά το στόρι. Σαν να το ψαλιδίζει επί των κανόνων του. Αυτός ο χαρακτήρας είναι που λείπει πάντα από ένα γουέστερν, κι εδώ προκαλεί αυτή την όμορφη παραφωνία.
Η τελευταία όμως υπάρχει κι αλλού επί του έργου. Υπάρχει καταρχάς επί κάποιων πλάνων μοναδικής ομορφιάς, αν και στιγμιαίων, μια κι ο Audiard θέλει να δώσει το στίγμα του, αλλά να μην κάνει κι επανάσταση επί του είδους. Υπάρχει όμως και στη μουσική του Alexandre Desplat, που μοιάζει να έχει πάρει σαφείς υποδείξεις από τον σκηνοθέτη, ώστε να παραχθεί αυτή η αλλότρια ματιά. Τέλος, στο βάθος κάθε σκηνής και σε ένα επίπεδο που οι ίδιοι οι ήρωες της ιστορίας μάλλον δεν αντιλαμβάνονται ποτέ, ελλοχεύει η κωμωδία. Το έξοχα ερμηνευμένο από τους John C. Reilly-Joaquin Phoenix δίδυμο των δολοφόνων παραπέμπει στον Χοντρό και τον Λιγνό, ενώ παντού υπάρχει μια ειρωνεία περί της σοβαρότητας που αποδίδεται στην άλογη βία εκείνων των χρόνων. Μην περιμένετε φυσικά να γελάσετε, μιλάμε για ένα χιούμορ πνευματικό και στην ουσία κρυμμένο κάτω από τις εικόνες.
Ο Audiard δείχνει ταυτόχρονη τάση να αποδομήσει το γουέστερν, αλλά την ίδια ώρα φανερώνει την αγάπη του προς αυτό. Έχουμε ακόμα ένα δυνατό δείγμα σύγχρονης ιστορίας της Δύσης, από αυτές που δίνουν ώθηση στο είδος, πολλαπλασιάζοντας τους κανόνες του για τους επόμενους που θα ασχοληθούν με αυτό. Υπό όρους, θα έμοιαζε με τον Νεκρό του Jarmusch, αν ο Γάλλος επιθυμούσε να τραβήξει την παραφωνία του στα άκρα. Μα εδώ απλά έχουμε νότες που δεν συμβαδίζουν σεπτά με αυτές του είδους, αλλά παρόλα αυτά το βοηθούν να συνεχίσει το τραγούδι του.
Βαθμολογία: