Ο θεατρικός παραγωγός Μαξ Μπιάλιστοκ νιώθει τα χρέη να του πνίγουν τον λαιμό, καθώς ανεβάζει τη μία αποτυχία μετά την άλλη. Ώσπου, η είσοδος στα γραφεία του του λογιστή Λίο Μπλουμ γεννάει μια φαεινή ιδέα που θα κάνει και τους δύο πλούσιους: να δημιουργήσουν μια σίγουρη αποτυχία, ώστε να κατέβει από την πρώτη μέρα, έχοντας στο μεταξύ πουλήσει τα δικαιώματα σε πολλούς χρηματοδότες. Κι ενώ βρίσκουν ό,τι χειρότερο διαθέτει η πιάτσα, μένει να ακουστούν τα γιουχαΐσματα της πρεμιέρας.

Σκηνοθεσία:

Mel Brooks

Κύριοι Ρόλοι:

Zero Mostel … Max Bialystock

Gene Wilder … Leopold ‘Leo’ Bloom

Dick Shawn … Lorenzo St. DuBois (L.S.D.)

Kenneth Mars … Franz Liebkind

Christopher Hewett … Roger De Bris

Lee Meredith … Ulla

Ανδρέας Βουτσινάς … Carmen Ghia

Estelle Winwood … ‘Hold Me Touch Me’

Renee Taylor … ‘Eva Braun’

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Mel Brooks

Παραγωγή: Sidney Glazier

Μουσική: John Morris

Φωτογραφία: Joseph F. Coffey

Μοντάζ: Ralph Rosenblum

Σκηνικά: Charles Rosen

Κοστούμια: Gene Coffin

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: The Producers
  • Ελληνικός Τίτλος: Αυτοί οι Τρελοί Τρελοί Παραγωγοί
  • Εναλλακτικός Τίτλος: Mel Brooks’ The Producers
  • Εναλλακτικός Τίτλος: Δύο Τρελοί Παραγωγοί [επανέκδοσης]

Άμεσοι Σύνδεσμοι

Κύριες Διακρίσεις

  • Όσκαρ αυθεντικού σεναρίου. Υποψήφιο για δεύτερο αντρικό ρόλο (Gene Wilder).
  • Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα πρώτου αντρικού ρόλου (Zero Mostel) σε κωμωδία/μιούζικαλ, και σεναρίου.

Παραλειπόμενα

  • Ο τίτλος Springtime for Hitler ήρθε στο μυαλό του Brooks κατά τη διάρκεια συνέντευξης τύπου για το θεατρικό All American του 1962. Μετά του ήρθε το όνομα του Λίο Μπλουμ, από τον ομώνυμο ήρωα του Ulysses του James Joyce. Η έμπνευση για το στόρι ήρθε με τη σειρά της από κάποιους θεατρικούς παραγωγούς που είχε γνωρίσει στις αρχές της καριέρας του.
  • Το σενάριο γράφονταν αρχικά για μυθιστόρημα, αλλά έπειτα βγήκε για θεατρικό, μια και είχε πολλούς διαλόγους. Όταν όμως αισθάνθηκε ότι θα ήταν πλεονέκτημα τα μεγαλύτερα σκηνικά, ο Brooks το μετέτρεψε σε σενάριο, κι ας μην είχε σκηνοθετήσει ξανά για το σινεμά. Όταν όμως πήγε το 30σέλιδο κείμενο του σε ανεξάρτητους παραγωγούς και μεγάλα στούντιο, όλοι το απέρριπταν λόγω της χρήσης του ονόματος Χίτλερ (σε κάποιο σημείο, σκέπτονταν μήπως το άλλαζε σε Μουσολίνι). Όλα άλλαξαν όταν ο ατζέντης του κατάφερε να του κλείσει ραντεβού με έναν δικό του άνθρωπο, τον Sidney Glazier. Εκείνος έβαλε 1 εκατομμύριο δολάρια, και ακόμα 600 χιλιάδες προήλθαν από χρηματοδότες (τα μισά ήταν από τον φιλάνθρωπο Louis Wolfson). Ως διανομέας βρέθηκε ο Joseph E. Levine της Embassy Pictures, που όμως ήθελε να αλλάξει ο τίτλος από Springtime for Hitler… σε οτιδήποτε άλλο.
  • Ο Gene Wilder γνώριζε τον Brooks από το 1963 και το θέατρο. Καθώς έπαιζε δραματικό ρόλο, όμως, το κοινό γελούσε. Κι ενώ ο Wilder διαμαρτύρονταν, ο Brooks παρατήρησε ότι ήταν αυθεντικός κωμικός. Με τον Peter Sellers να αρνείται να παίξει τον Λίο Μπλουμ, ο σκηνοθέτης θυμήθηκε τον Wilder, που ήταν έτοιμος να κάνει κινηματογραφικό ντεμπούτο με το Μπόνι και Κλάιντ.
  • Τον Φραντζ αρχικά τον είχε αναλάβει ο Dustin Hoffman. Το βράδυ όμως πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα, ο νεαρός τότε ηθοποιός παρακάλεσε τον Brooks να τον αποδεσμεύσει, μια και είχε πρόταση για τον Πρωτάρη.
  • Ο Ανδρέας Βουτσινάς ήταν μια πρόταση της Anne Bancroft, συζύγου του σκηνοθέτη.
  • Σε μικρούς ρόλους εμφανίζονται οι: Bill Macy (επικεφαλής ενόρκων), William Hickey (μεθυσμένος στο μπαρ) και Frank Campanella (μπάρμαν).
  • Οι πρώτες κριτικές ήταν το λιγότερο ανάμεικτες, ενώ το φιλμ απέτυχε και στα ταμεία. Με το πέρας του χρόνου όμως ήρθε η αναγνώριση και η cult φήμη.
  • Το 2001 το σενάριο έγινε θεατρικό στο Μπρόντγουεϊ και το 2005 κινηματογραφικό ριμέικ. Ο Brooks έγραψε και νέα τραγούδια για αυτά, αλλά δεν σκηνοθέτησε κάποιο.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Μια και η ταινία επικεντρώνεται σε θεατρικό μιούζικαλ, τα τραγούδια ήταν αρκετά. Ο Mel Brooks έγραψε τα Springtime for Hitler (όπου ακούγεται και η φωνή του) και Prisoners of Love. Το Love Power ερμηνεύεται από τον Dick Shawn και το By The Light Of The Silvery Moon από τους Zero Mostel, Gene Wilder και John Braden.

Κριτικός: Σταύρος Γανωτής

Έκδοση Κειμένου: 13/6/2020

Πόσο πρωτοποριακό αλήθεια ήταν για έναν Εβραίο να είναι αυτός που θα σπάσει πρώτος πλάκα με τον Χίτλερ, χωρίς να ασχολείται καθόλου με την τραγική πτυχή του θέματος. Η ταινία του φουριόζου πρωτάρη στα κινηματογραφικά πράγματα Mel Brooks έχει στην πραγματικότητα άλλους στο κεντρικό στόχαστρο. Είναι σαν να πετάει το παραβάν που χωρίζει το έργο τέχνης από τα παρασκήνια του, και το αποτέλεσμα είναι τόσο εκτεθειμένο, που πολλοί όταν είδαν την ταινία θα έτρεχαν να κρυφτούν. Ακόμα και μέσα από το κοινό και τους κριτικούς!..

Είναι η εποχή που και το αμερικανικό σινεμά άλλαζε με τη σειρά του, με την έλευση ανεξάρτητων δημιουργών, που ούτε πολλές χάρες έκαναν στους παντοκράτορες παραγωγούς, ούτε ήταν ξεκομμένοι από το σενάριο. Ο Brooks ήταν μαζί με έναν άλλον εβραίο Νεοϋορκέζο, τον Woody Allen βέβαια, που πήραν μέσα σε αυτή τη μετάλλαξη την κωμωδία στα χέρια τους. Ο αγαπημένος μας νευρωτικός ασχολήθηκε περισσότερο με τα εσώψυχα του χιούμορ, ενώ ο συνάδελφος του είχε κατά νου την ανατροπή όλων όσων είχε λατρέψει ο κόσμος μέχρι τότε από το θέαμα, γεννώντας στην εξέλιξη του και τη σύγχρονη παρωδία. Με τέτοιο ξεκίνημα, θα έλεγε κανείς ότι θα συμπορευόντουσαν επί πολλά χρόνια οι δυο τους, αλλά δυστυχώς κάπου με το πέρας της δεκαετίας του 1970, ο Brooks είχε ήδη ξεφουσκώσει.

Οι «Παραγωγοί» βγήκαν μέσα σε περίοδο που η κωμωδία «φυσούσε», και ήταν δύσκολος ο χώρος για πολλές επιτυχίες. Παρόλη όμως την αρχική χλιαρή υποδοχή, δεν ήταν δυνατόν να περάσει μόνιμα στο ντούκου η ξεκαρδιστική ευφυία της συγκεκριμένης ταινίας. Και το επίπεδο της σάτιρας, πιστέψτε με, είναι το λιγότερο που θα ενδιαφέρει κάποιον που πρωτοβλέπει σήμερα το φιλμ. Δεν τίθεται το αν είναι διαχρονικό νοηματικά ή όχι (που είναι, φυσικά), αλλά το χοντρό γέλιο που προκαλεί. Με μια διάρκεια «σφηνάκι», το ένα πετυχημένο αστείο διαδέχεται το επόμενο με ταχύτητα πυροβόλου, οι ρυθμοί πετυχαίνουν να χωρέσουν υλικό για ταινία άνω των δύο ωρών, ενώ άπαντες οι χαρακτήρες είναι απολαυστικοί και «πειραγμένοι» εγκεφαλικά.

Είναι απίθανο το πόσα επιμέρους μπορεί κανείς να διαχωρίσει για να του μείνουν ως επικεφαλίδα από τη θέαση του. Το δίδυμο Mostel-Wilder με τους αλλού-για-αλλού διαλόγους τους; Οι γριούλες σεξομανείς-χρηματοδότες; Τη σουηδή σεξοβόμβα που προσλαμβάνεται μονάχα για να περιφέρεται και να κουνιέται; Τους εξωφρενικούς Christopher Hewett και Ανδρέα Βουτσινά που θα μπορούσες να χτίσεις πάνω τους ένα ολόκληρο Κλουβί με τις Τρελές; Το σοκ που εμπνέουν οι τραγουδιστικές παρουσιάσεις; Ή, το αγαπημένο μου, εκείνον τον Kenneth Mars ως νοσταλγό του τρίτου ράιχ, που θα έπρεπε να τον είχε επικηρύξει το «τέταρτο» για απόλυτο εξευτελισμό της εικόνας και της μοίρας τους!

Μια πολυποίκιλη σύνθεση που χωράει μέσα σε μόλις 88 λεπτά, αλλά θέλει πάνω από 88 χρόνια για να ξεθωριάσει από τη μνήμη…

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

23 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *