
Η Κέιτ και ο Τζάστν περιμένουν το πρώτο τους παιδί. Είναι και οι δύο πάνω από 30, πετυχημένοι και κρατιούνται οικονομικά. Όλα στην επιφάνεια μοιάζουν τέλεια, αλλά η Κέιτ ζει με βαθιούς φόβους για τη δίαιτα της, αλλά και την ικανότητα της να αγαπήσει αυτό που έχει μέσα της. Μια ημέρα, ένα άλλο ζευγάρι, ο Τζον και η Τερέσα, μετακομίζουν στο από κάτω τους διαμέρισμα. Γίνονται «οι αποκάτω», οι οποίοι επίσης περιμένουν μωρό. Αντίθετα με την Κέιτ, η Τερέσα είναι γεμάτη χαρά στην προοπτική της μητρότητας. Η εγκυμοσύνη φέρει τις δύο γυναίκες κοντά, καθώς η Κέιτ μαγεύεται από τη νοοτροπία της νέας της φίλης. Μέχρι που ένα βράδυ ένα μεταξύ τους δείπνο αρχίζει να αποκαλύπτει ότι και με τους «αποκάτω» τα πράγματα δεν είναι όπως δείχνουν.
Σκηνοθεσία:
David Farr
Κύριοι Ρόλοι:
Clemence Poesy … Kate
David Morrissey … Jon
Stephen Campbell Moore … Justin
Laura Birn … Theresa
Deborah Findlay … Tessa
Anna Madeley … Abi
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: David Farr
Παραγωγή: Nikki Parrott
Μουσική: Adem Ilhan
Φωτογραφία: Ed Rutherford
Μοντάζ: Chris Wyatt
Σκηνικά: Francesca Di Mottola
Κοστούμια: Sarah Blenkinsop
Κυριότερη Προβολή στην Ελλάδα: Τηλεόραση.
- Παγκόσμια Κριτική Αποδοχή (Μ.Ο.): Θετική.
Τίτλοι
Αυθεντικός Τίτλος: The Ones Below
Ελληνικός Τίτλος: Οι Από Κάτω
Παραλειπόμενα
- Κόστισε μόλις 3,7 εκατομμύρια δολάρια, αλλά έβγαλε 42,9.
Εξωτερικοί Σύνδεσμοι
Κριτικός: Νίκος Ρέντζος
Έκδοση Κειμένου: 24/8/2016
Μια εσωτερική σκάλα, μια κλειστή πόρτα που σε λίγο θα ανοίξει και μια συνεχώς αυξανόμενη, απεγνωσμένη ανδρική κραυγή. Η πιο δύσκολη, γεμάτη ένταση σκηνή μιας ταινίας βγαλμένης από τους χειρότερους ανθρώπινους εφιάλτες, είναι αυτή που δεν χρειάζεται κανένας ηθοποιός στην οθόνη, καμία ανθρώπινη μορφή για να σου περάσει ένα από τα χειρότερα συναισθήματα που μπορεί να νιώσει ο άνθρωπος.
Ο θεατρικός σκηνοθέτης Ντέιβιντ Φαρ ασχολήθηκε τα τελευταία χρόνια με τον κινηματογράφο και την τηλεόραση γράφοντας τα σενάρια του Hanna και του τηλεοπτικού The Night Manager. Το 2015, παραδίδει την πρώτη σκηνοθετική του δουλειά δημιουργώντας ένα παρανοϊκής σύλληψης ψυχολογικό θρίλερ, επηρεασμένο από τον Ρόμαν Πολάνσκι, τον Κάφκα και τη μοντέρνα αρχιτεκτονική. Οι αποστειρωμένοι ένοικοι του κάτω ορόφου, με τον απόλυτα συμμετρικό κήπο, τις έγχρωμες, φωτεινές ενδυμασίες φαίνεται να κρύβουν πολλά πίσω από τη φαινομενικά ευγενική όψη που αποκτούν όταν επανέρχονται στο φιλμ, μετά την πρώτη μοιραία συνάντηση τους με το ζευγάρι του πρώτου ορόφου. Οι σκηνές εντάσης μεταξύ των πρωταγωνιστών είναι αρκετές και λειτουργούν υπόγεια συνήθως, όταν στην ουσία φαίνεται να μη συμβαίνει τίποτα στην οθόνη.
Οι αρχικά μετριοπαθείς ερμηνείες των Κλεμάνς Ποεζί και Στέφεν Κάμπελ Μουρ οδηγούνται σταδιακά στην κορύφωση και την εξωτερίκευση των συναισθημάτων όσο πλησιάζουμε στο φινάλε, σε αντίθεση με τις ερμηνείες του ζεύγους Μπιρν-Μόρισεϊ, που ξεκινούν με εκρήξεις οργής για να καταλήξουν σε μια ήρεμη, σχεδόν γαλήνια σιγουριά για τα όσα συμβαίνουν.
Το The Ones Below έχει αρκετά πράγματα που θα μπορούσαν να είναι καλύτερα, όπως οι κάποιες φορές άτσαλα γραμμένοι διάλογοι και οι αντιδράσεις της Ποεζί όταν ανακαλύπτει τι συμβαίνει. Ο Φαρ, όμως, καταφέρνει με αυτόν τον τρόπο, ακόμα κι αν δεν γίνεται ηθελημένα, να μας γεννήσει αμφιβολίες εντέλει για την πραγματικότητα που βιώνει η ηρωίδα του, με αποτέλεσμα να συνειδητοποιείς την τραγικότητα του φινάλε πιο έντονα κάθε φορά που το φέρνεις στον νου σου, ακόμα και μία μέρα μετά την προβολή της ταινίας (όπως συμβαίνει αυτή τη στιγμή με τον γράφοντα).
Χωρίς χολιγουντιανές μεγαλομανίες, χωρίς φανφάρες, το The Ones Below έχει έναν καθαρά βρετανικό αέρα. Δεν είναι τέλειο, αλλά δημιουργεί δυνατά συναισθήματα αν το αφήσεις να σε παρασύρει και δεν περιμένεις να δεις ένα θρίλερ από αυτά που η άλλη πλευρά του Ατλαντικού ωκεανού σε έχει μάθει να βλέπεις. Δεν έχει δράση, δεν έχει κυνηγητά, δεν έχει σκοτεινά δωμάτια και περίεργους θορύβους, με έναν κακό που παραμονεύει στο σκοτάδι. Το σκοτάδι, όπως και το φως πηγάζουν από τους χαρακτήρες, απλώς εδώ υπερνικά το σκοτάδι: ή το φως θα μπορούσε εύστοχα να αντιπαραθέσει κανείς, χωρίς όμως να πρέπει να επεκταθούμε παραπάνω, καθώς το φιλμ του Ντέιβιντ Φαρ ανήκει στην κατηγορία των ταινιών που παρακολουθείς με μεγαλύτερο ενδιαφέρον, όταν δεν γνωρίζεις πολλά πράγματα γι` αυτό.
Βαθμολογία:
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 15/10/2017
Έχουμε ένα θριλερικό σενάριο που εκτός από το φινάλε, δεν παρέχει ιδιαίτερα πράγματα. Είναι ακόμα ένας επίγονος του κόσμου του Πολάνσκι και του Χίτσκοκ, από αυτούς που κάπου βαρεθήκαμε να παρακολουθούμε να ακμάζουν και να απογοητεύουν κατά τη δεκαετία του 1980 και αρχές των 1990. Αλλά εδώ είναι Βρετανία, κι εντέλει ως προς αυτό γίνεται η διαφορά. Όχι πως κάνει κάτι εξαιρετικά δύσκολο ή ευρεσιτεχνικό, αλλά ο Ντέιβιντ Φαρ πετυχαίνει με αρκετή οικονομία επί του υλικού του να κατασκευάζει μια κλιμακούμενη ταινία αγωνίας. Είναι αλήθεια ότι υπάρχουν σημεία που ίσως ακόμα και να προκαλέσουν μια κούραση στον θεατή, αλλά γενικά μπαίνει κανείς στο κόλπο του εφιαλτικού κόσμου των ηρώων. Δεν υποκύπτει ποτέ και στους εύκολους εντυπωσιασμούς, δεν δανείζεται στοιχεία από τον «εμπορικό» τρόμο, και έτσι, ήσυχα-ήσυχα, σε κερδίζει.
Βαθμολογία: