Η Τζέσε, μια φιλόδοξη ηθοποιός, μετακομίζει στο Λος Άντζελες. Εκεί όμως πέφτει θύμα μιας ομάδας παθιασμένων με την ομορφιά γυναικών, οι οποίες θα κάνουν τα πάντα για να της αποσπάσουν την ομορφιά, τα νιάτα και τη ζωτικότητα της.

Σκηνοθεσία:

Nicolas Winding Refn

Κύριοι Ρόλοι:

Elle Fanning … Jesse

Karl Glusman … Dean

Jena Malone … Ruby

Bella Heathcote … Gigi

Abbey Lee … Sarah

Desmond Harrington … Jack McCarther

Christina Hendricks … Roberta Hoffmann

Keanu Reeves … Hank

Alessandro Nivola … Roberto Sarno

Charles Baker … Mikey

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Nicolas Winding Refn, Mary Laws, Polly Stenham

Στόρι: Nicolas Winding Refn

Παραγωγή: Lene Borglum, Sidonie Dumas, Vincent Maraval

Μουσική: Cliff Martinez

Φωτογραφία: Natasha Braier

Μοντάζ: Matthew Newman

Σκηνικά: Elliott Hostetter

Κοστούμια: Erin Benach

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: The Neon Demon
  • Ελληνικός Τίτλος: The Neon Demon

Κύριες Διακρίσεις

  • Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Κανών. Βραβείο μουσικής.

Παραλειπόμενα

  • Η Elle Fanning αντικατέστησε την Carey Mulligan. Όταν η δεύτερη είχε ανακοινωθεί ότι θα πρωταγωνιστήσει, ο τίτλος ακόμα ήταν I Walk With the Dead.
  • Ρεπορτάζ του 2015 έλεγε πως το στόρι βασίστηκε πάνω στην ιστορία της κόμισσας Elizabeth Bathory (1560-1614).
  • Οι φήμες ανέφεραν ότι όλη η ταινία θα γυρίζονταν στα 60 καρέ ανά δευτερόλεπτο, αλλά ο Refn είπε ότι έτσι γύρισε μονάχα μια σλόου-μότιον σκηνή.
  • Σύμφωνα με την Elle Fanning, όλη η ταινία γυρίστηκε σε χρονολογική σειρά, ενώ το φινάλε ήταν αυτοσχέδιο επί του πλατό.
  • Ο σκηνοθέτης επέλεξε γυρίσματα να γίνουν στην περίφημη The Paramour Mansion, λόγω των εικασιών που τη θέλουν στοιχειωμένη.
  • Ο Timothee Chalamet είχε περάσει από οντισιόν για τον Ντιν.
  • Ο χαρακτήρας της Ρούμπι δανείστηκε την έμπνευση του από τον Alejandro Jodorowsky, και αρχικά είχε γίνει πρόταση στην Evan Rachel Wood να τον ερμηνεύσει.
  • Τρίτη συνεχόμενη ταινία για τον Nicolas Winding Refn στο φεστιβάλ Κανών. Ήταν όμως και η δεύτερη στη σειρά που ταυτόχρονα εισέπραξε χειροκροτήματα και γιουχαΐσματα.
  • Μόλις 3,4 εκατομμύρια δολάρια οι εισπράξεις, και με έναν προϋπολογισμό των 7.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Η Sia συνέθεσε κι ερμήνευσε το Waving Goodbye, το τραγούδι της ταινίας.

Κριτικός: Νάνσυ Μιχαηλίδου

Έκδοση Κειμένου: 23/5/2016

Το Neon Demon ακολουθεί την Τζέσι, ένα νεαρό επίδοξο μοντέλο που κυνηγά την τύχη της στο Λος Άντζελες. Η ομορφιά, τα νιάτα της και η φρεσκάδα της δεν περνούν απαρατήρητα από κανέναν, κάτι που σύντομα θα της ανοίξει τον δρόμο για τα μεγάλα ντεφιλέ. Ο κόσμος της μόδας όμως είναι σκληρός και ανταγωνιστικός, και αναπόφευκτα η Τζέσι θα έρθει σε επαφή με γυναίκες παθιασμένες με την ομορφιά, που θα χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο για να καταβροχθίσουν τα νιάτα της και τη ζωτικότητά της.

Το φιλμ του Ρεφν, αν δεν έστεκε τόσο πολύ στην εικόνα κι αν είχε φροντίσει να έχει ένα αξιοπρεπές σενάριο, θα μπορούσε να είναι μια αξιόλογη κινηματογραφική ταινία. Φλερτάρει περισσότερο ωστόσο με την ιδέα μιας διαφημιστικής καμπάνιας ενός προϊόντος, πχ. ενός διάσημου αρώματος, καθώς είναι υπερβολικά στιλιζαρισμένο, περιλαμβάνει εικόνες που άνετα θα αποτελούσαν υλικό ενός εντιτόριαλ, καθώς και σκηνές που θυμίζουν σποτ μεγάλων οίκων μόδας, έχοντας για μοντέλα τους Έλι Φάνινγκ, Τζένα Μαλόουν και Άμπι Λι. Οι Κιάνου Ριβς και Κριστίνα Χέντρικς φαίνεται πως γλιτώνουν από το καλλιτεχνικό παραλήρημα του Ρεφν, στις λιγοστές σκηνές που εμφανίζονται.

Υπερβολικά επιτηδευμένο, προσπαθεί πολύ να είναι καλλιτεχνικό και avant-garde, αλλά καταλήγει να είναι ένα μη-αυθεντικό, κενό δημιούργημα που στερείται ουσίας. Το The Neon Demon μιλά για τον ανταγωνισμό και την ανθρωποφαγία στη βιομηχανία της μόδας μέσα από μια άνευρη ιστορία που κουράζει, και ούτε η αγγελική παρουσία της Έλι Φάνινγκ, ούτε οι μικρές ενέσεις σουρεαλιστικού χιούμορ δεν το σώζουν. Συχνά, μάλιστα, ο Ρεφν έχει σατιρική διάθεση απέναντι στον κόσμο της μόδας, έναν κόσμο που ωστόσο και η ίδια του η ταινία υπηρετεί, προκαλώντας σύγχυση απέναντι στις προθέσεις του. Το σίγουρο είναι ότι στο εξής, οι προτάσεις για διαφημιστικές καμπάνιες θα αρχίσουν να πέφτουν βροχή…

Βαθμολογία:


Κριτικός: Δημήτρης Κωνσταντίνου-Hautecoeur

Έκδοση Κειμένου: 6/10/2016

Είναι δύσκολο να διακρίνεις αν η έντονη ειρωνεία που διαπερνά την τελευταία ταινία του στιλάτου και διχαστικού Nicolas Winding Refn («Drive») είναι ηθελημένη ή όχι. Ο Δανός καταπιάνεται με τον κόσμο της μόδας και του modeling, καταδεικνύοντας και, ίσως, σατιρίζοντας τον αυτοκαταστροφικό ναρκισσισμό και την εμμονή με την ομορφιά και την εξωτερική εμφάνιση. Ταυτόχρονα, δημιουργεί ένα φιλμ με μεγαλειώδη έμφαση στην ομορφιά και στην «εξωτερική» του εμφάνιση, αγγίζοντας την επιτομή του κινηματογραφικού ναρκισσισμού (που, ναι, είναι αυτοκαταστροφικός). Συνειδητή ειρωνική αυτοαναφορικότητα ή αστοχία σε σημείο αυτοπαρωδίας, δεν κάνει καν κάποια διαφορά, αφού ακόμα και στην πρώτη περίπτωση, το πρόβλημα παραμένει: ελάχιστα πράγματα έχει να επιδείξει ο «Νέον Δαίμονας» πίσω από την εκθαμβωτική φωτογένειά του.

Αργός, ντελιριακός, φέρνοντας στο μυαλό το «Οδός Μαλχόλαντ» και τον Gaspar Noe και κλείνοντας το μάτι στον Stanley Kubrick και τον μυθολογικό Νάρκισσο, ο Refn χτίζει μια ελάχιστα πρωτότυπη ως κείμενο, αλλά κινηματογραφικά υπερφιλόδοξη καλλιτεχνική ταινία τρόμου, με εργαλεία εικόνες και σύμβολα -και το συνθεσάιζερ του Cliff Martinez. Στη σημειολογία της εντάσσει χρώματα, σχήματα, ζώα και μάτια, λέγοντας την ιστορία της σχεδόν περισσότερο μέσω αυτών παρά του ίδιου του σεναρίου. Μπορεί για τη νεαρή Jesse (Elle Fanning) οι αποχρώσεις του κόκκινου να εκφράζουν τον κίνδυνο, τα υπνωτιστικά τρίγωνα να αντιπροσωπεύουν τις αδηφάγους αντιπάλους της καθώς την περικυκλώνουν ή έναν ραγισμένο καθρέφτη που απεικονίζει διαφορετικές εκδοχές του εαυτού της. Μπορεί το φτηνό δωμάτιό της να είναι μια ζούγκλα που φιλοξενεί σαρκοβόρα ζώα, εκείνα που αφήνουμε οι ίδιοι να εισβάλλουν στο χώρο μας ξεχνώντας τη μπαλκονόπορτα ανοιχτή ή εκείνα που οπτικοποιούμε με τη φαντασία μας κρυμμένοι πίσω από τους θάμνους. Μπορεί τα πεινασμένα λιοντάρια να είναι οι εχθροί μας ή μπορεί και να βρίσκονται μέσα μας. Όλοι αυτοί οι συμβολισμοί μπορούν να γίνουν άκρως ενδιαφέροντες, εάν οδηγούν, τελικά, κάπου. Άλλοτε απλοϊκοί και προφανείς κι άλλοτε υπερβολικά διφορούμενοι, εδώ στέκονται απλώς σαν πομπώδη τεκμήρια μιας «σοφιστικέ» αφήγησης. Ενός διανοουμενίστικου περιβλήματος μιας προφανούς ιστορίας, που θα μπορούσε κάλλιστα να έχει ειπωθεί με τον πιο συμβατικό τρόπο και να λέει τα ίδια ακριβώς πράγματα. Λειτουργούν δηλαδή απλώς σαν μια εναλλακτική μορφή storytelling κι όχι σαν εκφραστές κάποιας βαθύτερης ουσίας. Άνευ λόγου υπερ-«κουλτούρα» και καλλιτεχνική σοβαροφάνεια.

Κατά τ` άλλα, αυτή η λογική της αφαιρετικής, συμβολικής αφήγησης θα μπορούσε να ειδωθεί ως μια ενδιαφέρουσα άσκηση φόρμας, αν το φιλμ δεν αποτελούσε παράδειγμα αληθινά κακού σεναρίου. Αρκεί να παρατηρήσει κανείς τον χαρακτήρα της -ομολογουμένως εξαιρετικής- 16χρονης (!) Elle Fanning, η σεναριακή ανάπτυξη του οποίου είναι απίστευτα άτσαλη και τελικά αδιέξοδη: μια αυθαίρετη τροπή του χαρακτήρα γύρω στα μισά (το μπλε γίνεται κόκκινο, βλέπετε) αφενός τον αφήνει ανεξερεύνητο και ημιδουλεμένο κι αφετέρου δεν επηρεάζει καν την έκβαση του στόρι.

Καθώς η απαστράπτουσα οπτικοακουστική γοητεία του «Νέον Δαίμονα» ξεφουσκώνει κάτω από τις αφηγηματικές αδυναμίες του και τον ασυγκράτητο αυτοθαυμασμό του ως έργο τέχνης, αντιλαμβανόμαστε πως η πραγματική ενσάρκωση του Νάρκισσου, που ερωτεύτηκε το είδωλό του στο νερό και πνίγηκε, δεν είναι η νεαρή πρωταγωνίστρια Jesse. Είναι το ίδιο το φιλμ.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

14 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *