Σε ένα δυστοπικό νησί της Ελλάδας γύρω στο 1900, η Χαδούλα, χήρα Ιωάννου Φράγκου, είναι μια γυναίκα που έχει μάθει να επιβιώνει στην ανδροκρατούμενη, πατριαρχική κοινωνία υπηρετώντας αυτό που της πέρασε η μητέρα της -μια σκυτάλη δύσκολη, που διαιωνίζει την υποτίμηση και την κατώτερη μοίρα της γυναίκας. Η Χαδούλα επαναστατεί μέσα της και αυτό δεν θα αργήσει να συμβεί και προς τα έξω. Τα μικρά κορίτσια του νησιού γίνονται θύματα του ξεσπάσματός της. Αφαιρώντας τους τη ζωή, η ίδια νιώθει ότι τα απαλλάσσει από το κοινωνικό φορτίο που η ύπαρξή τους επιφέρει. Οι πράξεις της κάποια στιγμή αυτονομούνται και τη φέρνουν αντιμέτωπη με τον νόμο. Εγκαταλείπει το σπίτι της και βρίσκει καταφύγιο στη φύση. Όμως, όσο και αν η ηθική της της υπαγορεύει ότι έπραξε σωστά, στην πραγματικότητα το χρόνιο τραύμα της την ακολουθεί παντού. 

Σκηνοθεσία:

Εύα Νάθενα

Κύριοι Ρόλοι:

Καρυοφυλλιά Καραμπέτη … Χαδούλα ‘Φραγκογιαννού’

Μαρία Πρωτόπαππα … Δελχαρώ (μητέρα της Χαδούλας)

Έλενα Τοπαλίδου … Αμέρσα

Πηνελόπη Τσιλίκα … Δελχαρώ (κόρη της Χαδούλας)

Γεωργιάννα Νταλάρα … Χαδούλα (νέα)

Νίκη Παπανδρέου … Κρινιώ

Γαλήνη Χατζηπασχάλη … Μαρουσώ

Δημήτρης Ήμελλος … Νταντής

Χρήστος Στέργιογλου … παπα-Νικόλας

Όλγα Δαμάνη … η γυναίκα του παπά

Στάθης Σταμουλακάτος … Καμπαναχμάκης

Γιάννης Τσορτέκης … Λυρίγκος

Βερόνικα Δαβάκη … η γυναίκα του Λυρίγκου

Έρση Μαλικένζου … η πεθερά του Λυρίγκου

Χριστίνα Μαξούρη … Ρηνιώ

Αντώνης Τσιοτσιόπουλος … ο άντρας της Ρηνιώς

Αγορίτσα Οικονόμου … Μόσχω

Μιχάλης Οικονόμου … Γιάννης Περιβολάρης

Μάνια Παπαδημητρίου … η ανδραδέλφη

Μαρία Σκουλά … η γυναίκα του Περιβολάρη

Θοδωρής Ρωμανίδης … ψάλτης

Δρόσος Σκώτης … ο πατέρας της Χαδούλας

Γιώργος Ζυγούρης … Ιωάννης Φράγκος

Μαρθίλια Σβάρνα … η νύφη

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Κατερίνα Μπέη

Παραγωγή: Κώστας Λαμπρόπουλος, Διονύσης Σαμιώτης

Μουσική: Δημήτρης Παπαδημητρίου

Φωτογραφία: Παναγιώτης Βασιλάκης

Μοντάζ: Αγγέλα Δεσποτίδου

Σκηνικά: Εύα Νάθενα

Κοστούμια: Εύα Νάθενα

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Φόνισσα
  • Διεθνής Τίτλος: Murderess

Άμεσοι Σύνδεσμοι

Σεναριακή Πηγή

  • Μυθιστόρημα: Η Φόνισσα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη.

Κύριες Διακρίσεις

  • Βραβείο καλλιτεχνικής επίτευξης, FIPRESCI και κοινού στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.
  • Βραβείο μουσικής, φωτογραφίας, σκηνικών, κοστουμιών και μακιγιάζ/κομμώσεων στα βραβεία Ίρις. Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, σκηνοθεσία, πρωτοεμφανιζόμενο σκηνοθέτη, σενάριο, πρώτο αντρικό ρόλο (Δημήτρης Ήμελλος), πρώτο γυναικείο ρόλο (Καρυοφιλιά Καραμπέτη), δεύτερο αντρικό ρόλο (Γιάννης Τσορτέκης), δεύτερο γυναικείο ρόλο (Μαρία Πρωτόπαππα), μοντάζ και εφέ.
  • Επίσημη πρόταση της Ελλάδας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ.

Παραλειπόμενα

  • Τρίτη κινηματογραφική μεταφορά του κλασικού έργου του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, μετά το 1974 (Κώστας Φέρρης) και το 2012 (Στέλλα Αρκέντη). Στη μικρή οθόνη, το έργο είχε μεταφερθεί εν είδει μίνι σειράς τριών επεισοδίων το 1994 από τον Άγγελο Κοβότσο. Τον κεντρικό ρόλο σε αυτά είχαν αντίστοιχα οι: Μαρία Αλκαίου (βραβείο στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης), Ιωάννα Γκαβάκου και Τούλα Σταθοπούλου.
  • Τα γυρίσματα ξεκίνησαν στην Αθήνα, για να συνεχιστούν στα επιβλητικά τοπία της Λακωνικής Μάνης, της Κρήτης, αλλά και της Σκιάθου, της ιδιαίτερης πατρίδας του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη (όπου και εξελίσσεται η πλοκή του βιβλίου).
  • Η Εύα Νάθενα αναλαμβάνει για πρώτη φορά μια κινηματογραφική σκηνοθεσία. Διάσημη για την καριέρα της ως σκηνογράφος και ενδυματολόγος, δεν αφήνει ούτε κι εδώ σε άλλον αυτές τις δύο ιδιότητες της. Επίσης, έχει την εποπτεία του σεναρίου.
  • Σύμφωνα με τη δημιουργό, τρία βασικά εργαλεία χρησιμοποιούνται ώστε να αναδειχθεί ο τρόπος που ο Παπαδιαμάντης διείσδυσε στην ψυχή της ηρωίδας του, και να δοθεί το ιστορικό αποτύπωμα της εποχής γύρω στο 1900, σαν κοινωνική σφυγμομέτρηση. Και αυτά είναι: η Ιστορία, η Κοινωνιολογία και η Ψυχιατρική -και τα τρία με σημερινά δεδομένα. Και προσθέτει: “Η θεσμοθετημένη προίκα για τις κόρες καταργήθηκε στην Ελλάδα το 1983. Ένα -ως σήμερα κρυμμένο- μυστικό κάλυπτε τις βρεφοκτονίες των κοριτσιών. Η ταινία επιχειρεί να το φέρει στο φως”.
  • Μια παραγωγή της Tanweer Productions σε συμπαραγωγή με τη View Master Films και την COSMOTE TV.
  • Επιλέχτηκε ως η ελληνική πρόταση για τα Όσκαρ όντας όμως η μόνη υποψήφια ταινία. Κι αυτό επειδή ο τρόπος επιλογής εκ μέρους του υπουργείου πολιτισμού ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων, κυρίως εκ μέρους της ΕΑΚ, με συνέπεια όλες οι υπόλοιπες παραγωγές να αποσυρθούν εκ των δημιουργών τους από τη λίστα.

Κριτικός: Ορέστης Μαλτέζος

Έκδοση Κειμένου: 27/11/2023

Βασισμένη σε ένα από τα πιο γνωστά έργα της εγχώριας λογοτεχνίας, το ομώνυμο και ζοφερά επίκαιρο -όπως επισημαίνει η παράθεση του Οδυσσέα Ελύτη στην εισαγωγή- μυθιστόρημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, η ταινία όχι μόνο τιμάει τον συγγραφέα ακολουθώντας πιστά την πλοκή του έργου του, αλλά εντοπίζει το νόημα πίσω από τις λέξεις δημιουργώντας πολύ στοχευμένες εστιάσεις σε χαρακτήρες και περιστατικά, που σκοπό έχουν όχι να απλώσουν τη διάρκεια της κινηματογραφικής αφήγησης αλλά να αναδείξουν το θέμα που δεσπόζει κυρίαρχο πίσω από κάθε επιλογή, κάθε πλάνο, κάθε μικροσκοπικό σημείο της αφήγησης.

Το μεγάλο ενδιαφέρον είναι πως με την επιλογή του συγκεκριμένου έργου, η γνωστή σκηνογράφος Εύα Νάθενα πραγματοποιεί ένα σκηνοθετικό ντεμπούτο που σκοπό έχει να αξιοποιήσει κάθε εικαστικό μέσο που έχει στη διάθεσή της για να προσεγγίσει πρωτίστως με καλλιτεχνική ματιά και να ισχυροποιήσει τη θεματική. Το αποτέλεσμα είναι μια μοναδική περίπτωση για το ελληνικό σινεμά που προορίζεται για ευρύ κοινό, με την ταινία να έχει τη δυνατότητα να ξεφύγει από το πλαίσιο των συνόρων της χώρας. Παρότι ασφαλώς εκτυλίσσεται στην ελληνική επαρχία του περασμένου αιώνα, ο τρόπος με τον οποίο προσεγγίζεται αυτή η κλειστή κοινωνία του απομακρυσμένου χωριού δεν περιορίζεται στο σύνηθες βουκολικό τερέν εσωτερικής κατανάλωσης, παρουσιάζοντας το εντός ενός πλαισίου που δεν χρήζει ανάγκης χωροχρονικής τοποθέτησης. Αυτό επιτυγχάνεται κυρίως χάρη στην αφοσιωμένη προσήλωση της Νάθενα στην αναπαράσταση της εποχής, επηρεάζοντας την συνολική αίσθηση που ορίζει η λιτότητα των διαλόγων που δεν αναλώνονται σε επεξηγήσεις ανούσιες για τον σκοπό της δημιουργού. Οι κανόνες που διέπουν αυτή την κλειστή κοινωνία παρουσιάζονται στο γενικό πλαίσιο που επιτάσσει ο ρόλος τους ως καθοριστικό αφηγηματικό κίνητρο με τρόπο που δεν περιορίζει σε κανένα βαθμό την εμπλοκή του θεατή. Ακολούθως, και μακριά από τη συχνή παγίδα που κρύβει μια μεταφορά βιβλίου, η πλοκή βασίζει την εξέλιξή της υπό το πρίσμα της θεματικής και όχι των γεγονότων.

Υπάρχει κάτι έντονα μεταφυσικό που διέπει την ατμόσφαιρα που δημιουργεί η Νάθενα στη “Φόνισσα”, και αυτό δεν προκαλείται επειδή απλώς υπάρχουν κάποια ισχυρά επιμέρους στοιχεία. Ολόκληρη η ταινία μοιάζει να εντάσσεται με φυσικότητα εντός του είδους του folk-horror βρίσκοντας με άνεση μια θέση στο πλάι ταινιών όπως το “You Won’t Be Alone” του Γκόραν Στολέβσκι και τον “Αμνό” του Βαλντεμάρ Τζόχανσον. Η ευρηματική οπτικοποίηση της πράξης της παιδοκτονίας από τη Φραγκογιαννού, πέρα από το κοινωνικό ζήτημα της μοίρας που περιμένει και καταδικάζει τις γυναίκες στην κοινωνία αυτή από τη στιγμή που θα γεννηθούν, έρχεται υποκινούμενη θαρρείς από φαντάσματα του παρελθόντος, από πνεύματα που καταλαμβάνουν τον νου της. Και παρότι η ταινία δεν περιλαμβάνει κάτι απτά μεταφυσικό, η έμφαση στην αλλόκοτη εξωτερίκευση εντός του περιβάλλοντος των νοητικών διεργασιών της Φραγκογιαννούς μέσω της νεότερης ηλικιακά μητέρας της, ταυτόχρονα ως κατάλοιπο και υπενθύμιση μιας κατάστασης διαχρονικής και αέναης, είναι στοιχείο καθοριστικό και αρκούντως ισχυρό.

Η καθαρή εικαστική ματιά της Νάθενα εκμαιεύει το μέγιστο των δυνατοτήτων του καστ της, με ερμηνείες όπου κυριαρχεί πρωτίστως η παρουσία και ο ψυχισμός. Συγκεκριμένα επιθυμώ να αναφερθώ στην ιδιαιτέρως ταιριαστή και δυναμική παρουσία της Έλενας Τοπαλίδου, στη Μαρία Πρωτόπαππα που ενσαρκώνει με απόλυτη συγκέντρωση αυτή την αλλόκοσμη αίσθηση που διέπει την ταινία και τη συγκλονιστική Καρυοφυλλιά Καραμπέτη που με υψηλό επίπεδο υποκριτικής τέχνης εντοπίζει με τον συνδυασμό σιωπής και λόγου κάθε πτυχή του εσωτερικού κόσμου της Χαδούλας Φραγκογιαννούς και τις επιπτώσεις του περιβάλλοντος πάνω του. Με την επικοινωνιακή ευθύνη της νοηματικής να πέφτει καθοριστικά πάνω στους γυναικείους χαρακτήρες της ταινίας, οι αντρικοί ρόλοι κινούνται σε ένα αρκετά πιο ρεαλιστικό πλαίσιο, αναπαράγοντας μέσω της βίαιης πραγματικότητας τα περιστατικά που παρουσιάζονται, δίνοντας ένα φορτισμένο αποτέλεσμα στις σκηνές όπου οι θέσεις και οι ρόλοι των δύο φύλων συνυπάρχουν.

Ταυτόχρονα, δεν συμπλέουν όλα ιδανικά όσον αφορά το στήσιμο του συνόλου, παρά την εμφανών προθέσεων διαδικασία χτισίματος που θέλει το πρώτο μέρος της ταινίας πολύ πιο στατικό και βραδυφλεγές σε σχέση με τα επόμενα. Τα γεωμετρικής ακρίβειας καδραρίσματα ενίοτε τραβούν το μάτι περισσότερο από όσο θα έπρεπε, εντυπωσιάζοντας με τον σχηματισμό των γραμμών που δημιουργούνται από τη χωροταξία των σκηνικών, των αντικειμένων και τον χαρακτήρων, εντούτοις δεν συνδυάζονται με τον καλύτερο τρόπο όταν υπάρχει μεγαλύτερη κινητικότητα από τους ηθοποιούς ή σε σκηνές πιο διαλογικές. Αυτό που παραδόξως δεν υπερισχύει στο βλέμμα, αποδυναμώνοντας την ουσία της ιστορίας, είναι η ομορφιά του τοπίου, που παρουσιάζεται σε κομβικά σημεία με τρόπο ώστε να είναι και πάλι η θεματική που αναδεικνύεται μέσω αυτού.

Η πρωτόλεια ταινία της Εύας Νάθενα εντυπωσιάζει με την εμφανή προσωπική της επιμέλεια σε κάθε κομμάτι της παραγωγής, όπου τα επιμέρους στοιχεία συνεργάζονται με μια σιωπηλή διακριτικότητα ώστε να δώσουν στην ταινία το μεγαλύτερο δυνατό νόημα. Σίγουρα όμως θα χρειαζόταν μια μεγαλύτερη απόπειρα να δημιουργηθεί και μια οπτική ροή που θα έκανε πιο έντονη την κινηματογραφική της πλευρά, ξεφεύγοντας από την εμφατική εικαστική της προσέγγιση.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

13 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *