Ο Σαμ Σπέιντ είναι ένας σκληρός ντετέκτιβ, που έχει τον δικό του κώδικα τιμής. Μια μέρα, τον επισκέπτεται στο γραφείο του μια «μοιραία γυναίκα», η γοητευτική δεσποινίς Γουόντερλι, και του ζητά να αναλάβει μαζί με τον συνάδελφό του, Μάιλς Άρτσερ, την παρακολούθηση ενός επικίνδυνου άντρα, του Φλόιντ Θέρσμπι. Όμως, ο Άρστερ και ο Θέρσμπι την επόμενη μέρα βρίσκονται δολοφονημένοι, και όλες οι υποψίες στρέφονται στον Σπέιντ. Με τους αστυνομικούς να τον έχουν από κοντά, ο Σπέιντ προσπαθεί να βρει την άκρη του νήματος, σε μια υπόθεση που όσο την ψάχνει γίνεται όλο και πιο περίπλοκη. Όταν τον επισκέπτεται στο γραφείο του ο μπράβος ενός κακοποιού και του προσφέρει μια υπέρογκη αμοιβή για να του επιστρέψει ένα πολύτιμο αγαλματίδιο, το «γεράκι της Μάλτας», ο Σπέιντ ξέρει ότι έχει μπλέξει σε μια μυστηριώδη υπόθεση. Την ίδια ώρα, η όμορφη δεσποινίδα Γουόντερλι εμφανίζεται με την πραγματική της ταυτότητα, ως μις Ο’ Σόνεσι, και του ζητά να τη βοηθήσει να βρουν μαζί τον ανεκτίμητης αξίας θησαυρό. 

Σκηνοθεσία:

John Huston

Κύριοι Ρόλοι:

Humphrey Bogart … Samuel ‘Sam’ Spade

Mary Astor … Brigid O’Shaughnessy/Ruth Wonderly

Gladys George … Iva Archer

Peter Lorre … Joel Cairo

Barton MacLane … αστυνόμος Dundy

Lee Patrick … Effie Perine

Sydney Greenstreet … Kasper Gutman

Ward Bond … ντετέκτιβ Tom Polhaus

Jerome Cowan … Miles Archer

Elisha Cook Jr. … Wilmer Cook

Walter Huston … καπετάνιος Jacoby

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: John Huston

Παραγωγή: Henry Blanke, Hal B. Wallis

Μουσική: Adolph Deutsch

Φωτογραφία: Arthur Edeson

Μοντάζ: Thomas Richards

Σκηνικά: Robert M. Haas

Κοστούμια: Orry-Kelly

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: The Maltese Falcon
  • Ελληνικός Τίτλος: Το Γεράκι της Μάλτας

Άμεσοι Σύνδεσμοι

  • The Maltese Falcon (1931)
  • Η Γυναίκα και οι Χίλοι Άνδρες (1936)

Σεναριακή Πηγή

  • Μυθιστόρημα: The Maltese Falcon του Dashiell Hammett.

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για Όσκαρ καλύτερης ταινίας, δεύτερου αντρικού ρόλου (Sydney Greenstreet) και διασκευασμένου σεναρίου.

Παραλειπόμενα

  • Με το εντυπωσιακό σκηνοθετικό του ντεμπούτο, ο John Huston γυρίζει μια ταινία που θεωρείται, υπό επίσημους όρους, το πρώτο νουάρ της κινηματογραφικής ιστορίας. Αν και ο όρος πλέον έχει επεκταθεί και πριν τη δεκαετία του 1940, ήταν σίγουρα το πρώτο που καταγράφθηκε ως πλέον σημαντικό για το είδος (που ακόμα δεν είχε πάρει το όνομα του), ενώ ο Σαμ Σπέιντ θεωρείται το αρχέτυπο των ντετέκτιβ του νουάρ.
  • Το μυθιστόρημα του 1930 έγινε ταινία τον επόμενο μόλις χρόνο. Το 1936 γυρίστηκε εκ νέου ως Η Γυναίκα και οι Χίλοι Άνδρες (Satan Met a Lady), αλλά αυτή τη φορά είχε μετατραπεί σε ελαφριά κωμωδία.
  • Ο Bogart δεν ήταν η πρώτη επιλογή για τον Σαμ Σπέιντ. Ο παραγωγός Hal B. Wallis τον πρόσφερε αρχικά στον George Raft, που όμως είπε όχι επειδή δεν ήθελε να δουλέψει με έναν άπειρο σκηνοθέτη. Αυτή ήταν μία από τις αρκετές φορές που ο Raft αρνήθηκε κάποιον ρόλο σε ταινία που έμελλε να μείνει κλασική.
  • Ο Huston ήταν ευγνώμων που ο Bogart είπε γρήγορα το ναι, κι αυτή ήταν η αρχή μιας μακροχρόνιας φιλίας και συνεργασίας.
  • Πριν την έναρξη των γυρισμάτων, ο John Huston είχε σχεδιάσει κάθε δευτερόλεπτο της ταινίας με την παραμικρή του λεπτομέρεια. Είχε σημειώσει και υποδείξεις για τον εαυτό του, αλλά και ζωγραφίσει σκίτσα για κάθε σκηνή. Σημαντικό για εκείνον ήταν να ολοκληρώσει τη δουλειά μέσα στον προκαθορισμένο χρόνο, και να μην ξεπεράσει το διαθέσιμο μπάτζετ (κάτι που πέτυχε με ακρίβεια). Επιπλέον, είχε τόσο επιμελώς γράψει το σενάριο που δόθηκε στο καστ, που στις πρόβες δεν χρειάζονταν παρά ελάχιστη παρέμβαση του. Όλα αυτά απέδωσαν κι επί του μοντάζ, αφού δεν χρειάστηκε να κοπεί σχεδόν τίποτα από όσα είχαν γυριστεί. Όλα έγιναν τόσο ομαλά, που οι ηθοποιοί έβρισκαν χρόνο ενδιάμεσα ακόμα και για να διασκεδάσουν σε γκολφ-κλαμπ…
  • Ο Huston ήταν προσεκτικός κι επί όσων ίσως κόβονταν από τον διαβόητο κώδικα Χέιζ. Στο μόνο που έφερε ένταση ήταν στο ζήτημα του ποτού, αφού οραματίζονταν τον Σπέιντ ως γερό πότη.
  • Το αγαλματάκι με το Γεράκι της Μάλτας ήταν μια κατασκευή του γλύπτη Fred Sexton. Αυτός βάσισε τη δημιουργία του στο “γεράκι του Kniphausen”, ένα τελετουργικό αγγείο που δημιουργήθηκε το 1679 για τον κόμη Georg Wilhelm von Kniphausen της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
  • Λόγω της εμπορικής και καλλιτεχνικής επιτυχίας, η Warner Bros. έκανε άμεσα πλάνα για ένα σίκουελ, με τίτλο The Further Adventures of the Maltese Falcon, το οποίο θα αναλάμβανε και πάλι ο Huston την επόμενη χρονιά. Επειδή όμως οι απαιτήσεις του Huston ήταν πλέον υψηλές, κι επειδή μέλη του καστ δεν ήταν διαθέσιμα, το φιλμ δεν έγινε ποτέ.
  • Το 1942 μεταφέρθηκε στο ραδιόφωνο του CBS (με τον Bogart να παραμένει στον ρόλο του), ενώ την επόμενη χρονιά η κεντρική φωνή άνηκε στον Edward Arnold. Υπήρξε όμως και μια τρίτη μεταφορά, το 1943, όπου Bogart, Astor, Greenstreet και Lorre ήταν όλοι παρόντες. Αυτή η τελευταία εκδοχή επαναλήφθηκε το 1946, και διαρκούσε μόλις μισή ώρα.

Κριτικός: Γιώργος Ξανθάκης

Έκδοση Κειμένου: 11/11/2023

Το “Γεράκι της Μάλτας” θεωρείται σχεδόν ομόφωνα από κριτικούς και ιστορικούς ως ένας από τους θεμελιώδεις πυλώνες του φιλμ νουάρ. Οι βασικοί συντελεστές του μύθου που το περιβάλλει είναι τρία κορυφαία ονόματα από τον χώρο της λογοτεχνίας, του κινηματογράφου και της αμερικανικής κουλτούρας.

Ο πρώτος είναι ο Dashiell Hammett, ένας παραγωγικός αλλά καταραμένος συγγραφέας του πρώτου μισού του αιώνα, που μαζί με τους Raymond Chandler και James M. Cain, επινόησαν το είδος του σκληρού (“hard-boiled”) αστυνομικού μυθιστορήματος. Πριν γίνει συγγραφέας, ο Hammett είχε εργαστεί ως ιδιωτικός ντετέκτιβ για το διάσημο πρακτορείο Pinkerton, και οι προσωπικές του εμπειρίες επηρέασαν τα έργα του. Η γραφή του χαρακτηρίζεται από ένα στεγνό, ρεαλιστικό ύφος και από μια ροπή προς τη σκληρή απεικόνιση του αστικού υποκόσμου. Ο Hammett, που μετά τον πόλεμο έπεσε σε δυσμένεια λόγω του αλκοολισμού και της συμμετοχής του στο κομμουνιστικό κόμμα, είχε δημοσιεύσει μια παράξενη ιστορία το 1930, ιδιότυπη διασταύρωση παραμυθιού και θρίλερ, με ένα ανεκτίμητο αγαλματίδιο που από τον δέκατο έκτο αιώνα άλλαζε χέρια που συχνά βάφονταν στο αίμα για να το αποκτήσουν.

Το μυθιστόρημα  του Hammett είχε δύο ατυχείς διασκευές στο σινεμά («Τhe Maltese Falcon» – 1931 και «Satan Met a Lady» – 1936) πριν διαβαστεί από έναν νεαρό, ελπιδοφόρο σεναριογράφο που είχε αποφασίσει να γίνει σκηνοθέτης. Το όνομα του: John Huston, γιος του ηθοποιού Water Ηuston («Ο Θησαυρός της Σιέρα Μάντρε», 1948) και πατέρας της Angelica Huston («Η Τιμή των Πρίτζι», 1985). Ο Huston  είδε το όραμα του Hammett πιο καθαρά από τους Roy Del Ruth και William Dieterle, σκηνοθέτες των αποτυχημένων διασκευών, συνειδητοποίησε ότι η ιστορία αφορούσε όχι τόσο την ίδια την πλοκή όσο το χτίσιμο του κεντρικού χαρακτήρα, του Sam Spade. Αφού ο George Raft απέρριψε τον ρόλο, καθώς δεν εμπιστευόταν έναν άπειρο σκηνοθέτη, ο Huston στράφηκε στον ηθοποιό που θα καθιερωνόταν ως εμβληματικός πρωταγωνιστής του φιλμ νουάρ. Αναφερόμαστε ασφαλώς στον Humphrey Bogart, έναν τότε σχετικά άγνωστο 42χρονο, ήδη πρωταγωνιστή σε κάποιες ταινίες, αλλά μακριά από τον μύθο που θα τον καθαγίαζε στα επόμενα είκοσι χρόνια. Αν και σοβαρός επαγγελματίας, ο Bogart δεν είχε βρει ακόμη τον «ρόλο της ζωής του», αυτόν που θα μπορούσε να κάνει το ερμηνευτικό του ταλέντο να εκραγεί. Με μια διττή περσόνα που συνδυάζει έναν εξωτερικά άκαμπτο κυνισμό με μια εσωτερική συναισθηματική θέρμη, ο Sam Spade του Bogart είναι ο αρχετυπικός αντιήρωας του νουάρ. Ο Boggie μεταφέρει έξοχα την πολυπλοκότητα, τις αντιφάσεις και την ηθική ασάφεια του χαρακτήρα του με τρόπο που ουσιαστικά κανένας ηθοποιός της εποχής του δεν θα μπορούσε.

Γυρισμένο εξολοκλήρου σε εσωτερικούς χώρους, το «Γεράκι της Μάλτας» δείχνει ελάχιστα την πόλη του Σαν Φρανσίσκο. Αντίθετα η νευρική και ευέλικτη κάμερα απαθανατίζει τα βλέμματα, τα χείλη, τις γκριμάτσες και τους δηλητηριώδεις διαλόγους. Από τη μία η κινηματογράφηση του Arthur Edeson τονίζει τη διχοτόμηση φως-σκιά/καλό-κακό, από την άλλη η εξαιρετική δουλειά του σκηνογράφου Robert Haas και του ενδυματολόγου Orry Kelly συνθέτουν την οπτική πτυχή του «Γερακιού», που βρίσκεται ακριβώς στο μέσο της απόστασης μεταξύ του γερμανικού εξπρεσιονισμού και του αμερικανικού γκανγκστερικού φιλμ της δεκαετίας του 1930.

Η ιστορία ξεκινά με τον ιδιωτικό ντετέκτιβ Sam Spade (Bogard) να δέχεται την επίσκεψη της γοητευτικής Brigid O’Shaughnessy (Mary Astor), η οποία θέλει να τον προσλάβει για να παρακολουθήσει κάποιον Floyd Thursby. Το ίδιο βράδυ ο συνέταιρος του Spade, Miles Archer, πυροβολήθηκε, και λίγο αργότερα δολοφονήθηκε και ο Thursby. Ο Spade αποφασίζει να ρίξει φως στο θέμα και ανακαλύπτει ότι οι δύο φόνοι σχετίζονται με ένα πολύτιμο αγαλματίδιο με μορφή γερακιού. Το αγαλματίδιο αναζητά και μια ομάδα απατεώνων που ερμηνεύονται από εμβληματικούς ηθοποιούς των νουάρ: Peter Lorre, Sydney Greenstreet και ο αναπόφευκτος Elisha Cook Jr.

Η πλοκή λειτουργεί ως πρόσχημα για να τεθούν ηθικά διλήμματα, όχι μόνο στον ντετέκτιβ Spade, αλλά και στις γυναίκες και τους άντρες που περιστρέφονται γύρω από το μυστηριώδες γεράκι. Η θανατηφόρα κούρσα τους σε ένα άκαρπο κυνήγι θησαυρού συμβολίζει τη χειρότερη πλευρά της ανθρώπινης φύσης -την απληστία, τον άκρατο υλισμό που ακυρώνει τα άυλα πράγματα που δίνουν αξία στη ζωή. Μέχρι να συνειδητοποιήσουν ο Sam και η Brigid τι έχουν χάσει, είναι πολύ αργά και έχουν ήδη  καταστραφεί συναισθηματικά. Τουλάχιστον καταφέρνουν να ξεφύγουν από τη μοίρα των Gutman (Greenstreet) και Cairo (Lorre), των οποίων η μάταιη αναζήτηση θα συνεχιστεί για το υπόλοιπο της άσκοπης ύπαρξης τους.

Ο χαρακτήρας του Spade δεν είναι ήρωας με την κλασική έννοια του όρου, αλλά με τη συγκεκριμένη οπτική στο σύμπαν του Huston. Είναι ψυχρός, κυνικός και σκληρός. Όταν μαθαίνει ότι ο συνέταιρος του δολοφονήθηκε, ρωτά απλά «Πού;». Ωστόσο αν και τον αντιπαθούσε και είχε σχέση με τη γυναίκα του, ακολουθεί ενός είδους κώδικα αντρικής τιμής: «όταν ο σύντροφος ενός άντρα σκοτώνεται, υποτίθεται ότι θα κάνει κάτι γι’ αυτό». Δέρνει τον Cairo όχι μόνο επειδή πρέπει, αλλά επειδή είναι εμφανώς ομοφυλόφιλος, δίνοντας την ευκαιρία στον Lorre για μια θεσπέσια ατάκα: «Οι ιδιωτικές μας συνομιλίες δεν ήταν τέτοιες που να ανυπομονώ να τις συνεχίσω». Αργότερα, όταν ο καπετάνιος Jacoby (Walter Huston) μπαίνει στο γραφείο του και πεθαίνει, ο Spade λυπάται επειδή δεν έζησε λίγο περισσότερο, ώστε να προλάβει να τον ανακρίνει. Αλλά ούτε η αγάπη του για μια γυναίκα δεν μπορεί να αλλάξει τον τρόπο που σκέφτεται: «Ελπίζω να μη σε κρεμάσουν, από αυτόν τον γλυκό λαιμό… Το πιθανότερο είναι ότι θα τα βγάλεις πέρα με τη ζωή. Αυτό σημαίνει ότι αν είσαι καλό κορίτσι, θα είσαι έξω σε 20 χρόνια. Θα σε περιμένω. Αν σε κρεμάσουν, θα σε θυμάμαι πάντα».

Κρυμμένος πίσω από το πλατύ καπέλο του και τον καπνό αμέτρητων τσιγάρων, βοηθούμενος από την αίσθηση του χιούμορ και τα εξαιρετικά γρήγορα αντανακλαστικά, ο Spade προσεγγίζει την εγκληματική δράση με συναισθηματική αποστασιοποίηση, ή αν προτιμάτε με ψυχρή ενσυναίσθηση. Μόνο στο τέλος εκθέτει, με ένα κενό βλέμμα, τη φιλοσοφία του επαγγέλματός του αλλά και της ζωής του. Το τελικό νόημα είναι ότι υπάρχουν πράγματα που, είτε αρέσουν είτε όχι, ένας δίκαιος άνθρωπος πρέπει να τα ακολουθήσει μέχρι το τέλος: ο Sam δεν σεβόταν τον δολοφονημένο συνέταιρο του, αλλά το γεγονός ότι μοιραζόταν το ίδιο γραφείο για χρόνια τον αναγκάζει να φωτίσει την αλήθεια και να καταδικάσει τους ένοχους. Γι’ αυτό τον λόγο λοιπόν, στο τέλος χάνει τα πάντα, για μια ηθική επιλογή που έγινε σχεδόν ασυνείδητα. Για τον Huston σημασία έχει η κοινωνική σχέση, η εστίαση στην κατάσταση του ανθρώπινου συναισθήματος απέναντι στο εγκληματικό γεγονός. Και ενώ στις κλασικές γκανγκστερικές ταινίες η δράση υπερίσχυε της σκέψης, στο φιλμ νουάρ αυτή η συνθήκη αντιστράφηκε.

Ακόμη και σήμερα το όραμα του Huston στο «Γεράκι της Μάλτας» παραμένει συναρπαστικό και άκρως απολαυστικό. Και βέβαια μένει ανεξίτηλη εκείνη η τελική φράση, που θυμίζει Shakespeare, μέσα από την οποία ο πρωταγωνιστής ξεπερνά την πραγματικότητα του, τον μικρόκοσμο του, και απευθύνεται πέρα από τον φακό της κάμερας, στον ίδιο τον θεατή. Όταν το πολύτιμο αγαλματίδιο -για το οποίο πέθαναν τόσοι πολλοί, κοινότοποι και καθόλου πολύτιμοι- ορίζεται ως φτιαγμένο «από την ουσία που φτιάχνονται τα όνειρα», ο Huston αναγάγει την ταινία του σε κινηματογραφικό μύθο μέσα από τη μορφή του Bogard: ο Sam Spade έχασε τα πάντα, αλλά κέρδισε την αθανασία.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

25 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *