Ένα δεκατετράχρονο κορίτσι, η Σούζι Σάλμον, γυρνώντας από το σχολείο, τον Δεκέμβριο του 1973, πέφτει θύμα αποτρόπαιου βιασμού και στη συνέχεια δολοφονείται. Τώρα το κορίτσι, πλέον από το μυστηριώδες μεταβατικό εκείνο στάδιο μεταξύ γης και ουρανού, παρακολουθεί καθημερινά την οικογένειά της, που προσπαθεί μάταια να συμβιβαστεί με την απώλεια, αλλά και τους φίλους και τους γνωστούς της, διαπιστώνοντας τις επιπτώσεις που είχε η δολοφονία της σε κάθε έναν ξεχωριστά. Όταν καλείται να επιλέξει μεταξύ της επιθυμίας να εκδικηθεί τον δολοφόνο της και του να δει την οικογένειά της να προχωρά με κάπως επουλωμένες πληγές, το δίλημμα είναι τεράστιο.

Σκηνοθεσία:

Peter Jackson

Κύριοι Ρόλοι:

Saoirse Ronan … Susie Salmon

Stanley Tucci … George Harvey

Mark Wahlberg … Jack Salmon

Rachel Weisz … Abigail Salmon

Susan Sarandon … γιαγιά Lynn

Rose McIver … Lindsey Salmon

Michael Imperioli … ντετέκτιβ Len Fenerman

Reece Ritchie … Ray Singh

Charlie Saxton … Ronald Drake

AJ Michalka … Clarissa

Jake Abel … Brian Nelson

Tom McCarthy … διευθυντής Caden

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Fran Walsh, Philippa Boyens, Peter Jackson

Παραγωγή: Carolynne Cunningham, Peter Jackson, Aimee Peyronnet, Fran Walsh

Μουσική: Brian Eno

Φωτογραφία: Andrew Lesnie

Μοντάζ: Jabez Olssen

Σκηνικά: Naomi Shohan

Κοστούμια: Nancy Steiner

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: The Lovely Bones
  • Ελληνικός Τίτλος: Παραδεισένια Οστά

Σεναριακή Πηγή

  • Μυθιστόρημα: The Lovely Bones της Alice Sebold.

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για Όσκαρ δεύτερου αντρικού ρόλου (Stanley Tucci).
  • Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα δεύτερου αντρικού ρόλου (Stanley Tucci).
  • Υποψήφιο για Bafta πρώτου γυναικείου ρόλου (Saoirse Ronan) και δεύτερου αντρικού ρόλου (Stanley Tucci).

Παραλειπόμενα

  • Η Film4 Productions είχε αγοράσει τα δικαιώματα του βιβλίου της Alice Sebold το 2000, κι ενώ ήταν ακόμα μισογραμμένο. Το βιβλίο εντέλει κυκλοφόρησε το 2002. Μάλιστα, το στούντιο ήρθε άμεσα σε επαφή με τον Luc Besson, αν και το 2001 προσλήφθηκε για τη σκηνοθεσία και τη διασκευή σεναρίου η Lynne Ramsay. Το 2002, όμως, το Channel 4 έκλεισε τη Film4, έχοντας όμως στόχο να κάνει την ταινία. Τον επόμενο χρόνο, κι ενώ το μυθιστόρημα είχε γίνει μπεστ-σέλερ, η DreamWorks ήρθε σε διαπραγματεύσεις για συμπαραγωγή, μετά από προσωπικό ενδιαφέρον του Steven Spielberg. Σε αυτό το σημείο αποχώρησε η Ramsay, μια και το σενάριο της είχε μεγάλη απόκλιση από το αρχικό κείμενο. Από το 2004 μπήκε δυναμικά στο παιχνίδι και ο Peter Jackson με την εταιρία του, WingNut Films, με συνέπεια η ταινία να γίνει σε συνεργασία των τριών στούντιο.
  • Ο Stanley Tucci είχε πει ότι η σύζυγος του τον είχε προτρέψει να αρνηθεί τον ρόλο, μια και βρήκε το μυθιστόρημα πολύ ψυχοφθόρο.
  • Η συγγραφέας του βιβλίου είχε δηλώσει επίμονα πως ήθελε μια άγνωστη για τον ρόλο της Σούζι Σάλμον. Αφού επιλέχτηκε, με αυτό το κριτήριο, η Saoirse Ronan, προτάθηκε για Όσκαρ δεύτερου γυναικείου ρόλου (Εξιλέωση).
  • Ο Ryan Gosling ήταν ο αρχικός Σαμ, αλλά απολύθηκε λίγο πριν την έναρξη γυρισμάτων. Ο λόγος ήταν πως είχε πάρει κιλά και άφησε γένια για τον ρόλο, δίχως όμως πρώτα να το συζητήσει με τον Jackson. Και προφανώς, ο τελευταίος δεν ενέκρινε την πρωτοβουλία του. Πριν από αυτόν, ο Hugh Jackman είπε όχι στον ίδιο ρόλο.
  • Ο ίδιος ο Peter Jackson έχει ένα κάμεο ως άντρας με κάμερα σε φαρμακείο.
  • Μετά από τις δοκιμαστικές προβολές, ο δημιουργός γύρισε ξανά τη σκηνή του θανάτου του Χάρβεϊ, μια κι όπως ανέφερε δεν ήταν τόσο βίαιη ώστε να ικανοποιήσει το κοινό. Παρόλα αυτά, πρόσεξε να μην υπερβεί η ταινία το PG-13, ακόμα κι αν περιείχε κάποια βίαια στιγμιότυπα.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Ο Brian Eno συνδέθηκε με την ταινία μέσω της παραγωγού-σεναριογράφου Fran Walsh, που ήταν μεγάλη θαυμάστρια του. Κι ενώ ο -σύζυγος της- Jackson περίμενε απλά να του δανείσει κάποια θέματα για να γεμίσει ατμοσφαιρικά τα 70’s, εκείνος αντιπρότεινε να γράψει όλη τη μουσική.

Κριτικός: Σταύρος Γανωτής

Έκδοση Κειμένου: 4/3/2010

Ακόμα μια όμορφη ταινία από το τρομερό παιδί της Νέας Ζηλανδίας, αλλά με ένα μεγάλο μείον: είναι πιο πεζή νοηματικά κι από τον Κινγκ Κονγκ. Σαφής στόχος έπρεπε -και λογικά ήταν- να είναι η τραγικότητα του χαμού μιας αθώας ψυχής. Αντί αυτού, o Jackson εκμεταλλεύεται αυτή την αθωότητα για να την κάνει ντεκόρ σε ένα αστυνομικό θρίλερ. Το θρίλερ αυτό χάσκει πλοκής αφού είναι τρομερά κοινότυπο, κι εμείς χάνουμε την ευκαιρία δούμε έναν «ανήλικο» Αόρατο Εραστή, αφού όλος ο σεναριακός κορμός της ταινίας παραπέμπει εκεί. Το βιβλίο ήταν μπεστ-σέλερ; Εμείς την ταινία κοιτάμε…

Ο Jackson κάνει κάτι πολύ καλά κι αυτό είναι ο τρόπος που ρυθμίζει τις ταχύτητες του έργου, επιβάλλοντας έναν ημι-υπνωτιστικό ρυθμό κατάλληλο για το συγκεκριμένο θέμα. Πλάι σε αυτόν, υπάρχουν κάποιες φαντασμαγορικές εικόνες που θυμίζουν πως βλέπουμε Jackson κι όχι κάποιον τυχαίο. Χάνει όμως τους χαρακτήρες με τη χαλαρότητα που τους κοιτάει. Λόγω αυτού, η ταινία δεν παίρνει στροφές εσωτερισμού κι εμμένει στην επιφάνεια της, γινόμενη κάπως βαρετή από ένα σημείο και μετά. Στο φινάλε, φαντάζει να επιβάλεις στον εαυτό σου να πεις ότι σου άρεσε η ταινία, αλλά υπάρχει έντονο αυτό το κενό που δεν σε αφήνει να το εκφράσεις. Δεν μοιάζει, απόλυτα, να είναι η μεγάλη αποτυχία του Jackson (υπάρχει και το Κυνηγός Φαντασμάτων) αλλά κάτι σαν διάλλειμα από την επιτυχία.

Βαθμολογία:


Κριτικός: Σοφία Γουργουλιάνη

Έκδοση Κειμένου: 9/3/2010

Με αυτή του την ταινία, ο Peter Jackson μοιάζει να θέλει να επιστρέψει στο Heavenly Creatures και στην dark και ταυτόχρονα αθώα γοητεία. Φαίνεται όμως πως η μακρόχρονη θητεία του στα χολιγουντιανά στούντιο μάλλον κακό του έκανε παρά καλό στην προκείμενη περίπτωση. Φυσικά, το θέμα δεν είναι σε τι υπερέχει το Heavenly Creatures, αλλά σε τι υστερεί το The Lovely Bones. Kι αυτά είναι, δυστυχώς, αρκετά…

Αρχικά, έχει στα χέρια του άλλη μια ιστορία με απίστευτο βάθος, μια ιστορία που μιλά για παιδεραστία, για εκδίκηση, για ηθική δικαίωση. Κι όμως, ο Peter Jackson δεν ενδιαφέρεται για τίποτα από αυτά, το μόνο που μοιάζει να έχει σημασία είναι τα ειδικά εφέ και ο φανταστικός του κόσμος. Ακόμη και οι χαρακτήρες είναι ανεπτυγμένοι σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο, με αποτέλεσμα να ενσωματώνονται με το πλαίσιο και όχι την ουσία της ταινίας. Και δεν φταίνε οι καημένοι οι πρωταγωνιστές για τις μέτριες ερμηνείες τους, τι βάθος να δώσεις στον ρόλο σου όταν ο ίδιος ο σεναριογράφος το αγνοεί επιδεικτικά;

Πέρα όμως από αυτά, ακόμα κι ο περιβόητος αυτός φανταστικός του κόσμος αποτελεί την απόδειξη ότι τα ειδικά εφέ πρέπει να αντιμετωπίζονται με μέτρο. Δεν είπε κανένας ότι είναι άχρηστα. Μέτρο θέλουν κι αυτά. Κι ο σκηνοθέτης εδώ το έχει χάσει για τα καλά. Κι όχι δεν είναι απλά λίγο υπερβολικός, είναι ενοχλητικά αυτάρεσκος.

Πρόκειται για μια ταινία που το μόνο που μπορείς να της αναγνωρίσεις είναι ένας στοιχειώδης ρυθμός. Ναι, μπορώ να σας εγγυηθώ πως δεν θα βαρεθείτε. Πάντως αν δεν σας μένει και ιδιαίτερος χρόνος για κινηματογράφο, θα σας σύστηνα να επιλέξετε κάτι άλλο… Αν πάλι βλέπετε σχεδόν καθετί που προβάλλεται στις σκοτεινές αίθουσες, ε δείτε το κι αυτό…

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

26 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *