Ένας στριμμένος καθηγητής σε ένα αμερικανικό κολέγιο υψηλού κύρους, ο Πολ Χάναμ, υποχρεώνεται να παραμείνει στην πανεπιστημιούπολη κατά τη διάρκεια των χριστουγεννιάτικων διακοπών του, για να προσέχει λίγους σπουδαστές του, οι οποίοι δεν έχουν πουθενά αλλού να πάνε. Τελικά, αναπτύσσει μια απίθανη σχέση με έναν από αυτούς -έναν κατεστραμμένο, ιδιοφυή ταραχοποιό- και την αρχιμαγείρισσα του κολεγίου, η οποία έχασε μόλις τον γιο της στον πόλεμο του Βιετνάμ.

Σκηνοθεσία:

Alexander Payne

Κύριοι Ρόλοι:

Paul Giamatti … Paul Hunham

Dominic Sessa … Angus Tully

Da’Vine Joy Randolph … Mary Lamb

Carrie Preston … Lydia Crane

Andrew Garman … Δρ Hardy Woodrup

Gillian Vigman … Judy Clotfelter

Tate Donovan … Stanley Clotfelter

Brady Hepner … Teddy Kountze

Michael Provost … Jason Smith

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: David Hemingson

Παραγωγή: Bill Block, David Hemingson, Mark Johnson

Μουσική: Mark Orton

Φωτογραφία: Eigil Bryld

Μοντάζ: Kevin Tent

Σκηνικά: Ryan Warren Smith

Κοστούμια: Wendy Chuck

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: The Holdovers
  • Ελληνικός Τίτλος: Τα Παιδιά του Χειμώνα

Κύριες Διακρίσεις

  • Όσκαρ δεύτερου γυναικείου ρόλου (Da’Vine Joy Randolph). Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, πρώτο αντρικό ρόλο (Paul Giamatti), αυθεντικό σενάριο και μοντάζ.
  • Χρυσή Σφαίρα πρώτου αντρικού ρόλου (Paul Giamatti) σε κωμωδία/μιούζικαλ, και δεύτερου γυναικείου ρόλου (Da’Vine Joy Randolph). Υποψήφιο για καλύτερη ταινία (κωμωδία/μιούζικαλ).
  • Βραβείο Bafta δεύτερου γυναικείου ρόλου (Da’Vine Joy Randolph) και κάστινγκ. Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, σκηνοθεσία, πρώτο αντρικό ρόλο (Paul Giamatti), δεύτερο αντρικό ρόλο (Dominic Sessa) και σενάριο.

Παραλειπόμενα

  • Χρόνια εμπειρίας στο τηλεοπτικό σενάριο, αλλά για τον David Hemingson είναι η πρώτη φορά που υπογράφει ένα κείμενο για τη μεγάλη οθόνη.
  • Ντεμπούτο για τον Dominic Sessa.
  • Ο Alexander Payne συνέλαβε το στόρι παρακολουθώντας μια γαλλική ταινία της δεκαετίας του 1930, και ανέθεσε στον Hemingson το σενάριο. Σε αυτό όμως το σημείο δεν υπήρχε ακόμα κατά νου μια κινηματογραφική ταινία, μα ο πιλότος μιας τηλεοπτικής σειράς.
  • Όλα τα γυρίσματα έγιναν σε φυσικούς χώρους (Μασαχουσέτη), δίχως κανένα πλάνο σε στούντιο.
  • Γυρίστηκε με κάμερα ARRI Alexa Mini, και όλα όσα παραπέμπουν σε φιλμ δεκαετίας 1970 προστέθηκαν στο στάδιο του post-production.
  • Η ταινία ήταν έτοιμη με χρήματα της Miramax από τον Σεπτέμβριο του 2022 (έναν χρόνο πριν την επίσημη πρεμιέρα στο φεστιβάλ του Τελιρόιντ), όταν και έγινε ειδική προβολή στο φεστιβάλ του Τορόντο αναζητώντας διανομέα. Ήταν η Focus Features που αγόρασε τα δικαιώματα, πληρώνοντας 30 εκατομμύρια δολάρια.

Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης

Έκδοση Κειμένου: 24/1/2024

Ύστερα από το μάλλον άνισο εγχείρημα του «Μικρόκοσμου» αρκετά χρόνια πριν, ο Alexander Payne θυμάται ξανά όλα εκείνα τα συστατικά που έκαναν τις περισσότερες από τις περίφημες δραμεντί του τόσο όμορφες και γλυκόπικρες, μ’ ένα φιλμ φτιαγμένο για να αρέσει στο μεγαλύτερο ποσοστό του κοινού, αλλά που συγχρόνως διαθέτει ένα συγκροτημένο καλλιτεχνικό όραμα από πίσω και φαντάζει προσωπικό, όχι μια κυνική εκτέλεση συνταγής.

Πριν από οτιδήποτε άλλο, τα «Παιδιά του Χειμώνα» είναι ένας μικρός ύμνος στη συμπόνια και στην ανάγκη μιας βαθύτερης κατανόησης του άλλου, πέρα από τη στερεοτυπική εικόνα που αναπόφευκτα δημιουργείται μέσω των πρώτων εντυπώσεων. Αυτή η διαπίστωση δεν αφορά μονάχα τον πρωταγωνιστή του, Paul Giamatti, αλλά και τους άλλους δύο ήρωες της βασικής τριάδας της πλοκής, τον νεαρό Angus που κάτω από την επιφάνεια ενός εριστικού εφήβου κρύβει έναν ατομικό «σταυρό» με πολλές προεκτάσεις, όπως και τη Mary που καλύπτει το διαρκές, βαρύ πένθος της με ένα ψύχραιμο προσωπείο. Ταυτόχρονα η αυγή της δεκαετίας του 1970 για την Αμερική καταγράφεται εύστοχα ως ένα μεταβατικό στάδιο, με την πρόοδο και τη συντήρηση να βάζουν τα δυνατά τους στην παλαίστρα των ιδεών, αλλά και τον μέσο πολίτη της χώρας να προσπαθεί να κατανοήσει τη βαθύτερη ουσία της πρώτης έννοιας, η οποία φυσικά δεν βρίσκεται απλά στην υποτιθέμενα ακομπλεξάριστη αποδοχή καταστάσεων που μέχρι πρόσφατα βρίσκονταν στο πεδίο του ταμπού… Η τεχνική του Payne είναι όπως πάντα διακριτική, αφήνει περισσότερο χώρο στους ηθοποιούς του για να αναδειχτούν στον μέγιστο δυνατό βαθμό παρά στην επίδειξη κάποιας εξόφθαλμης βιρτουοζιτέ από τη δική του μεριά, παίρνοντας πάντα τον χρόνο του για να αναπτύξει τους χαρακτήρες μέσα από τις σελίδες του David Hemingson. Και όταν τα ζεστά συναισθήματα κάνουν πιο έντονη την παρουσία τους στην πορεία προς το κλείσιμο, εν είδει γλυκόπικρου απολογισμού για μια γενιά που κλείνει τον κύκλο της και μια καινούρια που καλείται να τα καταφέρει καλύτερα στο μέλλον, η αγαλλίαση έρχεται απολύτως φυσικά και όχι «με το τσιγκέλι», καθώς έχουν προηγηθεί ματαιώσεις και διαπιστώσεις με επίπονα διακυβεύματα που καθιστούν το επί της οθόνης δράμα τρισδιάστατο.

Εδώ κι εκεί μπορεί να εντοπίσει κάποιος μερικές πολιτικές νύξεις, όπως τον ελιτισμό που επικρατεί στην αμερικανική εκπαίδευση τόσο στο σχολείο όσο και στο πανεπιστήμιο ή τις ολέθριες συνέπειες της επιστράτευσης για το Βιετνάμ στην αφροαμερικανική κοινότητα. Η ματιά όμως των Payne και Hemingson είναι πρωτίστως ανθρώπινη με την ευρεία έννοια, και αυτή είναι μια αναμφίβολα σωστή απόφαση αν λάβει κανείς υπόψιν τις απαιτήσεις της ιστορίας που αφηγούνται.

Στην περίπτωση του πρωταγωνιστή του Giamatti μπορεί και να ισχύει το κλισέ «όσα έγιναν προηγουμένως οδήγησαν στρατηγικά σε αυτήν τη στιγμή», σε μια ερμηνεία που είναι το επιστέγασμα μιας σειράς πορτρέτων που στην πλειοψηφία τους συνδύαζαν αριστοτεχνικά πληθωρικότητα κι ευαλωτότητα, από το «Πλαγίως» μέχρι τον «Τρόπο του Μπάρνεϊ» και ακόμη παραπέρα. Εδώ ο ίδιος είναι σαν να προσαρμόζει αυτήν τη μανιέρα του εντός των πολύ συγκεκριμένων πλαισίων ενός προσώπου παρόμοιου και διαφορετικού με άλλα που έχει κληθεί να υποδυθεί στην καριέρα του, έχοντας και το βάρος μιας ωριμότητας που κατακτάται με το πέρας των λεπτών και οδηγεί από το γέλιο στη συγκίνηση με μαεστρικό τρόπο. Δεν πρέπει όμως να αδικηθούν τόσο η Da’Vine Joy Randolph που μετράει με προσοχή την κάθε εκδηλωτική της στιγμή και αγγίζει χωρίς να εκβιάζει για το δάκρυ, όσο και ο νεαρός Dominic Sessa που γρήγορα σπάει τα στερεότυπα του ρόλου του για να δώσει κάτι πολυδιάστατο και καλοδουλεμένο στον θεατή σε επίπεδο περιγραφής.

Ανεξάρτητα από το αν τελικά θα μαζέψουν κάποια πολυπόθητα Όσκαρ στο «σακί» τους, τα «Παιδιά του Χειμώνα» είναι μία από τις πιο γενναιόδωρες κινηματογραφικές στιγμές της σεζόν, μια ζεστή κούπα σοκολάτα για μια εποχή που ευνοεί κυρίως τον κυνισμό, ξεχνώντας ότι συχνά δεν είναι ισοδύναμος με την αληθινή σοφία…

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

13 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *