
Ύστερα από είκοσι χρόνια σε ένα νοσοκομείο, υποφέροντας από αμνησία, ένας εβραίος κουρέας επιστρέφει στην πατρίδα του. Εκεί όμως πολλά έχουν αλλάξει, καθώς ο παρανοϊκός δικτάτορας της Τομανίας, Αντενόιντ Χίνκελ, ο οποίος είναι ολόιδιος με αυτόν, σχεδιάζει να κατακτήσει τον κόσμο ξεκινώντας ταυτόχρονα μια μεγάλη εκστρατεία αντισημιτισμού. Όμως, η ομοιότητα του ντροπαλού κουρέα με τον μεγαλομανή δικτάτορα θα γίνει αιτία τρομερών παρεξηγήσεων…
Σκηνοθεσία:
Charles Chaplin
Κύριοι Ρόλοι:
Charles Chaplin … Adenoid Hynkel/ο μπαρμπέρης
Paulette Goddard … Hannah
Maurice Moscovitch … Κος Jaeckel
Emma Dunn … Κα Jaeckel
Jack Oakie … Benzino Napaloni
Reginald Gardiner … διοικητής Schultz
Henry Daniell … Garbitsch
Bernard Gorcey … Κος Mann
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Charles Chaplin
Παραγωγή: Charles Chaplin
Μουσική: Charles Chaplin, Meredith Willson
Φωτογραφία: Karl Struss, Roland Totheroh
Μοντάζ: Willard Nico, Harold Rice
Σκηνικά: J. Russell Spencer
Κοστούμια: Ted Tetrick
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: The Great Dictator
- Ελληνικός Τίτλος: Ο Σαρλώ Δικτάτωρ [αυθεντικός]
- Εναλλακτικός Ελλ. Τίτλος: Ο Μεγάλος Δικτάτωρ [επανέκδοσης]
- Εναλλακτικός Ελλ. Τίτλος: Ο Σαρλό Δικτάτορας [φεστιβάλ]
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για Όσκαρ καλύτερης ταινίας, πρώτου αντρικού ρόλου (Charles Chaplin), δεύτερου αντρικού ρόλου (Jack Oakie), αυθεντικού σεναρίου και μουσικής.
Παραλειπόμενα
- Πρώτη πλήρως ομιλούσα ταινία για τον Chaplin.
- Την εποχή που βγήκε το φιλμ, οι ΗΠΑ ήταν ακόμα σε ειρήνη με τη ναζιστική Γερμανία. Αυτή ήταν η πρώτη ταινία μεγάλου μήκους που σατίριζε τους ναζί.
- Τα γυρίσματα ξεκίνησαν τον Σεπτέμβρη του 1939, όπου από σύμπτωση ήταν ο μήνας της γερμανικής εισβολής στη Πολωνία, και μαζί η έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
- Ο Chaplin και ο Rene Clair βρέθηκαν σε προβολή του Ο Θρίαμβος της Θέλησης (1935), την ταινία ναζιστικής προπαγάνδας της Leni Riefenstahl. Ο μεν γάλλος δημιουργός τρομοκρατήθηκε από τη δύναμη της εικόνας, αλλά ο Chaplin είχε ξεκαρδιστεί στα γέλια. Πολλά στοιχεία του φιλμ χρησιμοποιήθηκαν στον Δικτάτορα, όπως οι κινήσεις του Χίτλερ.
- Σύμφωνα με τον Charles Chaplin Jr., γιο του δημιουργού, ο Chaplin είχε στοιχειωθεί από τις ομοιότητες με τον Αδόλφο Χίτλερ, πέρα από τις οπτικές. Είχαν γεννηθεί με διαφορά τεσσάρων ημερών, και αμφότεροι είχαν ξεκινήσει τη ζωή τους μέσα στη φτώχεια.
- Όπως επισημαίνει το αρχειακό ντοκιμαντέρ The Tramp and the Dictator, ο δημιουργός έστειλε μια κόπια στον ίδιο τον Χίτλερ, κι ένας αυτόπτης μάρτυρας επιβεβαίωσε ότι την είδε. Δεν υπάρχει καταγραφή για την άποψη του πάνω στο φιλμ, αλλά υπάρχει μαρτυρία ότι την παρακολούθησε δύο φορές.
- Αρκετές επιγραφές στο γκέτο της ταινίας είναι γραμμένες στη γλώσσα Εσπεράντο. Αυτό επιλέχθηκε επειδή η διεθνής αυτή γλώσσα ήταν καταδικασμένη από τον Χίτλερ ως μέρος της εβραϊκής συνωμοσίας που ήθελε την καταστροφή της γερμανικής κουλτούρας.
- Ήταν η πλέον εμπορική ταινία του Chaplin.
- Η βιβλιοθήκη Margaret Herrick στο Μπέβερλι Χιλς διατηρεί μια κόπια του αυθεντικού σεναρίου.
- Στην αυτοβιογραφία του το 1964, ο Chaplin γράφει ότι δεν θα έκανε ποτέ την ταινία, αν γνώριζε τότε την έκταση της θηριωδίας στα στρατόπεδα συγκέντρωσης των ναζί.
- Το 2011 έγινε η ψηφιοποίηση του αυθεντικού υλικού για το DVD και το Blu-ray.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Μόνο ο Meredith Willson αναγράφεται ως συνθέτης, αλλά όπως ο ίδιος αργότερα παραδέχτηκε, τα καλύτερα σημεία ανήκαν στον Chaplin.
Κριτικός: Γιώργος Ξανθάκης
Έκδοση Κειμένου: 10/8/2021
Ένας πράος εβραίος κουρέας (Charlie Chaplin) διασώζει έναν τραυματισμένο αξιωματικό, τον Schultz (Reginald Gardiner), την τελευταία ημέρα του 1ου Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά περνά σχεδόν 20 χρόνια υποφέροντας από αμνησία σε ένα νοσοκομείο. Όταν επιστρέφει στο γκέτο, έλκεται από την κόρη ενός γείτονα, τη Hannah (Paulette Goddard), αλλά μαθαίνει ότι η χώρα του, η Tomania, έχει γίνει δικτατορία και κυβερνάται από τον αδυσώπητο αντισημιτιστή Adenoid Hynkel (Chaplin), με τον οποίο έχει εντυπωσιακή ομοιότητα.
Ο Hynkel, ο μοχθηρός υπουργός του, Garbitsch (Henry Daniell), και ο ανόητος στρατάρχης Herring (Billy Gilbert) προετοιμάζουν εισβολή στο Osterlich. Ο Hynkel καλεί τον τύραννο μιας γειτονικής χώρας, τον Napaloni (Jack Oakie), σε μια προσπάθεια να τον εμποδίσει να εισβάλει εκείνος πρώτος. Εν τω μεταξύ, ο δυσαρεστημένος Schultz συνωμοτεί με τους Εβραίους του γκέτο για να οργανώσουν μια απόπειρα δολοφονίας του Hynkel…
Ο «Μεγάλος Δικτάτωρ» (1940) σηματοδότησε τον αποχαιρετισμό του Charles Chaplin στον «Σαρλό», του οποίου το μακροχρόνιο έπος ξεκίνησε το 1914 και τελείωσε στην αυγή του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου. Πρόθεση του Chaplin ήταν να ενημερώσει τον ελεύθερο κόσμο για ό,τι συνέβαινε στην Ευρώπη: την ανάπτυξη του φασισμού, την κλιμάκωση του μιλιταρισμού και τις επιθέσεις σε ευάλωτες εθνοτικές ομάδες. Ο ίδιος είχε την πεποίθηση ότι ένας από τους σημαντικότερους ρόλους του καλλιτέχνη είναι να ασχολείται με σημαντικά κοινωνικά ζητήματα και γεγονότα, και να παρουσιάζει τις ανησυχίες με τρόπο ειλικρινή, διαφωτιστικό και αμόλυντο από πολιτικό δόλο. Αυτό ήταν ένα γενναίο και επικίνδυνο εγχείρημα, αφού εκείνη την εποχή η Αμερική ήταν ιδιαίτερα προσεκτική ώστε να μη διαρρήξει τις σχέσεις της με τη Γερμανία, κυρίως για λόγους οικονομικού συμφέροντος. Παράλληλα στις Ηνωμένες Πολιτείες υπολογίσιμο ποσοστό του πληθυσμού είχε φιλοναζιστικά συναισθήματα, καθώς ήλπιζαν ότι ο Ηitler θα εξολοθρεύσει τον κομμουνισμό.
Το σημείο εκκίνησης για τον «Μεγάλο Δικτάτορα» ήταν η αξιοσημείωτη φυσική ομοιότητα μεταξύ του Chaplin και του Hitler. Οι δυο άντρες γεννήθηκαν με τέσσερις ημέρες διαφορά το 1889, προέρχονταν από φτωχή καταγωγή, είχαν ισχυρό εγωισμό και κυρίως κατέληξαν και οι δύο από τα πιο αναγνωρίσιμα πρόσωπα του εικοστού αιώνα. Δεν υπάρχει καλύτερη απεικόνιση της προαιώνιας διχοτόμησης της ανθρωπότητας σε «καλούς» και «κακούς» από την σύγκριση του αξιολάτρευτου κλόουν με τον αιμοδιψή και παράφρονα τύραννο. Ως εκ τούτου, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι ο Chaplin επέλεξε να ερμηνεύσει και τους δύο χαρακτήρες: του δικτάτορα και του ανώνυμου εβραίου κουρέα. Για να πετύχει αυτό το εκπληκτικό αποτέλεσμα, μελετούσε για πολλές ώρες πλάνα ειδήσεων με τον γερμανό καγκελάριο, ώστε να τον σατιρίσει μέσα από τη ρητορική και τον μανιερισμό του.
Στη ταινία υπάρχουν πολλές σκηνές που έχουν μείνει ανεξίτηλες στην κινηματογραφική ιστορία. Η σκηνή στο κουρείο με μουσική υπόκρουση μια Ουγγρική Ραψωδία· αυτή που ο Hynkel χορεύει μπαλέτο με μια υδρόγειο σφαίρα-μπαλόνι· ή εκείνη που κατά τη διάρκεια μιας παραληρηματικής ομιλίας του στα πλήθη, λυγίζουν τα μικρόφωνα.
Η ταινία τελειώνει με μια παθιασμένη έκκληση του Chaplin ώστε η ανθρωπότητα να εγκαταλείψει τον εγωισμό, τη μισαλλοδοξία και τον πόλεμο, και να συνεργαστεί για να χτίσει ένα αρμονικό μέλλον. Ο συγκλονιστικός αυτός μονόλογος, που εξέφραζε τον ιδεολογικό αναρχικό πασιφισμό του μεγάλου κωμικού, αποτέλεσε την αφορμή για να κατηγορηθεί ως κομμουνιστής στη μεταπολεμική, μακαρθική «μαύρη λίστα» των ανθρώπων της τέχνης και της διανόησης, με την κατηγορία ότι «συνέβαλαν στην προβολή του κομμουνισμού μέσα από τον κινηματογράφο».
Ο «Μεγάλος Δικτάτωρ» είναι ένα έργο σπάνιας ευφυΐας και θάρρους, μια αληθινή μαρτυρία αγάπης για τον άνθρωπο και την ελευθερία, μια απερίφραστη καταγγελία για κάθε μορφή φασισμού και μια αξεπέραστη ηθική πράξη στην κινηματογραφική ιστορία.
Πολλοί αναρωτιούνται για ποιο λόγο ο Chaplin είχε πολλαπλάσια οικουμενική και διαχρονική απήχηση από όλους τους άλλους μεγάλους κωμικούς. Μια εύλογη εξήγηση είναι ότι ενώ, για παράδειγμα, οι Laurel και Hardy έκαναν αστεία για να κάνουν τον κόσμο να γελά, ο Chaplin έκανε αστεία για να κάνει τον κόσμο καλύτερο. Και αυτό επειδή είχε πάντοτε εμφυτευμένη στο έργο του την κοινωνική και πολιτική συνείδηση.
Αυτή την ανεπανάληπτη λατρεία του κοινού για τον Chaplin πιστοποιεί με μια συγκινητική ανάμνηση του ο κορυφαίος κινηματογραφικός κριτικός Rogert Ebert: «…Το 1972, το Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας έκανε μια αναδρομή στο πλήρες έργο του Chaplin. Τη νύχτα λήξης, το αριστούργημά του, «Τα Φώτα της Πόλης» (1931), προβλήθηκε σε εξωτερικούς χώρους στην πλατεία του Αγ. Μάρκου. Τα φώτα ήταν σβηστά, οι ορχήστρες σίγησαν και η ταινία προβλήθηκε σε μια γιγάντια οθόνη για 10.000 θεατές. Όταν τελείωσε, και το τυφλό κορίτσι μπορούσε να δει ξανά, και συνειδητοποίησε ότι ο Σαρλό ήταν ο σωτήρας της, υπήρχε μεγάλη συγκίνηση. Στη συνέχεια, ένας μόνο προβολέας ξεπήδησε από το σκοτάδι και φώτισε ένα μπαλκόνι με θέα στην πλατεία. Ένας ηλικιωμένος άντρας υποβασταζόμενος βγήκε και μας έγνεψε. Δεν χειροκροτήσαμε αμέσως. Στεκόμασταν, ακόμα σιωπηλοί, με δέος. Η ησυχία κράτησε τρία ή τέσσερα δευτερόλεπτα, πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Και μετά επευφημήσαμε, χειροκροτήσαμε και φωνάξαμε “Τσάρλι!”»…
Βαθμολογία:
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 10/8/2021
Καλά, γίνεται μια ταινία να είναι ατόφια διασκεδαστική και ταυτόχρονα να ακολουθεί κατά γράμμα τη σκηνοθετική επιταγή ενός δημιουργού-καλλιτέχνη και όχι ενός στούντιο ψυχαγωγίας; Γίνεται να σε κάνει να γελάς, να επιστρέφεις στην πλέον αθώα σου υπόσταση, και την ίδια ώρα να σε πυροβολεί με πανανθρώπινα μηνύματα; Ναι, με το σινεμά του Chaplin όλα γίνονται, και είναι ένα σινεμά που αγαπάει ισάξια κάθε μικρός και μεγάλος κάτοικος αυτού του πλανήτη, αλλά και υποκλίνεται κάθε «σκληροπυρηνικός» μελετητής της τέχνης.
Ο Μεγάλος Δικτάτωρ δεν χρειάζεται να μπει σε κάποια ζυγαριά σύγκρισης με άλλα αριστουργήματα του Σαρλό, μια κι ανάμεσα σε αριστούργημα γενικά είναι κάπως περιττή η «εσωτερική διαμάχη». Η ουσία είναι ότι έχουμε κι εδώ ένα λαϊκό σινεμά που εξυψώνεται σε κομψοτέχνημα, ακόμα κι αν τείνει επικίνδυνα -στο απώτερο φινάλε του- να ακουμπήσει τα όρια του λαϊκισμού. Και ίσως να το «πετύχαινε», αλλά το φιλμ κυκλοφορεί πριν ο παγκόσμιος πολίτης αναλογιστεί το πλήρες και παγκόσμιο μέγεθος του ναζιστικού κινδύνου, κάτι που δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως κριτικό άλλοθι, αλλά άφοβη διορατικότητα (μην ξεχνάμε ότι το σενάριο γράφτηκε πριν καν την εισβολή στην Πολωνία).
Ο Chaplin μπορεί να κάνει «πλάκα» μέσα στα ερείπια, αλλά γνωρίζει ότι αυτό είναι το μοναδικό του υπερόπλο σε μια άνιση μάχη. Δημιουργεί εικόνες που ακόμα και μια ύπουλη προπαγάνδα δεν μπορεί να κρύψει στο υποσυνείδητο μας, οδηγώντας μας με ασφάλεια στο τελικό του λογύδριο. Εικόνες που χαλιναγωγούν το συναίσθημα και λειτουργούν σαν τον λέκτορα που ξεκινάει με κάτι χαλαρό για να κερδίσει την προσοχή του κοινού του. Αλλά και ως σάτιρα, η γελιοποίηση του Χίτλερ και του Μουσολίνι μπροστά σε ένα παγκόσμιο κοινό δεν ήταν απλά μια ευφυής ιδέα βγαλμένη από τραγούδια και γελοιογραφίες πονεμένων ήδη από το ράιχ λαών. Ήταν σημείο μηδέν για να εξανθρωπίσει στα μάτια του φοβισμένου λαού, ακόμα και του γερμανικού αν ήταν δυνατόν να δει το φιλμ, αυτούς που προσπαθούσαν με κάθε αθέμιτο μέσο να παρουσιαστούν ως ανίκητοι θεοί.
Ίσως η ιστορική σημασία της ταινίας του Chaplin να υπερβαίνει ακόμα και της καλλιτεχνικής του, αλλά η δεύτερη δεν μπορεί να θεωρηθεί επ’ ουδενί ξέχωρη της πρώτης. Σήμερα, 80 χρόνια αργότερα, είναι δυστυχώς ακόμα επίκαιρη, αφού υπάρχουν ακόμα «ανίκητοι θεοί» που φανερά ή λιγότερο φανερά έχουν αντικαταστήσει ανθρωπάκια όπως τον Χίτλερ και ονειρεύονται τα δικά του υπερβατικά όνειρα, στήνοντας συμμορίες ικανές για μεγάλα δεινά. Μα και ως κλασική κωμωδία να το εκλάβει κάποιος, έχουμε εκείνους του ψυχαγωγικούς κώδικες τούς τόσο διαχρονικούς, που δεν είναι τυχαίο το πόσο απασχόλησαν τον συγκεκριμένο αθάνατο καλλιτέχνη, που φοβόνταν να βάλει ήχο στις ταινίες του μήπως και κάπου-κάποιος έμενε στην απέξω…
Βαθμολογία: