Λος Άντζελες, 1946. Δύο αστυνομικοί, ο Λι Μπλάνσαρντ και ο Μπάκι Μπλέιχερτ, αναλαμβάνουν την έρευνα γύρω από τη δολοφονία της νεαρής ηθοποιού Ελίζαμπεθ Σορτ. Καθώς βυθίζονται όλο και περισσότερο στο μυστήριο του αποτρόπαιου εγκλήματος, ο ένας από τους δύο μαθαίνει ότι η φίλη του μπορεί να είχε σχέσεις με το θύμα, ενώ σύντομα θα ανακαλύψουν ότι η διαφθορά βρίσκεται μέσα στις τάξεις της αστυνομίας.

Σκηνοθεσία:

Brian De Palma

Κύριοι Ρόλοι:

Josh Hartnett … ντετέκτιβ Dwight ‘Bucky’ Bleichert

Scarlett Johansson … Katherine ‘Kay’ Lake

Aaron Eckhart … ντετέκτιβ Lee Blanchard

Hilary Swank … Madeleine Linscott

Mia Kirshner … Elizabeth Short

Mike Starr … ντετέκτιβ Russ Millard

Fiona Shaw … Ramona Linscott

Patrick Fischler … αντιεισαγγελέας Ellis Loew

James Otis … Dolph Bleichert

John Kavanagh … Emmett Linscott

Troy Evans … αστυνόμος Ted Green

Pepe Serna … Tomas Dos Santos

Angus MacInnes … αστυνόμος John Tierney

Rose McGowan … Sheryl Saddon

Rachel Miner … Martha Linscott

Richard Brake … Bobby DeWitt

Victor McGuire … αστυνομικός Bill Koenig

Gregg Henry … Pete Lukins

Jemima Rooper … Lorna Mertz

William Finley … George Tilden

Kevin Dunn … Cleo A. Short

Ian McNeice … ιατροδικαστής

k.d. lang … τραγουδίστρια κλαμπ

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Josh Friedman

Παραγωγή: Rudy Cohen, Moshe Diamant, Avi Lerner, Art Linson

Μουσική: Mark Isham

Φωτογραφία: Vilmos Zsigmond

Μοντάζ: Bill Pankow

Σκηνικά: Dante Ferretti

Κοστούμια: Jenny Beavan

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: The Black Dahlia
  • Ελληνικός Τίτλος: Η Μαύρη Ντάλια

Άμεσοι Σύνδεσμοι

  • Καυτές Μαρτυρίες (1981)

Σεναριακή Πηγή

  • Μυθιστόρημα: The Black Dahlia του James Ellroy.

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για Όσκαρ φωτογραφίας.
  • Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Βενετίας.

Παραλειπόμενα

  • Βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα του James Ellroy από το 1987, που με τη σειρά του παραπέμπει στην αληθινή υπόθεση δολοφονίας της ηθοποιού Elizabeth Short το 1947. Πρόκειται όμως επίσημα για μια υπόθεση που δεν λύθηκε ποτέ, με τον συγγραφέα να δημιουργεί δικούς του χαρακτήρες και να δίνει μια ολότελα προσωπική του εκδοχή για την ταυτότητα του ενόχου.
  • Πρώτος ο Ulu Grosbard το 1981 παρουσίασε μια ταινία σε μεγάλο βαθμό επηρεασμένη από τα γεγονότα του 1947, βασισμένη αυτή τη φορά σε μυθιστόρημα του John Gregory Dunne. Ήταν το True Confessions (Καυτές Μαρτυρίες), με πρωταγωνιστικό δίδυμο τους Robert De Niro και Robert Duvall.
  • Ο James B. Harris είχε αποκτήσει τα δικαιώματα του έργου του Ellroy λίγο μετά τη δημοσίευση του. Είχε σκοπό να γράψει το σενάριο αλλά και να το σκηνοθετήσει, μέχρι που το εγκατέλειψε. Ήταν η επιτυχία του Λος Άντζελες: Εμπιστευτικό (1997), βασισμένο κι αυτό σε βιβλίο του Ellroy, που έκανε τα μεγάλα στούντιο να ενδιαφερθούν για τον συγγραφέα. Ανάμεσα σε αυτά ήταν και η Universal, που αγόρασε άμεσα τη Μαύρη Ντάλια και προσέλαβε τον Josh Friedman για το σενάριο. Ο Friedman θα δηλώσει αργότερα πως εργάζονταν πάνω σε αυτό από το 1997 έως το 2005, και σε μια αρχική του μορφή προβλέπονταν κάμεο εμφανίσεις των Russell Crowe και Guy Pearce με τους ρόλους τους από το Λος Άντζελες: Εμπιστευτικό.
  • Το 1998, ο David Fincher ανάλαβε το σχέδιο, αλλά το έβλεπε ως μια 5ωρη μίνι σειρά για τη μικρή οθόνη, που θα είχε όμως μπάτζετ 80 εκατομμυρίων δολαρίων και μεγάλα ονόματα στο καστ (ο Josh Hartnett πάλι ως Μπάκι και ο Mark Wahlberg ως Λι, πλάι στις Julianna Margulies και Jennifer Connelly). Το σχέδιο αυτό θα εγκαταλειφθεί οριστικά όταν ο Fincher θα στραφεί στο Zodiac. Τότε το στούντιο επέλεξε τον Brian De Palma, και επέστρεψε την παραγωγή στη μεγάλη οθόνη.
  • Για τον Λι πέρασαν από υποψήφιοι οι: Michael Douglas, Johnny Depp, Gabriel Byrne και Billy Crudup. Για τον Μπάκι: Paul Walker, Stephen Dorff και Chris O’Donnell. Για την Ελίζαμπεθ Σορτ: Sherilyn Fenn, Fairuza Balk και Tiffani Thiessen. Η δε Gwen Stefani ήταν η πρώτη επιλογή του De Palma για την Κέι Λέικ, η Maggie Gyllenhaal για την Ελίζαμπεθ, ενώ για την Μαντλίν επέλεξε ανάμεσα και στις Eva Green (αρνήθηκε), Kate Beckinsale, Fairuza Balk και Rachel Bilson.
  • Η Mia Kirshner είχε προσληφθεί για να βοηθήσει στις οντισιόν, διαβάζοντας τον ρόλο της Ελίζαμπεθ που το ως τότε τελικό σενάριο δεν ήθελε να εμφανίζεται ποτέ επί της οθόνης. Εντυπωσίασε όμως τον De Palma, και έγιναν οι απαραίτητες αλλαγές στο κείμενο.
  • Ενώ ο σκηνοθέτης προτιμούσε το Παρίσι, τα εκτός ΗΠΑ γυρίσματα έγιναν στη Βουλγαρία και ήταν τα ακριβότερα ως τότε που είχαν γίνει ποτέ στη βαλκανική χώρα.
  • Το μοντάζ του James Horner ήταν στις 3 ώρες, αλλά μετά από απαίτηση των παραγωγών έπεσε στις 2. Ο James Ellroy, που ήταν κριτικά αντίθετος με το τελικό αποτέλεσμα, είχε δει την τρίωρη εκδοχή και είχε πει ότι ήταν κατά πολύ ανώτερη και πιο πιστή στο βιβλίο του.
  • Μόνο την ερμηνεία της Mia Kirshner ξεχώρισαν θετικά οι κριτικές, ενώ ακολούθησε παταγώδη αποτυχία στα ταμεία. Τα έσοδα των 49,3 εκατομμυρίων δολαρίων δεν κάλυπταν ούτε καν το μπάτζετ, που ήταν στα 50. Ως αποτέλεσμα αυτού, τα στούντιο “εξόρισαν” τον De Palma για τα καλά (ήταν και η τρίτη συνεχόμενη του αποτυχία), με τις επόμενες ταινίες του να χρηματοδοτούνται από ανεξάρτητους παραγωγούς.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Αρχικά είχε οριστεί ο James Horner να γράψει τη μουσική, αλλά αντικαταστάθηκε.

Κριτικός: Σταύρος Γανωτής

Έκδοση Κειμένου: 25/4/2024

Θα είναι πολύ κρίμα να είναι αυτή τελευταία ακριβή ταινία του Brian De Palma, ενός σκηνοθέτη που άξιζε πολύ περισσότερη υποστήριξη από το στουντιακό σύστημα, ακόμα και μετά από κάποιες απανωτές αποτυχίες.

Είναι όμως ηλίου φαεινότερο ότι παρότι εδώ προσπάθησε να κάνει ατόφιο νουάρ τοποθετημένο στην εποχή του, πέτυχε μια κακογραμμένη εκδοχή των Αδιάφθορων. Τίμησε δηλαδή εκείνη την εξαιρετική ποιότητα εικόνας που άξιζε Όσκαρ, μια απαιτητική δουλειά στον τομέα της ανασύστασης εποχής, αλλά το κείμενο είναι για σκίσιμο και γράψιμο από την αρχή. Αν και πάντα υπάρχει δυνατότητα το μυστήριο της αποτυχίας να λύνεται στη μία ώρα κομμένου υλικού, είναι τραγικό να ερχόμαστε στη σκηνή της κορύφωσης του μυστηρίου και τίποτα από όσα λύνονται δεν είχαν τεθεί ποτέ ως ερώτημα ή απλά είχαν κρυφτεί μέσα στον όλο συρφετό. Μια σκηνή που καταστεί τσάμπα κόπο την ως εκεί πορεία μας στο φιλμ, αν και το λογικό είναι να το είχε κάποιος εγκαταλείψει νωρίτερα.

Χωρίς να καταλαβαίνεις εάν φταίνε οι ερμηνείες ή οι τοποθετήσεις του De Palma αυτών επί του πεδίου, οι σκηνές που έχουμε κάτι το οπτικά αξιόλογο εναλλάσσονται με κιτς πόζες και κλισέ φράσεις. Μια φωτογραφική αντίληψη του νουάρ στο σήμερα, αλλά και κάτι που δεν ήταν χαμένο από χέρι, αν θυμηθούμε το Λος Άντζελες  Εμπιστευτικό. Το μέγα μπέρδεμα επί όσων όμως παρακολουθούμε έχει ξεκινήσει από νωρίς, αφού δεν ξέρουμε αν η ταινία θέλει να εστιάσουμε την προσωπική ιστορία των δύο αστυνομικών ή την υπόθεση της Μαύρης Ντάλιας. Τα κομμάτια αυτών των δύο συγκλίνουν μεν, αλλά με έναν τρόπο που δεν είναι ουσιώδης, κι ενώ το μυθιστορηματικό τρικ ότι έχουμε μια πιθανή εκδοχή μιας αληθινής ιστορίας, έχει χαθεί στον λαβύρινθο των τόσων προσωπικών λεπτομερειών, οι οποίες φυσικά, ελλείψει δίκης, δεν θα μπορούσαν να είναι γνωστές.

Τελικά η ταινία παραπέμπει περισσότερο σε μια κόμικ αντίληψης αναβίωση του παραδοσιακού νουάρ, μια φόρμα την οποία ο De Palma δεν είχε δουλέψει στο παρελθόν, αν και οι εργασίες του σε βίντεο-κλιπ θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως κάτι παραπλήσιο. Ίσως ήταν και η απέλπιδα προσπάθειά του να βρεθεί επιτέλους υποψήφιος για Όσκαρ, κι έτσι παραφόρτωσε την ταινία του με την «Άρτα και τα Γιάννενα». Όπως όμως και να ‘χει, είναι τόσο βαριά η κληρονομιά του, που και να ολοκληρώσει την καριέρα του σερί με αποτυχίες, πάντα θα κρατάει μια χρυσή θέση στις σινε-μνήμες μας.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

31 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *