
Η μπαλάντα ενός τραγουδιστή πιστολέρο που θα βρει τον δάσκαλο του. Ένας ληστής τράπεζας που τίποτα δεν του πάει όπως θα ήθελε. Ένας ιμπρεσάριος που μεταφέρει από πόλη σε πόλη τον σακάτη θεατρίνο του. Ένας γηραιός χρυσοθήρας που αναζητά και σε αυτή την ηλικία την απόλυτη φλέβα χρυσού. Μια νεαρή κοπέλα επιβιβάζεται με τον αδελφό της σε ένα απέραντο καραβάνι, με σκοπό να βρει τη μοίρα της. Πέντε επιβάτες μιας ταξιδιωτικής άμαξας που η μεταξύ τους κουβέντα θα είναι το λιγότερο απρόοπτη. Έξι μικρές ιστορίες, έξι διαφορετικές πτυχές της Άγριας Δύσης.
Σκηνοθεσία:
Joel Coen
Ethan Coen
Κύριοι Ρόλοι:
Tim Blake Nelson … Buster Scruggs
James Franco … ο ληστής
Liam Neeson … ο ιμπρεσάριος
Harry Melling … Harrison
Tom Waits … ο χρυσοθήρας
Zoe Kazan … Alice Longabaugh
Bill Heck … Billy Knapp
Grainger Hines … Κος Arthur
Tyne Daly … Κα Betjeman
Brendan Gleeson … Clarence
Jonjo O’Neill … Thigpen
Saul Rubinek … Rene
Chelcie Ross … ο κυνηγός
Willie Watson … The Kid
Clancy Brown … Joe
Stephen Root … ο ταμίας
Jefferson Mays … Gilbert Longabaugh
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Joel Coen, Ethan Coen
Παραγωγή: Ethan Coen, Joel Coen, Megan Ellison, Sue Naegle
Μουσική: Carter Burwell
Φωτογραφία: Bruno Delbonnel
Μοντάζ: Ethan Coen, Joel Coen
Σκηνικά: Jess Gonchor
Κοστούμια: Mary Zophres
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: The Ballad of Buster Scruggs
- Ελληνικός Τίτλος: Η Μπαλάντα του Μπάστερ Σκραγκς
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για Όσκαρ διασκευασμένου σεναρίου, κοστουμιών και τραγουδιού (When a Cowboy Trades His Spurs for Wings).
- Υποψήφιο για Bafta κοστουμιών.
- Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Βενετίας. Βραβείο σεναρίου.
Παραλειπόμενα
- Οι αρχικές αναφορές μιλούσαν για μίνι-σειρά έξι επεισοδίων, αλλά οι αδελφοί Coen επέμεναν να έχει την απόλυτη συνοχή.
- Επιμέρους, το All Gold Canyon βασίστηκε σε διήγημα του Jack London, και το The Gal Who Got Rattled σε αντίστοιχο του Stewart Edward White.
- Πρώτη ταινία των Coen που γυρίστηκε ψηφιακά.
- Μετά από μια γρήγορη πορεία σε φεστιβάλ, πήρε μια μικρή διανομή στις ΗΠΑ και κατέληξε άμεσα στη συνδρομητική πλατφόρμα του Netflix.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Όλα τα τραγούδια που ακούγονται είναι είτε παλιές συνθέσεις, είτε παραδοσιακά. Οι ερμηνείες, βέβαια, ανήκουν στους ηθοποιούς. Υπάρχει όμως κι ένα αυθεντικό, το When a Cowboy Trades His Spurs for Wings, με τις φωνές των Tim Blake Nelson και Willie Watson.
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 2/12/2018
Να πώς μάνι-μάνι το να γυρίζεις ταινία για τη συνδρομητική τηλεόραση δεν φαντάζει πλέον ως ξεπεσμός. Και πώς θα γινόταν άλλωστε όταν η υπογραφή που το κατοχυρώνει αυτό είναι δύο αδελφών που τα ονόματα τους έχουν συμβάλει τα μέγιστα για να κρατηθεί η ποιότητα στη σύγχρονη έβδομη τέχνη. Και δεν κάνουν «τσαπατσουλιές» ούτε εδώ, έχοντας κατά νου ότι δεν θα συναντηθούν με τη μεγάλη οθόνη, ίσα-ίσα που προσφέρουν μια cinemascope κοπής ταινιάρα. Μήπως όμως η συγκεκριμένη καμώθηκε έτσι ώστε να έχει την ικανότητα να κατακτήσει τους κριτικούς, αλλά να ατυχήσει στις «πληρωτέες» επιλογές του κοινού;
Φοβάμαι πως ναι, κάτι που ίσως γνωρίζουν καλύτερα από μένα οι ίδιοι οι Coen. Με την ίδια λογική που είχαν και στο «Ένας Σοβαρός Άνθρωπος», τα τρομερά αδέλφια από τη Μινεσότα πράττουν πρωτίστως για τον εαυτό τους, κι έπειτα για το κοινό. Μια παλιά τους συνήθεια, την οποία εδώ εξελίσσουν παντρεύοντας και τις δύο της εκδοχές. Και τη διασκεδαστική της («Ο Κύριος Χούλα Χουπ»), αλλά και την ποιοτική της («Inside Llewyn Davis»), θυσιάζοντας την απόλυτη συνοχή της ταινίας τους… καθαρά επειδή έτσι το ήθελαν. Γενικά, πετάνε έξω το κοινό που δεν τους αγαπάει ήδη, που δεν έχει ακολουθήσει την πορεία και τη λογική τους, απογοητεύοντας το οικτρά μετά το πέρας των δύο πρώτων από τις έξι μικρές ιστορίες που συνθέτουν το φιλμ.
Με μια βιαστική ματιά, ναι μιλάμε για τραγική ανισότητα. Δεν μπορείς να έχεις βάλει στο κλίμα τον θεατή για την καλύτερη σου καθαρή κωμωδία από την εποχή του Μεγάλου Λεμπόφσκι, κι έπειτα να γειώνεις σε όρια υπαρξισμού το όλο θέαμα. Και η ταινία έπειτα κυλάει ως το φινάλε της με μικρές εξάρσεις, αλλά μονάχα στιγμιαία επιστρέφει στο αρχικό της κλίμα.
Μα πότε όμως μια βιαστική ματιά είπε την αλήθεια, όταν ειδικά στην περίπτωση μας έχουμε κάτι το τόσο πολυσύνθετο. Με το πέρας, αισθάνεσαι ότι έχεις βιώσεις, έχεις αφουγκραστεί, έχεις μυρίσει ολόκληρη την Άγρια Δύση. Έχουν παρελάσει εμπρός σου όλες αυτές οι πτυχές που έχεις δει στα γουέστερν κατά κόρον, αλλά κι αυτές που ενώ ιστορικά είχαν ακόμα μεγαλύτερη σημασία από τις προβεβλημένες, είναι κι αυτές εδώ και παίρνουν τον χρόνο τους. Ο χρυσοθήρας με τον μονόλογο του, το μονότονο καραβάνι στο κενό τοπίο, οι τραγικοί κανόνες του θεάματος όταν έχεις για κοινό τόσο αμόρφωτους ανθρώπους. Και πλάι σε αυτά η βία, ο πιστολέρο, οι άγριοι ιθαγενείς, η λαϊκή σοφία, ο γάμος με έναν ουσιαστικά άγνωστο, η συχνή τραγωδία, το σαλούν, οι πόρνες, το πόκερ, η ταξιδιωτική άμαξα, ο κυνηγός, η κρεμάλα, η ληστεία τράπεζας… μη σας κουράζω, τα έχει όλα.
Οι Coen απλώνουν με τον δικό τους ιδιότυπο τρόπο όλα τους τα συναισθήματα για το άγριο παρελθόν της χώρας τους. Δεν αποτίνουν, όπως θα ήταν το κλισέ ή μια λάθος ερμηνεία, έναν ακόμα φόρο τιμής στα γουέστερν, αλλά νοσταλγούν και συνάμα ειρωνεύονται την καθημερινότητα τού τότε. Εξαντλούν το κινηματογραφικό τους κέφι μέσα στα δύο πρώτα σκετς, και ύστερα περισσότερο κοιτούν με πίκρα, παρά με δέος τους προγόνους τους. Σαν να αναζητούν και μέσα σε όλα αυτά τη θέση που ίσως θα καταλάμβαναν οι ίδιοι. Μάλιστα, αν με ρωτούσε κάποιος αν πιστεύω ότι εντέλει τη βρήκαν, θα ήταν αυτή του σακάτη θεατρίνου.
Εντέλει, δεν μιλάμε απλά για μια ταινία όπως τις συνηθισμένες. Η απόλυτη θησεία επί του ολοκληρωμένου ως χαρακτήρα έργου μειώνει τη δυναμική του. Αλλά είναι μια θησεία με αντίχτυπο, έναν αντίχτυπο που οι μελλοντικοί κινηματογραφιστές θα αποζητούν όταν θα θέλουν να παρουσιάσουν κάτι συλλογικό. Γιατί μπορεί αυτή η μπαλάντα να μοιάζει φάλτση, αλλά αυτό το φάλτσο συνέθετε το μοναδικό τραγούδι που θα ταίριαζε ποτέ στο Φαρ Ουέστ.
Βαθμολογία:
Πολύ ωραία ταινία. Βλέπεται ευχάριστα. Έχει, όμως, αρκετά βαθιά νοήματα που δεν τα "πιάνει" ο μέσος, αλλά ούτε και ο "ψαγμένος" τηλεθεατής. Οι περισσότεροι θα μείνουν απλά σε αυτό που βλέπουν. Συνιστώ σε όποιον δει την ταινία να διαβάσει μετά στο διαδίκτυο κάποια ανάλυση και ερμηνεία γι αυτό που είδε.