Ο θεατρικός σκηνοθέτης Κέιντεν Κοτάρντ ζει στη Νέα Υόρκη και η ζωή του είναι μάλλον άχαρη. Η γυναίκα του τον εγκατέλειψε για να ακολουθήσει το όνειρο της να ζωγραφίσει, και πήγε στο Βερολίνο παίρνοντας μαζί της και την κόρη τους, Όλιβ. Καθώς αντιμετωπίζει αυτή την κατάσταση στην προσωπική του ζωή, ο Κέιντεν προσπαθεί να φτιάξει μια ρέπλικα της Νέας Υόρκης μέσα σε μια αποθήκη που χρησιμοποιείται ως θεατρική σκηνή, για να λειτουργήσει ως στοιχείο της παράστασής του.
Σκηνοθεσία:
Charlie Kaufman
Κύριοι Ρόλοι:
Philip Seymour Hoffman … Caden Cotard
Samantha Morton … Hazel
Michelle Williams … Claire Elizabeth Keen
Catherine Keener … Adele Lack
Emily Watson … Tammy
Dianne Wiest … Ellen Bascomb/Millicent Weems
Jennifer Jason Leigh … Maria
Hope Davis … Madeleine Gravis
Tom Noonan … Sammy Barnathan
Robin Weigert … Olive Cotard
Deirdre O’Connell … Κα Bascomb
Jerry Adler … Κος Cotard
Lynn Cohen … Κα Cotard
Paul Sparks … Derek
Rosemary Murphy … Frances
Daniel London … Tom
Josh Pais … Δρ Eisenberg
Daisy Tahan … Ariel
Tim Guinee … ηθοποιός
Alice Drummond … ηθοποιός
Michael Higgins … ηθοποιός
Amy Wright … μεσίτρια
Elizabeth Marvel … μεσίτρια
Peter Friedman … γιατρός
John Rothman … οδοντίατρος
Frank Wood … γιατρός
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Charlie Kaufman
Παραγωγή: Anthony Bregman, Spike Jonze, Charlie Kaufman, Sidney Kimmel
Μουσική: Jon Brion
Φωτογραφία: Frederick Elmes
Μοντάζ: Robert Frazen
Σκηνικά: Mark Friedberg
Κοστούμια: Melissa Toth
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Synecdoche, New York
- Ελληνικός Τίτλος: Η Συνεκδοχή της Νέας Υόρκης
Κύριες Διακρίσεις
- Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Κανών.
Παραλειπόμενα
- Ήδη αναγνωρισμένος για τη δουλειά του ως σεναριογράφος, ο Charlie Kaufman υπογράφει για πρώτη φορά ως σκηνοθέτης μιας ταινίας.
- Η Sony Pictures Classics είχε προσεγγίσει το δίδυμο των Kaufman και Spike Jonze για μια ταινία τρόμου. Οι δυο τους ξεκίνησαν να το δουλεύουν, περισσότερο όμως συμπεριλαμβάνοντας πράγματα που τρόμαζαν τους ίδιους, παρά κάτι που θα έβλεπαν ως θρίλερ οι περισσότεροι. Αυτό επέφερε την εν λόγω ταινία, με τον Jonze να την αναλαμβάνει -όπως ήταν το φυσικό- σκηνοθετικά. Όταν όμως επέλεξε αντί αυτού να κάνει το Στη Χώρα των Μαγικών Πλασμάτων, ο Kaufman την πήρε όλη πάνω του. Ο Jonze παρόλα αυτά παρέμεινε ως παραγωγός.
- Πρωτότυπη είναι η ύπαρξη “θεατρικού σε θεατρικό” εντός της ταινίας, κάτι που οδήγησε κάποιους κριτικούς στο να το ορίσουν ως “mise en abyme”.
- Το επώνυμο του κεντρικού ήρωα είναι μια άμεση αναφορά στο σύνδρομο Κοτάρντ. Στη σπάνια αυτή πάθηση, ο ασθενής νομίζει ότι είτε είναι νεκρός, ή δεν υπάρχει, ή ότι παρακμάζει, είτε ακόμα ότι έχει χάσει όλο του το αίμα.
- Μια και η ταινία δυσκολεύονταν να βρει διανομή, η Sony Pictures Classics συμφώνησε δίχως να πληρώσει τίποτα στους δημιουργούς, και απλά απέδωσε κάποια ποσοστά στους χρηματοδότες της από τα κέρδη. Παράλληλα η διανομή στις ΗΠΑ ήταν εξαιρετικά μικρή, και με μπάτζετ 20 εκατομμύρια δολάρια, το φιλμ έκανε εισπράξεις μόλις 4,5.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Η Deanna Storey ερμηνεύει μια σειρά από τραγούδια που συνέθεσαν οι Charlie Kaufman, Jon Brion και η ίδια.
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 15/4/2009
Ότι ήταν θρασύς ο Charlie Kaufman, το είχαμε ήδη καταλάβει χρόνια. Τα σενάρια του είχαν το «κάτι», αλλά προσωπικά έβρισκα τις ταινίες ανολοκλήρωτες. Αυτό που ειλικρινά δεν περίμενα ποτέ από αυτόν ήταν ότι κρύβει μέσα του μία από τις πιο ελπιδοφόρες σινεφιλικές ψυχές των ΗΠΑ του σήμερα. Εδώ θέτει ως βάση, κρυφά ή φανερά, το 8 ½ του Federico Fellini και κινδυνεύει άμεσα να κάνει την απόλυτη «φάβα», ώσπου βγάζει τον δημιουργό από μέσα του. Κι όταν λέω βγάζει, εννοώ εκτοξεύει σαν ένα άλιεν από κοιλιά…
Εκεί που θα έλεγχα τον Kaufman είναι ότι μου έδωσε την ισχυρά εντύπωση πως είχε στον νου του μια αρχή, ένα γενικό νοηματικό πλάνο, αλλά όλα τα άλλα τα έβρισκε καθοδόν. Αφού προσπερνάει ένα σχετικά ανιαρό πρώτο μέρος, στο οποίο κινδυνεύει να γίνει φελινικό ανέκδοτο, η ταινία γίνεται ένας νοητός προάγγελος του Μπραζίλ του Terry Gilliam. Με κεντρική θεματική την προσωπική αποτυχία και τον αντίκτυπο της στις ζωές των άλλων, αναπτύσσει τον κεντρικό του χαρακτήρα ως έναν αντί-Κέιν, ικανό να καταστρέψει μια ολάκερη κοινωνία και να μην το πάρει ποτέ είδηση.
Εδώ ο Kaufman αυτοσχεδιάζει και κάνει ένα εντελώς δικό του σινεμά, που θέλω να το ξαναδώ και μάλιστα γρήγορα. Δεν κάνει καμία χάρη σε κανέναν, αλλά σε καλεί να δεις τον κόσμο μέσα από τη δική του πεποίθηση, τη δική του σημειολογία. Το τραγελαφικό συναντά το σουρεαλιστικό, και το ατόφιο δράμα αναπτύσσεται με καινούς όρους αντίληψης. Ο σκηνοθέτης παρατάσσει μια αποσπασματική αφήγηση, αρκεί να είναι συνεπής με την ισχυρή έννοια του πεπρωμένου. Δεν τον αφορά ένα σινεμά στο οποίο θα του ανήκουν τα ηνία, απλά ρίχνει ένα γεγονός και εξελίσσει τη δράση-αντίδραση σύμφωνα με ανώτερους νόμους. Αυτή η εννοιολογική συνέχεια τον κρατά συνεχώς όρθιο και καλλιτεχνικά. Εμπλουτίζει τις εικόνες του και τις σκηνές του με αντικείμενα και καταστάσεις που δεν είναι εύκολο να ελεγχτούν. Αντιπαραβάλει μια δόση τρέλας για να γεμίσει τα κενά και παρακαλάει να τη συμμεριστείς.
Ο Philip Seymour Hoffman μονάχα σατιρικά θα συγκρίνονταν με τον Marcello Mastroianni του 8 ½. Όμως, ο αμερικανός ηθοποιός ενσωματώνεται απόλυτα με το σύμπαν του Kaufman και μαζί του όλοι οι άλλοι ερμηνευτές, όπου λειτουργούν ως δορυφόροι ενός Ήλιου, που μετά από αλλεπάλληλες πυρηνικές εκρήξεις, οδεύει σε αυτο-ανατίναξη. Προσοχή όμως και θα επιμείνω πολύ σε αυτό: ο Charlie Kaufman θα αναγνωριστεί μελλοντικά και όχι από αυτή την πρώτη του σκηνοθετική δουλειά. Εδώ ενοχλεί αφόρητα, θυμίζοντας τον ίδιο του τον ήρωα, που είτε λατρεύεις είτε περνάς στο απέναντι πεζοδρόμιο. Είναι από τις λίγες περιπτώσεις «σκληρού» σινεφιλικού κινηματογράφου στις ΗΠΑ και ενώ κάτι αντίστοιχο είχαμε να δούμε από τα κατορθώματα του Κασσαβέτη. Αν επιμένετε να το δείτε, να βρίζετε αυτόν κι όχι εμένα, αφού δείχνει κιόλας να το αντέχει…
Βαθμολογία: