Styx
- Styx
- 2018
- Αυστρία
- Αγγλικά, Γερμανικά
- Δραματική, Περιπέτεια
- 11 Απριλίου 2019
Η Ρίκε, μια νεαρή γιατρός από την Ευρώπη, είναι η απόλυτη έκφραση του δυτικού μοντέλου ευτυχίας και επιτυχίας. Μορφωμένη, όλο αυτοπεποίθηση, αφοσιωμένη στους στόχους της κι αποφασισμένη να πετύχει, εργάζεται με εξαντλητικούς ρυθμούς στο πολύ απαιτητικό τμήμα των Επειγόντων Περιστατικών. Κάποια στιγμή, η Ρίκε αποφασίζει να εκπληρώσει το μεγαλύτερο όνειρό της, σαλπάροντας ολομόναχη με το ιστιοπλοϊκό της για τη Νήσο της Αναλήψεως, στον Ατλαντικό Ωκεανό, ώστε να έχει τον χρόνο να κάνει παράλληλα και ένα εσωτερικό ταξίδι. Μετά από μια άγρια καταιγίδα, το ιστιοπλοϊκό της καταλήγει κοντά σε ένα ακυβέρνητο παλιό αλιευτικό, φορτωμένο με εκατό περίπου μετανάστες που προσπαθούν απελπισμένα να της αποσπάσουν την προσοχή. Αν δεν δράσει γρήγορα, δεκάδες άνθρωποι θα πνιγούν, καθώς η βάρκα αρχίζει και βάζει νερά. Ειδοποιεί, αρχικά, την ακτοφυλακή που καθυστερεί υπερβολικά να επέμβει, παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις της, οπότε καλείται μόνη πλέον να αναλάβει δράση και να τους συνδράμει, μολονότι δεν μπορεί να τους περιθάλψει όλους στο μικρό ιστιοφόρο της. Διχασμένη ανάμεσα στη επιθυμία της να τους συνδράμει και στην επιταγή να συνεχίσει το ταξίδι της, η νέα γυναίκα βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα τραγικό δίλημμα.
Σκηνοθεσία:
Wolfgang Fischer
Κύριοι Ρόλοι:
Susanne Wolff … Rieke
Gedion Oduor Wekesa … Kingsley
Alexander Beyer … Paul
Inga Birkenfeld … Marie
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Wolfgang Fischer, Ika Kunzel
Παραγωγή: Marcos Kantis, Martin Lehwald
Μουσική: Dirk von Lowtzow
Φωτογραφία: Benedict Neuenfels
Μοντάζ: Monika Willi
Σκηνικά: Volker Rehm
Κοστούμια: Nicole Fischnaller
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Styx
- Ελληνικός Τίτλος: Styx
Κύριες Διακρίσεις
- Βραβείο οικουμενικής επιτροπής και Label Europa για το τμήμα Πανοράματος του φεστιβάλ Βερολίνου.
- Υποψήφιο για σκηνοθεσία, σενάριο και μοντάζ στα εθνικά βραβεία της Αυστρίας.
- Υποψήφιο για το βραβείο Lux του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου.
Παραλειπόμενα
- Στο 80 τοις εκατό του φιλμ δεν ακούγεται καθόλου διάλογος.
- Βασίζεται σε αληθινή ιστορία.
Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης
Έκδοση Κειμένου: 11/4/2019
Το θέμα του μεταναστευτικού αρκετές φορές δεν προσεγγίζεται με τη δέουσα προσοχή, πολλάκις αποτελώντας αφορμή για καταστάσεις συναισθηματικού εκβιασμού χωρίς μια επαρκή ανάλυση που να εμβαθύνει την προβληματική. Το «Styx», ευτυχώς, δεν αποτελεί μια τέτοια περίπτωση. Το βάρος των γεγονότων κατά τη διάρκειά του είναι αδιαμφισβήτητο, αυτά όμως εδράζονται σε ένα πλαίσιο τόσο ωμά ρεαλιστικό που δεν θα μπορούσε κάποιος να κατηγορήσει το φιλμ ότι καταφεύγει στο άγγιγμα ευαίσθητων χορδών προκειμένου να εκβιάσει τη συγκίνηση. Ίσα ίσα που ο ντοκιμαντερίστικος τρόπος καταγραφής και η εσκεμμένη απουσία μουσικής υπόκρουσης ενδέχεται να απωθήσει τη μερίδα του κοινού που ψάχνεται για ξέπλυμα δυσάρεστων συναισθημάτων που συνδέονται με την πραγματική ζωή μέσω της αποστασιοποιημένης παρακολούθησης. Η επιτυχία της ταινίας έγκειται στο ότι εστιάζοντας στο ατομικό επίπεδο χτίζει ένα προσωπικό δράμα και μια σειρά διλημμάτων αρκούντως καθηλωτικά ώστε να προκύψει μια συνθήκη αληθινά ενδιαφέρουσα και γεμάτη ένταση αλλά ταυτόχρονα κάνει και μια επιτυχημένη επαγωγή στο γενικό, κατορθώνοντας να αποτυπώσει τη γενική εικόνα εύστοχα μέσω μιας μεμονωμένης αφετηρίας. Ακόμη και όταν το ύφος φλερτάρει με τα χωράφια του δραματικού θρίλερ ποτέ δεν δίνεται η εντύπωση της ανειλικρίνειας ή της ανάρμοστης εκμετάλλευσης ενός αντικειμένου που χρήζει ειδικής μεταχείρισης, αντιθέτως, το όποιο σασπένς προκύπτει συμβάλλει στην πλήρη συνειδητοποίηση των διακυβευμάτων που υπάρχουν, δεν βρίσκεται στο μείγμα απλά και μόνο για να προσφέρει στον θεατή αγωνία εν είδει ενός ρόλερ κόστερ.
Η αφήγηση είναι ελαφρώς δύστροπη: η εναρκτήρια συμβολική σεκάνς με τους πιθήκους δεν έχει αντίστοιχή της για το υπόλοιπο της ταινίας και είναι πολύ πιθανό κάποιοι να κατηγορήσουν τον Wolfgang Fischer για στιλιστική ανομοιογένεια ενώ και η σκηνή που εισάγει την πρωταγωνίστρια θα μπορούσε να θεωρηθεί ως περιττή αν κάποιος δεν μπορέσει να εντοπίσει τους παραλληλισμούς που γίνονται με την ύστερη κατάσταση στην οποία βρίσκει τον εαυτό της. Το δε χτίσιμο μέχρι να έρθει η ώρα του «κυρίως πιάτου» της πλοκής που φέρνει στο μυαλό το «Όλα Χάθηκαν» λόγω της σχεδόν ολοκληρωτικής έλλειψης διαλόγων είναι ικανό να «πετάξει» αρκετούς απέξω. Καθεμία όμως από αυτές τις επιλογές έχει λόγο ύπαρξης πέρα από το να προσδώσει επιπρόσθετες στρώσεις χαρακτήρα στο σύνολο. Ακόμη κι αν ενίοτε η αλληγορία που χρησιμοποιείται παραείναι προφανής (για παράδειγμα η επίδειξη της ευημερούσας οικονομικής κατάστασης της ηρωίδας και κατά επέκταση ενός κομματιού της Ευρώπης μέσω των άφθονων προμηθειών μέσα στο σκάφος), ο τρόπος παρουσίασης των δρώμενων, με κινητήριες δυνάμεις την αφαιρετικότητα και τον ρεαλισμό, σε συνδυασμό με το πικρόχολο πολιτικό σχόλιο δεν αφήνουν ποτέ το τελικό αποτέλεσμα να ξεπέσει σε απανωτές αστοχίες.
Ο τρόπος ανάλυσης των προεκτάσεων του συγκεκριμένου ζητήματος, ενός εκ των πιο σοβαρών με τα οποία μπορεί να καταπιαστεί ένας κινηματογραφιστής σήμερα, έχει μια ακρίβεια και μια αμεσότητα που πολλές φορές απουσιάζει από τη μυθοπλασία που εμπεριέχει κοινωνικό προβληματισμό, δεν φλυαρεί και δεν αναλίσκει χρόνο απλώς σε έναν ρηχό ουμανισμό. Ο σκηνοθέτης χρωστάει πολλά και στη Susanne Wolff, η οποία είναι εδώ μια ξεκάθαρα ευρωπαϊκής αίγλης πρωταγωνίστρια, έχει ακριβώς το είδος της μανιέρας και των ξεσπασμάτων που θα περίμενε κανείς από τη συγκεκριμένη σχολή, φιλτραρισμένα όμως μέσω του δικού της ερμηνευτικού στίγματος που χαρακτηρίζεται από μια ευγενή εγκράτεια κι έναν δυναμισμό που ποτέ δεν φαντάζει «ζορισμένος». Αξιομνημόνευτη όμως είναι και η παρουσία του μικρού Gedion Oduor Wekesa έστω κι αν εμφανίζεται για μικρότερο χρονικό διάστημα, το πορτραίτο του έχει μέσα έναν τόσο οξυδερκή ρεαλισμό που περνάει από το μυαλό η σκέψη μήπως όσα καλείται να αποτυπώσει μέσω του παιξίματός του έχουν και μια βιωματική βάση για τον ίδιο. Κάποια προβλήματα υπάρχουν (για χάρη των μηνυμάτων θυσιάζεται μια ενδοσκόπηση στην κεντρική ηρωίδα τη στιγμή που υπήρχαν οι δυνατότητες και για ένα μίνι ψυχογράφημα), σε γενικές γραμμές όμως το «Styx» αποτελεί το θετικό δείγμα σινεμά που μπορεί να παράξει η Γηραιά Ήπειρος όταν αποφασίζει να κοιταχθεί στον καθρέφτη.
Βαθμολογία: