
Σανγκάη: Η Πόλη των Κατασκόπων
- Shanghai
- 2010
- ΗΠΑ
- Αγγλικά, Μανδαρινικά, Ιαπωνικά, Γερμανικά
- Αισθηματική, Αστυνομική, Γκανγκστερική, Δραματικό Θρίλερ, Εποχής, Κατασκοπική, Μυστηρίου, Νουάρ, Πολεμικό Δράμα, Πολιτικό Θρίλερ
- 31 Μαρτίου 2011
Δεκέμβριος του 1941. Θέλοντας να ερευνήσει τη δολοφονία του καλύτερού του φίλου, ο αμερικανός μυστικός πράκτορας Πολ Σόουμς φτάνει στη Σανγκάη, την οποία έχουν καταλάβει οι Ιάπωνες. Μια εβδομάδα πριν την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ και υπό την επίβλεψη ενός ιάπωνα πράκτορα, η έρευνα του Σόουμς τον οδηγεί σε έναν χαρισματικό τοπικό γκάνγκστερ και την όμορφη σύζυγό του, Άννα. Η γνωριμία του Σόουμς με την Άννα εξελίσσεται σε έναν παράνομο ερωτικό δεσμό όπου διακυβεύονται τα πάντα. Οι δυο τους πρέπει να δώσουν μια μάχη με τον χρόνο για να λύσουν το μυστήριο, πριν την κατάρρευση της πόλης.
Σκηνοθεσία:
Mikael Hafstrom
Κύριοι Ρόλοι:
John Cusack … Paul Soames
Li Gong … Anna Lan-Ting
Yun-Fat Chow … Anthony Lan-Ting
Jeffrey Dean Morgan … Conner
Ken Watanabe … λοχαγός Tanaka
Rinko Kikuchi … Sumiko
David Morse … Richard Astor
Franka Potente … Leni Muller
Hugh Bonneville … Ben Sanger
Gemma Chan … Shin Shin
Benedict Wong … Juso Kita
Christopher Buchholz … Karl Muller
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Hossein Amini
Παραγωγή: Donna Gigliotti, Mike Medavoy, Barry Mendel, Jake Myers
Μουσική: Klaus Badelt
Φωτογραφία: Benoit Delhomme
Μοντάζ: Peter Boyle, Kevin Tent
Σκηνικά: Jim Clay
Κοστούμια: Julie Weiss
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Αρνητική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Shanghai
- Ελληνικός Τίτλος: Σανγκάη: Η Πόλη των Κατασκόπων
Παραλειπόμενα
- Η Weinstein Co. είχε χτίσει σκηνικά τριών εκατομμυρίων δολαρίων στην Κίνα, και το 2008 όλα ήταν έτοιμα για τα γυρίσματα. Όμως η κυβέρνηση της Κίνας αποφάσισε να απαγορεύσει κάθε γύρισμα στη χώρα της, λίγες εβδομάδες πριν το προγραμματισμένο ξεκίνημα. Τελικά, η Σανγκάη των 1940 ανασυστάθηκε σε Λονδίνο και Ταϊλάνδη.
- Λίγο πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα, η ζωή της Franka Potente κινδύνεψε από κάποιον μανιακό. Επί αυτού, καθ’ όλη την παραγωγή τής αποκρίνονταν με ψευδώνυμο.
- Ο Johnny Depp ήταν υποψήφιος να παίξει.
- Μεγάλη εμπορική αποτυχία, παράλληλα με την καλλιτεχνική. Ενώ κόστισε 50 εκατομμύρια δολάρια, έβγαλε μόλις 9,2.
Κριτικός: Βασίλης Καγιογλίδης
Έκδοση Κειμένου: 24/9/2010
Λίγο σικέ το ιστορικό δράμα του Mikael Hafstrom, που με τις δραματουργικές πουτανιές του, τις καλά στημένες σεναριακές παγίδες και τις τυχοδιωκτικές μπλόφες, καταφέρνει να σώσει την ταινία από την τυχόν πολιτική υπεράσπιση, την ιστορική της κατρακύλα και την καθαρόαιμη πολιτική προπαγάνδα. Ο παμπόνηρος Σουηδός, που πριν λίγα χρόνια εξαπάτησε ακόμα και την ακαδημία, κάνει την καλύτερη ταινία της καριέρας του κι ας είναι κι αυτή μία γλυκιά απάτη.
Το Shanghai έχει δομή που μοιάζει με την εικόνα ενός ιστορικού παζλ, όμως πρόκειται για ψευδαίσθηση, αφού ο Hafstrom πετυχαίνει να πλέξει το χρονικό μίας ερωτικής ιστορίας, που γεννάται κατά τη διάρκεια της μεγαλύτερης παγκόσμιας πολεμικής σύρραξης. Δεν υπάρχουν υπερβολές, ούτε γρίφοι και δυσκολίες. Έχει ρομαντισμό, λίγη βία, αγγίζει το πολιτικό θρίλερ και ρέπει στο ιστορικό έπος. Δεν είναι όμως τίποτα απ’ όλα αυτά και αυτό του φαίνεται. Απλά ο δημιουργός του επιλέγει να κερδίσει κάτι από την αίγλη μεγάλων κλασικών παραγωγών του Χόλιγουντ και προσπαθεί πολύ σκληρά για να το πετύχει.
Εντούτοις η ταινία είναι ευκολονόητη και εκπέμπει μία ανατολίτικη γοητεία, που άλλοτε φτάνει στο αποκορύφωμα της μέσα από το βλέμμα της εξαφανισμένης Li Gong και άλλοτε πιάνει πάτο, όταν ο Hafstrom επιλέγει την λύση της εφετζίδικης οπτικής ή της σκηνοθετικής εξαπάτησης μέσω των λήψεων του, με μοναδικό σκοπό να καλύψει τα κενά του μπάτζετ και να καπελώσει την άρνηση της Κίνας για γυρίσματα στο έδαφος της. Ο Cusack είναι λιγάκι ξένος, σχεδόν ακαδημαϊκός σε αυτή τη πανούργα παραγωγή και δυστυχώς ρίχνει τον πήχη του φιλμ, όμως η ασιατική τριάδα σώζει την κατάσταση, βοηθώντας τον δημιουργό να ξεφύγει αρκετά από τα συνηθισμένα κλισέ τεχνάσματά του και τελικά να στήσει μία φούσκα ιστορικών προδιαγραφών, που κρατάει τα προσχήματα μέχρι το τέλος, ζυγίζει την αλήθεια και επιλέγει εσκεμμένα την ειρηνική δίοδο διαφυγής από το ιστορικό-πολιτικό τετράπτυχο Κίνας- Ιαπωνίας- Γερμανίας και Αμερικής. Το καλύτερο είναι ότι αυτή η φούσκα δε σκάει ποτέ, αφήστε που κάποιοι ούτε που θα το πάρουν χαμπάρι.
Βαθμολογία:
Κριτικός: Χάρης Καλογερόπουλος
Έκδοση Κειμένου: 26/3/2011
Δεν είναι κοινός τόπος, λίγοι έχουν κατά νου ότι μια από τις κύριες αιτίες της επίθεσης των Ιαπώνων στο Περλ Χάρμπορ ήταν ότι οι Αμερικάνοι τούς είχαν ανακόψει την προμήθεια πετρελαίου από την Μέση Ανατολή, κάτι που αναφέρεται «παρεμπιπτόντως» στο σενάριο αλλά αποτελεί σεναριακό κλειδί. Λίγο πριν, ένα μέρος του Ιαπωνικού στόλου στην Σαγκάη είχε εφοδιαστεί με βαριά πυρομαχικά και είχε κινηθεί προς άγνωστη κατεύθυνση. Κάποιος Αμερικανός πράκτορας εκεί, είχε μαζέψει πληροφορίες αλλά βρέθηκε νεκρός. Αυτό είναι το γενικό, το ευρύ πλαίσιο του φιλμ. Πιο εσωτερικά στην μυθοπλασία, έχουμε το κατασκοπικό θρίλερ και ακόμη πιο μέσα, στον πυρήνα, βρίσκουμε ένα κανονικότατο φιλμ νουάρ όπως ίσχυε στις δεκαετίες 1940 με 1950. Μάλιστα, στο τέλος προστίθεται ένα δραματικό κρετσέντο στην συνταγή, ανάλογο των μεγάλων επικών περιπετειών που κινούνταν στα πλαίσια του πολεμικού ή κατασκοπικού θρίλερ.
Η σκακιέρα περιλαμβάνει τον βασικό ήρωα, Αμερικανό κατάσκοπο Πολ Σομς (John Cusack) που υποκρίνεται τον φιλοναζί δημοσιογράφο και αναζητά το ποιος και γιατί σκότωσε τον φίλο του, την μοιραία Κινέζα Άννα Λαν Τινγκ (Gong Li) που είναι στην αντίσταση, τον σύζυγό της Άντονι Λαν Τινγκ (Yun-Fat Chow), παράγοντα της Σαγκάης που ισορροπεί τις εύθραυστες σχέσεις με τη ηγεσία των Ιαπώνων κατακτητών και ιδιαίτερα με τον αρχηγό της υπηρεσίας πληροφοριών τους, Τανάκα (Ken Watanabe). Η αφήγηση είναι καθαρή, η πλανοθεσία γλαφυρή, το ίδιο το θέμα σε κρατάει με ένα σταθερό κι όχι φρενήρη βηματισμό. Αφού τελειώσει, αντιλαμβάνεσαι ένα έλλειμμα. Δεν υπάρχει συγκίνηση και ταύτιση όπως με τα παλιά φιλμ νουάρ. Αν και οι τρεις Ασιάτες πρωταγωνιστές δίνουν σάρκα και οστά στους ρόλους τους, ο Cusack δεν καταφέρνει να περάσει μια «ηρωική» περσόνα, δεν γίνεται Μπόγκαρτ που γίνεται Μάρλοου, ούτε Ντέινα Άντριους ή όποιος άλλος, απλά διεκπεραιώνει τον ρόλο με συνέπεια, τίποτε περισσότερο. Κι αυτό είναι ένα πρόβλημα, γιατί το νουάρ δεν λειτουργεί ως στυλιζάρισμα–βιτρίνα για να περάσει ένα άλλο μήνυμα, πέρα από μια φιλοκινεζική ματιά πάνω στα πράγματα. Βασίζεται σε γενικές ιδέες, χωρίς κάποιο κλείσιμο του ματιού. Άρα το thrilling ήταν απαραίτητο.
Ωστόσο, το φιλμ διαθέτει γοητεία και βλέπεται με όρους ψυχαγωγικούς. Γιατί αν τα πρόσωπα και οι καταστάσεις δεν σε εξάπτουν, αυτό το καταφέρνει ο πραγματικός πρωταγωνιστής της ταινίας, που είναι η εξωτική Σαγκάη της εποχής, με το ανακάτεμα εθνοτήτων και τα πολλαπλά επικίνδυνα παιχνίδια που παίζονταν με σκηνικό τα καζίνο, τα εστιατόρια, τα σοκάκια, την βροχή, το μείγμα δύσης και Ανατολής στο ενδυματολογικό και συμπεριφερολογικό στυλ κ.λπ. Ο σκηνοθέτης Mikael Håfström, αν κοιτάξει κανείς την φιλμογραφία του, αποδεικνύεται επίσης παλαιάς κοπής γιατί οι διαφορετικές κατευθύνσεις του τον κατατάσσουν στο είδος του filmmaker.
Βαθμολογία: