Στη μεσαιωνική Ιαπωνία, όταν ένας ιδεαλιστής κυβερνήτης δεν υπακούει τις προσταγές του κυρίαρχου φεουδάρχη, η σύζυγος και τα δυο παιδιά του αφήνονται να επιβιώσουν μόνοι τους, με αποτέλεσμα να απαχθούν από ληστές. Η μητέρα πουλιέται ως πόρνη και τα παιδιά γίνονται σκλάβοι στο φέουδο του σκληρού επιστάτη Σάνσο, όπου μεγαλώνουν κάτω από απάνθρωπες συνθήκες.

Σκηνοθεσία:

Kenji Mizoguchi

Κύριοι Ρόλοι:

Kinuyo Tanaka … Tamaki

Kyoko Kagawa … Anju

Eitaro Shindo … Sansho

Yoshiaki Hanayagi … Zushio

Ichiro Sugai … υπουργός δικαιοσύνης

Ken Mitsuda … πρωθυπουργός Morozane Fujiwara

Masao Shimizu … Masauji Taira

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Fuji Yahiro, Yoshikata Yoda

Παραγωγή: Masaichi Nagata

Μουσική: Fumio Hayasaka, Kinshichi Kodera, Tamekichi Mochizuki

Φωτογραφία: Kazuo Miyagawa

Μοντάζ: Mitsuzo Miyata

Σκηνικά: Hisakazu Tsuji

Κοστούμια: Shima Yoshizane

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Sansho Dayu
  • Ελληνικός Τίτλος: Επιστάτης Σάνσο
  • Διεθνής Τίτλος: Sansho the Bailiff
  • Διεθνής Εναλλακτικός Τίτλος: Legend of Bailiff Sansho [ΗΠΑ]

Σεναριακή Πηγή

  • Διήγημα: Sansho Dayu του Ogai Mori.

Κύριες Διακρίσεις

  • Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Βενετίας. Αργυρός Λέοντας.

Παραλειπόμενα

  • Από τις πλέον κλασικές ταινίες του ιαπωνικού κινηματογράφου, μια κριτική πάνω στη φτώχεια και στη θέση των γυναικών σε μια κοινωνία σαν την ιαπωνική. Κλασικά έμειναν και τα πανοραμικά πλάνα, τα οποία ήταν περίτεχνα χορογραφημένα από τον διευθυντή φωτογραφίας Kazuo Miyagawa. Μάλιστα, ο Miyagawa είχε το ελεύθερο από τον Mizoguchi να χειρίζεται όπως θέλει την κάμερα του, άρα το κρέντιτ για τα πλάνα αυτά πηγαίνει σε αυτόν.
  • Βασίζεται σε διήγημα του 1915, αλλά κι αυτό με τη σειρά του σε έναν από τους πλέον δημοφιλείς φολκλορικούς μύθους της Ιαπωνίας.
  • Το 1961, είχαμε μια anime εκδοχή, το Anju and Zushiomaru.
  • Το 1993, ο Andrzej Wajda σκηνοθέτησε τη θεατρική εκδοχή, μετά από δουλειά που ξεκίνησε ο Terrence Malick.

Κριτικός: Γιώργος Ξανθάκης

Έκδοση Κειμένου: 7/6/2024

Από τη νεότητά του μέχρι και τον θάνατο του, ο Kenji Mizoguchi (1898-1956)  έζησε για τον κινηματογράφο, σφυρηλατώντας τον εαυτό του, μέσα από ένα έργο που είναι ταυτόχρονα συνεχές και γόνιμο, κατακτώντας το οικουμενικό μέσω της ατομικής μοναδικότητας. Από τους απλούς ανθρώπους του Τόκιο, τους οποίους απεικονίζει στα σύγχρονα θέματα του (τζεντάι-γκέκι), μέχρι τα ιστορικά θέματα του (τζιντάι-γκέκι) που αποπνέουν τη γοητεία του εξωτικού. Σε όλη τη διάρκεια της καριέρας του επικεντρωνόταν πάντα σε αυστηρά διαγραμμισμένους δραματουργικούς άξονες: σεισμικές πολιτισμικές αλλαγές στην ιαπωνική ιστορία, αχαλίνωτη εκμετάλλευση των γυναικών και των μη προνομιούχων τάξεων, άκαμπτοι κώδικες δεοντολογίας που δεν επέτρεπαν κανένα περιθώριο ευελιξίας.

«Αυτό που ήθελα ήταν να γίνω ζωγράφος, πραγματικός ζωγράφος…» έλεγε. Και πράγματι έκανε καλλιτεχνικές σπουδές σε μια ακαδημία, ενώ δούλεψε και ως σκιτσογράφος σε εφημερίδα. Αυτό το πάθος για τη ζωγραφική δεν θα τον εγκαταλείψει ποτέ και θα ξεχυθεί στις ταινίες του, όπου θα προσπαθήσει να δώσει σε κάθε λήψη οπτικό μεγαλείο και τέλεια σύνθεση του κάδρου αντάξια ενός καμβά. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο ίδιος ασχολήθηκε κυρίως με  την  εικαστική πτυχή των ταινιών του, αναθέτοντας τα υπόλοιπα  στο συνεργείο του.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, ο Mizoguchi ασπάστηκε τον βουδισμό και επηρεασμένος από αυτόν έφτιαξε τέσσερα διαδοχικά αριστουργήματα -«Η Ζωή της Οχάρου» (1952), «Ουγκέτσου Μονογκατάρι» (1953), «Επιστάτης Σάνσο» (1954), «Σταυρωμένοι Εραστές» (1954)- ως καλλιτεχνικές ενσαρκώσεις των βαθιών πνευματικών συναισθημάτων του.

Ο «Επιστάτης Σάνσο» βασίστηκε σε ένα διήγημα του 1915 του Mori Ōgai, το οποίο προήλθε από μια αρχαία ιαπωνική λαϊκή ιστορία του 14ου αιώνα που εμφανίστηκε αρχικά ως βουδιστικό κήρυγμα και στη συνέχεια ως θεατρικό έργο σε στυλ kabuki. Ο πιστός σεναριογράφος του Mizoguchi, Yoshikata Yoda, εισήγαγε στην πνιγηρά μελοδραματική ιστορία τον αποστασιοποιητικό ντετερμινισμό της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας, αποκρυσταλλώνοντας την καθαρότητα του συναισθήματος.

Το έργο διαδραματίζεται στη φεουδαρχική Ιαπωνία του 11ου αιώνα μ.X., σε μια εποχή που -όπως εξηγεί ο εισαγωγικός υπότιτλος- «η ανθρωπότητα δεν είχε ακόμη συνειδητοποιήσει την ανθρώπινη υπόσταση της». Αφηγείται τη τραγική ιστορία μιας οικογένειας ευγενούς τάξης που διαμελίστηκε από την πολιτική διαφθορά και την κοινωνική αδικία. Ο ενάρετος και δημοκρατικός κυβερνήτης Masauji Taira (Masao Shimizu) εξορίζεται εξαιτίας των προοδευτικών του απόψεων, αφήνοντας τη γυναίκα του, Tamaki (KinuyoTanaka), και τα ανήλικα παιδιά του, Zushio (Yoshiaki Hanayagi) και Anju (KyokoKagawa), απροστάτευτα. Στο οδυνηρό ταξίδι τους για να επανενωθούν μαζί του, προδίδονται και πωλούνται ως σκλάβοι. Η μητέρα πωλείται ως πόρνη ενώ τα παιδιά καταλήγουν να δουλεύουν σε απάνθρωπες συνθήκες για τον βάναυσο επιστάτη Sansho (Eitarô  Shindô). Ο Taro (Akitake Kono), ο γιος του Sansho, είναι τόσο αηδιασμένος από τη σκληρότητα του πατέρα του που τον εγκαταλείπει και γίνεται μοναχός. Η αφήγηση εξιστορεί τις επίμονες και επίπονες προσπάθειές των δυο παιδιών για ελευθερία, απονομή δικαιοσύνης και επανένωση με τους γονείς τους…

Ο Mizoguchi διαφέρει αισθητά από τους άλλους κορυφαίους ιάπωνες σκηνοθέτες, όπως ο πιο μεγαλεπήβολος Akira Kurosawa  ή ο πιο υπερβατικός Yasujiro Ozu. Προσεγγίζει το πρωτογενές υλικό του με καθαρά ιαπωνικές μεθόδους, με αρμονική καθαρότητα στα θέματα, το στυλ και την αισθητική του, που επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από τον ιαπωνικό πνευματισμό και την ιστορία, αλλά και από το στυλ του θέατρου Noh και Kabuki.

Ο «Επιστάτης Σάνσο» είναι ταυτόχρονα μια σαρωτική πολιτική καταγγελία αλλά και μια βαθιά προσωπική μελέτη για τα συναισθήματα, την αγωνία και την τραγωδία που προκαλεί στο άτομο η σύγκρουση με σκληρές παραδόσεις και ανελέητες εξουσίες. Το αποτέλεσμα είναι ένα συναρπαστικό έπος με βαθιά μηνύματα σε τρία επίπεδα: στο πνευματικό, στο πολιτικό, στο κοινωνικό.

Ο «Σάνσο» του τίτλου είναι ένα απίστευτα σκληρό ον, με αποτρόπαια εμφάνιση, που θεωρεί ότι κατέχει το δικαίωμα της ζωής και του θανάτου πάνω στους σκλάβους του. Ο Mizoguchi προσθέτει βάθος στον χαρακτήρα του, παρουσιάζοντάς τον όχι απλώς ως κακοποιό αλλά ως απότοκο ενός βαθιά διεφθαρμένου και αυταρχικού  συστήματος. Απέναντι του τοποθετεί έναν νεαρό άνδρα, που θα αψηφήσει τους νόμους της εποχής του και θα αντιταχθεί στη βαρβαρότητα. Η μεταλλαγή του νεαρού Zushio από εκδικητικό σκλάβο σε συμπονετικό και μεταρρυθμιστή ηγέτη ενσαρκώνει τη μεταμορφωτική δύναμη της ενσυναίσθησης και της ηθικής ακεραιότητας. Σε έναν κόσμο χωρίς ηθική, ο Mizoguchi δείχνει μια απελπισμένη και μοναχική σταυροφορία, καρπό ενός μακρού προσωπικού ταξιδιού.

Η καθαρή ευγλωττία των εικόνων και η καταιγιστική ανθρωπιά της ιστορίας δημιουργούν ένα  βαθιά συγκινητικό έργο που μαρτυρά την ανθεκτικότητα του ανθρώπινου πνεύματος και τη λυτρωτική δύναμη της αγάπης. Ο αβίαστος ρυθμός, η αριστοτεχνική χρήση των μεγάλων λήψεων και του μακρινών πλάνων από ψηλές γωνίες με τη ρευστή κίνηση της κάμερας του Kazuo Miyagawa, και η μινιμαλιστική παρτιτούρα του Fumio Hayasaka αναδύουν μια ελεγειακή ποίηση και οδηγούν προς έναν επίλογο που κατακλύζει τον θεατή με έναν συνδυασμό παράξενων και δυνατών συναισθημάτων.

Το φιλμ δημιουργεί μια θαυμαστή ισορροπία μεταξύ του τοπίου και των χαρακτήρων σε αυτό. Στη συγκλονιστική σκηνή της λίμνης, παρακολουθούμε την τελική θυσία ενός κοριτσιού που αφήνεται να επιστρέψει στην πρωτεϊκή μορφή ζωής -για να γλυτώσει από φριχτά βασανιστήρια-, με τα ομόκεντρα κύματα που παράγονται να μεταδίδουν το ρίγος της τραγικής πράξης. Ήττα του σώματος, αλλά θρίαμβος του πνεύματος.

Ο «Σάνσο» αποτελεί μια θριαμβευτική επιτομή του στυλ και των θεμάτων του Mizoguchi, τόσο ευρεία σε νοήματα, τόσο εξαίσια σε μορφή. Η καθολικότητα των κεντρικών της θεμάτων -οικογενειακή συνοχή, εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, καταπίεση και υποταγή των γυναικών- την καθιστούν προσιτή σε οποιοδήποτε κοινό, οποιασδήποτε εποχής, οποιουδήποτε τόπου. Είναι η πιο ουμανιστική ταινία του, που υποστηρίζει ότι ο ανθρωπισμός είναι ανίσχυρος χωρίς πολιτική, όπως και η πολιτική είναι άσκοπη χωρίς τον ανθρωπισμό. Άλλωστε στο πολύτιμο κειμήλιο της βουδιστικής «Θεάς του Ελέους» είναι χαραγμένα τα θεμελιώδη αξιώματά του φιλμ: «Όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ίσοι στον κόσμο και έχουν δικαίωμα στην ευτυχία» και «Ο άνθρωπος που δεν δείχνει οίκτο δεν είναι άνθρωπος».

Στον σκληρό πυρήνα της ταινίας κρύβεται η διαλογιστική αντίθεση μεταξύ «του δρόμου της φύσης» και του «δρόμου της χάρης» που εξελίσσεται σε μια τρομερή σύγκρουση μεταξύ της σωματικής-κτηνώδους φύσης και της πνευματικής-άυλης πλευράς του ανθρώπου. Κάτω από αυτό το πρίσμα ο «Επιστάτης Σάνσο» είναι ένας διαχρονικός και πανανθρώπινος μύθος που συναρπάζει, συγκινεί, και παρασύρει τον θεατή σε μια μελαγχολική ονειροπόληση, με τη γαλήνια και αρμονική τέχνη να αντιπαλεύει με το χάος και τη βία. Είναι μια ταινία που -μόλις δέκα χρόνια μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο- έδωσε ελπίδα στην ανθρωπότητα, με το φως της  καλοσύνης και της αγάπης να προσπαθεί να διαλύσει το πιο πηχτό σκοτάδι.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

14 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

1 Σχόλια

  1. ΑΕΛΑΡΑΣ 26 Ιουνίου 2024

    Σε έχω δει πρωτάθλημα να παίρνεις, σε έχω δει στη Γ' Εθνική, για μια ζωή ΑΕΛ θα με τρελαίνεις, για πάντα θα 'μαστε μαζί!!!