Άρωμα Ελευθερίας
- Rosewater
- 2014
- ΗΠΑ
- Αγγλικά
- Βιογραφία, Δραματική, Δραματικό Θρίλερ, Πολιτική, Πολιτικό Θρίλερ
- 06 Αυγούστου 2015
2009. Ένας δημοσιογράφος με έδρα το Λονδίνο, ο Μαζιάρ Μπαχαρί, βρίσκεται στο Ιράν και παίρνει μια συνέντευξη με θέμα τις προεδρικές εκλογές της χώρας. Αυτό θα ενοχλήσει ιδιαίτερα τους αξιωματούχους, και ο Μπαχαρί θα συλληφθεί και θα περάσει πάνω από εκατό ημέρες σκληρών ανακρίσεων και φυλάκισης. Την ίδια ώρα, πίσω στο Λονδίνο τον περιμένει η έγκυος σύζυγος του.
Σκηνοθεσία:
Jon Stewart
Κύριοι Ρόλοι:
Gael Garcia Bernal … Maziar Bahari
Claire Foy … Paola Gourley
Kim Bodnia … Javadi ‘Rosewater’
Haluk Bilginer … Baba Akbar
Shohreh Aghdashloo … Moloojoon
Dimitri Leonidas … Davood
Golshifteh Farahani … Maryam
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Jon Stewart
Παραγωγή: Gigi Pritzker, Scott Rudin, Jon Stewart
Μουσική: Howard Shore
Φωτογραφία: Bobby Bukowski
Μοντάζ: Jay Rabinowitz
Σκηνικά: Gerald Sullivan
Κοστούμια: Phaedra Dahdaleh
- Κυριότερη Προβολή στην Ελλάδα: Διανομή στις αίθουσες.
- Παγκόσμια Κριτική Αποδοχή (Μ.Ο.): Θετική.
Τίτλοι
Αυθεντικός Τίτλος: Rosewater
Ελληνικός Τίτλος: Άρωμα Ελευθερίας
Σεναριακή Πηγή
- Απομνημονεύματα: Then They Came for Me των Maziar Bahari, Aimee Molloy.
Παραλειπόμενα
- Η ταινία βασίζεται στην αληθινή ιστορία του ιρανο-καναδού δημοσιογράφου του Newsweek, Maziar Bahari, και είναι παρμένη από τα απομνημονεύματα του. Η ιρανική κρατική τηλεόραση κατηγόρησε ανοιχτά τον σκηνοθέτη ότι είναι κατευθυνόμενος από σιωνιστές κι εργάζεται για τη ΣΙΑ.
- Ο ίδιος ο Maziar Bahari κάνει ένα μικρό πέρασμα από το φιλμ, όπου βρίσκεται να κάθεται πλάι στην κάμερα, όταν ο “εαυτός” του μιλάει στην ιρανική τηλεόραση.
- Σκηνοθετικό ντεμπούτο για τον Jon Stewart, γνωστότερος ως παρουσιαστής στη σατιρική εκπομπή The Daily Show επί 16 χρόνια.
Εξωτερικοί Σύνδεσμοι
Κριτικός: Πάνος Αχτσιόγλου
Έκδοση Κειμένου: 30/7/2015
Δεν είναι δυνατόν να μη σε συγκινεί μια πραγματική ιστορία βασανισμού, άδικης φυλάκισης και στέρησης των βασικών ανθρώπινων δικαιωμάτων ενός πολίτη. Είναι επίσης πολύ δύσκολο να μένεις αμέτοχος όταν μπροστά στα μάτια σου εκτυλίσσονται σκηνές αδιάκοπου ψυχολογικού μαρτυρίου, αβάσιμων κατηγοριών και κατάφωρης λογοκρισίας. Ο προσωπικός γολγοθάς ανθρώπων που απλώς προσπάθησαν να καταγράψουν την επικαιρότητα, είναι συχνό φαινόμενο σε συγκεντρωτικές δικτατορίες, με το Ιράν να έχει μακρά ιστορία στη φίμωση της πληροφόρησης. Η πραγματικότητα, όμως, είναι πως μια απλή παράθεση των γεγονότων δεν φτάνει για να κάνει ένα φιλμ ελκυστικό. Αυτό ακριβώς συμβαίνει και με το συγκεκριμένο κινηματογραφικό εγχείρημα. Παρότι αφηγείται συγκλονιστικά αληθινά γεγονότα, δείχνει να κρατά μια αποστασιοποιημένη, σχεδόν φιλοσοφική οπτική χάνοντας την αίσθηση του επείγοντος. Δίχως τελικά να έχει μεγάλες προσδοκίες, μοιάζει να γοητεύεται τόσο πολύ από την αφήγηση της ιστορίας του, που ξεχνά να αποδώσει κινηματογραφικά, περιορίζοντας τις δραματικές του δυνατότητες με τρόπο που θα ταίριαζε περισσότερο σε τηλεταινία και όχι σε ολοκληρωμένο φιλμικό δημιούργημα.
Ο επί δεκατέσσερα χρόνια τηλεοπτικός παρουσιαστής του σατιρικού προγράμματος «The Daily Show», Τζον Στιούαρτ, σκηνοθετεί και διασκευάζει τα απομνημονεύματα του καναδού με ιρανικές ρίζες ανταποκριτή του Newsweek Μαζιάρ Μπαχαρί, ο οποίος βρέθηκε στο Ιράν κατά τη διάρκεια των προεδρικών εκλογών του 2009. Μέσα στο βιβλίο με τίτλο «And Then They Came For Me: A Family`s Story of Love, Captivity and Survival» περιγράφει τη σύλληψη και κράτησή του στις φυλακές Εβίν της βορειοδυτικής Τεχεράνης, με την ανυπόστατη κατηγορία της κατασκοπείας, για 118 ημέρες. Ο τίτλος της ταινίας προέρχεται από το κωδικό όνομα του βασανιστή του («Ροδόνερο»), παρότι αυτό δεν ακούγεται πουθενά και η αρχική σκηνή παραπέμπει στη βαριά μυρωδιά που άφηνε ο ίδιος επάνω στο δημοσιογράφο. Ο πασίγνωστος κωμικός (και φιλελεύθερη εικόνα της αμερικάνικης τηλεοπτικής σόου-μπιζ) δήλωσε ότι «η ώθηση για το φιλμ προήλθε βασικά από τα συναισθήματα ενοχής και εξιλέωσης γι` αυτά που συνέβησαν στον Μπαχαρί», αφού μια παλιότερη συνέντευξή του στην εκπομπή χρησιμοποιήθηκε ως απόδειξη ενοχής από τους καθεστωτικούς αστυνομικούς κατά τη σύλληψή του. Η ντοκιμαντερίστικη σκηνοθεσία, παίρνοντας ξεκάθαρη θέση, αναμιγνύει πραγματικό υλικό με πλάνα γυρισμένα στην Ιορδανία, περιγράφοντας παράλληλα τη μεγάλη ελπίδα απεμπλοκής από τον συντηρητικό κλοιό της τυραννικής κυβέρνησης Αχμαντινεζάντ, αλλά και την τεράστια απογοήτευση κι οργή που ακολούθησε τις ημέρες μετά το αμφισβητήσιμης εγκυρότητας αποτέλεσμα. Ο Μπαχαρί μετατρέπεται από πολιτικός σε πολεμικός ανταποκριτής μέσα στην ίδια του τη χώρα, αναζητώντας ταυτόχρονα τα όρια της πληροφόρησης, αλλά και την αληθινή ανάγκη των ανθρώπων για δημοκρατία και δίκαιη μεταχείριση. Η φυλακή και η απομόνωση μονοπωλούν τη δεύτερη πράξη του φιλμ, με τον Στιούαρτ να στέκεται εύστοχα στις εξωφρενικότητες και τους παραλογισμούς που χρησιμοποιούνται ως εργαλεία χειραγώγησης ενός δικτατορικού μηχανισμού, ο οποίος θεωρεί το «Θεώρημα» του Παζολίνι ή τους «Σοπράνος» ως πορνογραφικό υλικό. Οι ενδοσκοπικοί διάλογοι του πρωταγωνιστή με τον νεκρό πάτερα του (φυλακισμένο ως κομουνιστή από τον Σάχη) στο κελί της απομόνωσης αποτελούν ίσως τη μοναδική στιλιστική σκηνοθετική παρέμβαση στην κυνική αναπαράσταση των γεγονότων, οντάς ταυτόχρονα και οι πιο αξιομνημόνευτες σκηνές του φιλμ.
Ο μεξικανός Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ («Ημερολόγια Μοτοσικλέτας», «Babel») υποδύεται συμπαθητικά τον Μπαχαρί, το κρυφό όπλο όμως της ταινίας είναι το δίχως άλλο η ερμηνεία του δανού Κιμ Μπόντνια («Pusher») στον ρόλο του ανακριτή του, παρουσιάζοντάς τον ως ένα αντιπαραγωγικό προϊόν ενός διεφθαρμένου συστήματος. Σαν ένας σφιχτοδεμένος κόμπος φόβου, αποστροφής και χαμένης αυτοκάθαρσης, που αντλεί την οργή του εν μέρει κι από τις δικές του αξιολύπητες συνθήκες πλήρους αδυναμίας. Αυτό που καταφέρνει σε στιγμές είναι να σε κάνει να πέσεις στην παγίδα της αμφισβήτησης των ψυχολογικών βασανιστηρίων (η βία δεν είναι έκδηλη), ξεχώνοντας ότι ακόμη και η απλή στέρηση της ελευθερίας της έκφρασης αποτελεί -όπως πολύ εύλογα μας θυμίζει η καταληκτική σκηνή- βάρβαρη καταπάτηση των δικαιωμάτων του καθενός.
Ίσως ο χαρακτηρισμός του δυτικού συστήματος ενημέρωσης ως ελεύθερο κι αξιόπιστο να αποτελεί μια υπεραπλουστευμένη παραδοχή. Ίσως επίσης τα προσωπικά μαθήματα ζωής του πρωταγωνιστή να παραδίδονται διεκπεραιωτικά, χωρίς τη σφραγίδα κάποιου ιδιαίτερου σκηνοθετικού ύφους. Όμως, αυτή η ανθρώπινη μαύρη τραγικωμωδία παραμένει ικανοποιητική, προσφέροντας μεν ένα αίσθημα δικαίωσης στο καφκικό μαρτύριο του δημοσιογράφου, αλλά ταυτόχρονα θυμίζοντας όλους εκείνους τους ανθρώπους που δίχως την πολυτέλεια της διεθνούς προβολής βρίσκονται ξεχασμένοι στις φυλακές των απανταχού ολοκληρωτικών θρησκευτικών καθεστώτων.
Βαθμολογία: