
Όλοι αγαπάμε τους γονείς μας, αλλά να είμαστε ενήλικοι και να γυρίσουμε να ζήσουμε στο σπίτι τους, αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Η Στεφανί θα βιώσει αυτή την έντονη εμπειρία, αρχικά αντιμέτωπη με μια στοργική μα φορτική μητέρα, και έπειτα με τα αδέλφια της που βγάζουν όλη τη μνησικακία τους για παλιές υποθέσεις. Η οικογένεια δεν θα αργήσει να μετατραπεί σε εχθρικό έδαφος, σπαρμένο με απρόσμενες παγίδες και γεμάτο μυστικά.
Σκηνοθεσία:
Eric Lavaine
Κύριοι Ρόλοι:
Alexandra Lamy … Stephanie Mazerin
Josiane Balasko … Jacqueline Mazerin
Mathilde Seigner … Carole Bordier
Philippe Lefebvre … Nicolas Mazerin
Jerome Commandeur … Alain Bordier
Cecile Rebboah … Charlotte Murat
Didier Flamand … Jean Laborde
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Eric Lavaine, Hector Cabello Reyes
Παραγωγή: Vincent Roget, Jerome Seydoux
Μουσική: Fabien Cahen
Φωτογραφία: Francois Hernandez
Μοντάζ: Vincent Zuffranieri
Σκηνικά: Isabelle Quillard
Κοστούμια: Brigitte Faur-Perdigou
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Retour Chez Ma Mere
- Ελληνικός Τίτλος: Μαμά, Γύρισα!
- Διεθνής Τίτλος: Back to Mom’s
Άμεσοι Σύνδεσμοι
- Η Πεθερά Χτυπά την Πόρτα (2021)
Παραλειπόμενα
- Πετυχαίνοντας να κόψει πάνω από 2 εκατομμύρια εισιτήρια στη Γαλλία, και να το παρακολουθήσουν στην πρώτη του τηλεοπτική μετάδοση στο TF1 6,7 εκατομμύρια θεατές, το φιλμ “ζευγάρωσε” με ένα σίκουελ, το 2021.
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 14/7/2016
Οι Γάλλοι το συνηθίζουν τα τελευταία χρόνια να επιδίδονται σε θεατρικής κοπής κωμωδίες, που αν λάβουμε υπόψη τα ταμεία τους, μάλλον τους ίδιους τους ευχαριστούν. Αλλά, ποιοτικά, σχεδόν καμία από αυτές δεν έχει αποτελέσει μια αληθινά καθωσπρέπει κινηματογραφική πρόταση. Στην προκειμένη περίπτωση, ο Eric Lavaine δεν μπορεί να κριθεί κακός τεχνικά, βασικά ως προς το να προσαρμόσει το τηλεοπτικού τύπου «σανίδι» επί της μεγάλης οθόνης, μα το σενάριο είναι τόσο ρηχό που δεν σώζονταν με τίποτα. Αλλά, ευτυχώς, υπάρχει η αειθαλής Josiane Balasko που με τον γνωστό δικό της τρόπο ξεστομίζει τις πολλές αράδες που παρέχει το κείμενο, με μια χάρη και μια άνεση που προκαλεί εύκολα χαμόγελο. Είναι και η μόνη στο φιλμ που καταφέρνει να σε κερδίσει, παρότι και οι υπόλοιποι συγκεκριμένοι ηθοποιοί θα το κατάφερναν αυτό, αν τους δίνονταν η αληθινή ευκαιρία.
Το έργο δεν ξεκινάει άσχημα, έχει έναν καλό ρυθμό από «στόμα σε στόμα», αν και σε μας εύκολα θυμίζει αρκετά παραδείγματα παλιού ελληνικού σινεμά των 1960, στο λίγο πιο χαμηλόφωνο. Αλλά όταν μπαίνουμε στο κρίσιμο στάδιο του οικογενειακού δείπνου, από το οποίο απαιτούμε και λίγο ζουμί πέρα από την όλη πλάκα, δεν έχουμε ούτε ζουμί, αλλά ούτε και ιδιαίτερη πλάκα, με αιχμή ένα «ψεκάστε, τελειώσατε» φινάλε. Το φιλμ ποτέ δεν γοητεύει αληθινά, ούτε αφήνει μνήμες. Όλα κυλούν μονότονα, και επαφίεται στο κέφι του θεατή αν κάνει όρεξη το γαλλικού τύπου χαλαρό χιούμορ, που ναι μεν είναι σχετικά ασταμάτητο, αλλά το επίπεδο του είναι χαμηλότατο και τηλεοπτικής κοπής. Για θερινό σινεμά, κάτι πάει κι έρχεται, μια κι ένα γενικό επίπεδο παραγωγής υπάρχει, αλλιώς…
Βαθμολογία: