
Παράδεισος
- Ray
- Paradise
- 2016
- Ρωσία
- Ρωσικά, Γερμανικά, Γαλλικά, Γίντις
- Δραματική, Εποχής, Πολεμικό Δράμα
- 28 Σεπτεμβρίου 2017
Τελευταίες ημέρες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Τρεις άνθρωποι διασταυρώνουν τους δρόμους τους: η Όλγκα, μια ρωσίδα αριστοκράτισσα που έχει μεταναστεύει στη Γαλλία και συμμετέχει στη γαλλική αντίσταση, ο Ζιλ, ένας γάλλος συνεργάτης των Γερμανών, και ο Χέλμουτ, ένας υψηλόβαθμος αξιωματικός των SS. Ο Όλγκα συλλαμβάνεται σε επιδρομή, επειδή έκρυβε μικρά Εβραιόπουλα. Η υπόθεση της πέφτει στα χέρια του Ζιλ, ο οποίος ελκύεται από αυτήν και της υπόσχεται να είναι «μαλακός» αν κοιμηθεί μαζί του. Έπειτα, η Όλγκα βρίσκεται σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, όπου συναντά εκ νέου τον Χέλμουτ, ο οποίος ήταν κάποτε ερωτευμένος μαζί της και ακόμα τρέφει συναισθήματα.
Σκηνοθεσία:
Andrey Konchalovskiy
Κύριοι Ρόλοι:
Yuliya Vysotskaya … Olga
Christian Clauss … Khelmut
Philippe Duquesne … Zhyul
Peter Kurth … Hans Krause
Jakob Diehl … Fogel
Viktor Sukhorukov … Heinrich Himmler
Vera Voronkova … Roza
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Andrey Konchalovskiy, Elena Kiseleva
Παραγωγή: Florian Deyle, Andrey Konchalovskiy
Μουσική: Sergey Shustitskiy
Φωτογραφία: Aleksandr Simonov
Μοντάζ: Sergey Taraskin, Ekaterina Vesheva
Σκηνικά: Irina Ochina
Κοστούμια: Dmitriy Andreev, Vladimir Nikiforov
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Ray
- Ελληνικός Τίτλος: Παράδεισος
- Διεθνής Τίτλος: Paradise
Κύριες Διακρίσεις
- Καλύτερη ταινία, σκηνοθεσία και γυναικεία ερμηνεία (Yuliya Vysotskaya) στα ρωσικά εθνικά βραβεία Nika. Υποψήφιο για ακόμα 2.
- Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Βενετίας. Βραβείο σκηνοθεσίας.
- Επίσημη πρόταση της Ρωσίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ. Έφτασε ως τα 9 επικρατέστερα.
Παραλειπόμενα
- Κινηματογραφικό ντεμπούτο για τον Christian Clauss
Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης
Έκδοση Κειμένου: 26/9/2017
Ο παράδεισος στον οποίο αναφέρεται ο τίτλος του νέου, βραβευμένου στο Φεστιβάλ Βενετίας του 2016 πονήματος του Andrei Konchalovsky, που τη μία στιγμή μπορεί να γυρίζει κάτι εκπληκτικό σαν το “Runaway Train” και την άλλη να αναλώνεται σε πρότζεκτ ταχείας κατανάλωσης και αμφίβολης καλλιτεχνικής ποιότητος όπως το “Tango & Cash” ή το πιο πρόσφατο “The Nutcracker in 3D”, έχει διττή σημασία στο σενάριο.
Η μία εξ αυτών αφορά το όραμα του γερμανικού εδαφικού επεκτατισμού και την υλοποίηση μιας Άριας κοινωνίας σύμφωνα με τις βλέψεις του Hitler που περιγράφεται από το χαρακτήρα του Helmut, που υποδύεται με ανατριχιαστικά ψυχρή ακρίβεια ως προς την αποτύπωση της ψυχολογίας μιας τεράστιας λαϊκής μάζας εκείνης της περιόδου ο Christian Clauss, ως παράδεισος επί της Γης. Η άλλη έχει κυριολεκτική σημασία η οποία αποκαλύπτεται στο κλείσιμο και στηρίζεται πάνω και στο κεντρικό εύρημα του φιλμ, που βάζει τους τρεις βασικούς ήρωες του (τον κατακτητή, το συνεργάτη του κατακτητή και την αντιστεκόμενη) να «ανοίγονται» λεπτομερώς σε έναν εκτός κάδρου τρόπον τινά εξομολογητή ή ανακριτή. Όπως τη δική του σημασία έχει η χρήση του ασπρόμαυρου, που πέρα από την καλαισθησία, αναφέρεται και στην ίδια την ουσία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ως μια απολύτως ξεκάθαρη μάχη μεταξύ Καλού και Κακού, που μεταφράζεται και στο δίπολο του Helmut και της Olga.
Δεν είναι τυχαίο ότι οι δύο προαναφερθείσες φιγούρες γύρω από τις οποίες περιστρέφεται όλο το δράμα είναι αριστοκρατικής καταγωγής, η μεν Olga περιθωριοποιημένη κι εκτοπισμένη από την πατρίδα της λόγω της θέσης που επιφύλασσε για τους εκπροσώπους του παλαιού καθεστώτος η Οκτωβριανή Επανάσταση, ο δε Helmut ζώντας ξανά στιγμές (εικονικού, κάλπικου στην πραγματικότητα) μεγαλείου του μακρινού παρελθόντος εποχών Bismarck, νιώθοντας πως παίρνει εκδίκηση για αυτό που κατάντησε να είναι η χώρα του μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ένα κράτος παρίας που αδυνατεί να προσφέρει ακόμη και τα βασικά στους πολίτες του. Ο έκπτωτος αναλαμβάνει το ρόλο του φιλεύσπλαχνου και ο ισχυρός εκείνον του αδυσώπητου δυνάστη. Υπάρχει βέβαια και η φυλετική ερμηνεία, με το θήλυ να είναι δοτικό, πρόθυμο να σώσει και να φροντίσει κατατρεγμένους, ακόμη και να προσφέρει σεξουαλική ανακούφιση και το άρρεν να συσσωρεύει αρειμανίως αξιώματα, εξουσία κι επιρροή διεκδικώντας ό,τι μπορεί να το φέρει πιο κοντά σε ένα ψευδοεπιστημονικό πρότυπο. Η δυαδικότητα που διατρέχει το σενάριο είναι εκπληκτικά καλοδουλεμένη, και ακόμη κι αν όσα διαδραματίζονται μπορεί να φαίνονται ελαφρώς σχηματικά σε ορισμένες στιγμές, η δύναμη που κουβαλούν οι διαχρονικοί συμβολισμοί είναι τέτοια που δεν μπορεί κανείς παρά να αφεθεί στο ποτάμι του ειρμού του αισίως ογδοντάρη Ρώσου σκηνοθέτη.
Σίγουρα ωστόσο το τελικό αποτέλεσμα δεν θα είχε το συναισθηματικό αντίκτυπο που αποκτά στο εξαιρετικά συγκινητικό κι ελπιδοφόρο φινάλε του αν δεν διέθετε ως πρωταγωνίστρια τη Yuliya Vysotskaya, σύζυγο του Konchalovsky. Όχι μόνο ο ρόλος της είναι πολυδιάστατος αλλά και η ερμηνεία της ανταποκρίνεται σε αυτήν την πολυπροσωπία. Πότε στοργική σαν μητέρα, πότε ευάλωτη σαν κόρη, πότε θελκτική σαν ερωμένη, πότε εξουθενωμένη σαν γερόντισσα, το άκρως εκφραστικό της πρόσωπο καταλήγει να αποτελεί την καρδιά του έργου και να συναρπάζει, στο βαθμό που όταν απουσιάζει από την οθόνη υπάρχει μια αίσθηση ότι η αφήγηση κάνει κοιλιά.
Γυρισμένο στην ασφυκτική αναλογία του 1.37:1 αλλά πανέμορφο οπτικά, με εκπληκτική χρήση του φωτισμού σε εσωτερικούς χώρους από τον Aleksandr Simonov του “Gruz 200”, το “Ray” είναι στοιχειωτικό και είναι απορίας άξιον πως έμεινε για λίγο εκτός της πεντάδας των Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας δίνοντας τη θέση του σε καλοφτιαγμένες, αλλά σαφέστατα πιο ευκολοχώνευτες σε ύφος παραγωγές όπως το “En Man som Heter Ove”. Κάποια κατασκευαστικά λάθη όπως το υπερβολικά εμφανές ντουμπλάζ σε ορισμένα σημεία δεν αναιρούν τη θετικότατη εικόνα που αποκομίζεται και την τροφή για σκέψη που προσφέρεται απλόχερα. Μια αποστομωτική απάντηση σε όσους ισχυρίζονται ότι η ιστορική περίοδος 1939-1945 έχει κορεστεί κινηματογραφικά.
Βαθμολογία: