1958. Ένα τηλεπαιχνίδι γνώσεων, το 21, σπάει ρεκόρ τηλεθέασης στις ΗΠΑ. Ο νεαρός ιδεαλιστής δικηγόρος Ρίτσαρντ Γκούντγουιν βρίσκει στοιχεία που οδηγούν σιγά-σιγά στο συμπέρασμα πως το παιχνίδι είναι στημένο από το κανάλι. Για να ξεσκεπάσει την υπόθεση, κάποιος από τους νικητές πρέπει να ομολογήσει, κάτι που δεν είναι διόλου εύκολο.
Σκηνοθεσία:
Robert Redford
Κύριοι Ρόλοι:
Ralph Fiennes … Charles Van Doren
John Turturro … Herb ‘Herbie’ Stempel
Rob Morrow … Richard N. ‘Dick’ Goodwin
David Paymer … Dan Enright
Paul Scofield … Mark Van Doren
Hank Azaria … Albert Freedman
Christopher McDonald … Jack Barry
Elizabeth Wilson … Dorothy Van Doren
Allan Rich … Robert Kintner
Mira Sorvino … Sandra Goodwin
Martin Scorsese … Martin Rittenhome
Barry Levinson … Dave Garroway
Douglas McGrath … James Snodgrass
William Fichtner … υπεύθυνος πλατό
Illeana Douglas … γυναίκα σε δεξίωση
Calista Flockhart … φοιτήτρια
Ethan Hawke … φοιτητής
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Paul Attanasio
Παραγωγή: Michael Jacobs, Julian Krainin, Michael Nozik, Robert Redford
Μουσική: Mark Isham
Φωτογραφία: Michael Ballhaus
Μοντάζ: Stu Linder
Σκηνικά: Jon Hutman
Κοστούμια: Kathy O’Rear
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Quiz Show
- Ελληνικός Τίτλος: Quiz Show
Σεναριακή Πηγή
- Απομνημονεύματα: Remembering America: A Voice From the Sixties του Richard N. Goodwin.
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για Όσκαρ καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, δεύτερου αντρικού ρόλου (Paul Scofield) και διασκευασμένου σεναρίου.
- Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ταινίας (δράμα), σκηνοθεσίας, δεύτερου αντρικού ρόλου (John Turturro) και σεναρίου.
- Βραβείο Bafta σεναρίου. Υποψήφιο για καλύτερη ταινία και δεύτερο αντρικό ρόλο (Paul Scofield).
Παραλειπόμενα
- Τον σχεδιασμό ξεκίνησαν οι Baltimore Pictures του Barry Levinson και TriStar Pictures, αλλά το 1992 κατέληξε στη Walt Disney Studios, που το προώθησε στην ενήλικη εταιρία της, τη Hollywood Pictures. Ο Levinson είχε την ευκαιρία να το αναλάβει και σκηνοθετικά, αλλά την ίδια περίοδο ήταν απασχολημένος με το Bugsy.
- Σε κάποιο σημείο, είχε προσφερθεί στον Steven Soderbergh να το σκηνοθετήσει, με τον Tim Robbins ως Van Doren.
- Ο Robert Redford έγινε στόχος επικρίσεων για τις πολλές ελευθερίες που πήρε πάνω στην αφήγηση των αληθινών περιστατικών (μεταξύ άλλων, συρρικνώνει τα τρία χρόνια σε ένα). Ο ίδιος δεν δέχτηκε να απολογηθεί, επισημαίνοντας ότι αν ήθελε μια ακριβή παρουσίαση του σκανδάλου, θα έκανε ντοκιμαντέρ. Επίσης, τόνισε ότι υπήρχε ήδη ντοκιμαντέρ για τα γεγονότα, σε ένα επεισόδιο της σειράς The American Experience του 1992.
- Ο Ralph Fiennes επέμενε να μιλήσει κατ’ ιδίαν με τον αληθινό Charles Van Doren, ώστε να μπορεί να πιάσει την προφορά του. Βέβαια, όλοι θεωρούσαν αδύνατο να θέλει ο Van Doren να συνεργαστεί. Έτσι, ο ηθοποιός πήγε με ένα άτομο από το επιτελείο εκεί που ζούσε ο Van Doren, και απλά του ζήτησε οδηγίες, πως δήθεν είχε χάσει τον δρόμο του.
- Ο William Baldwin ήταν ανάμεσα στους αμερικανούς ηθοποιούς που απέτυχαν να εγκριθούν για τον ρόλο του Βαν Ντόρεν. Ο Redford ήταν που ήθελε κάποιον Αμερικανό, πριν όμως στραφεί στον βρετανό Ralph Fiennes. Και ο Paul Newman ήταν στους υποψήφιους, αλλά ο γηραιός σταρ αρνήθηκε.
- Ο John Turturro πήρε 11μιση κιλά για τον ρόλο του.
- Παρά τις θετικές κριτικές, η ταινία δεν εντυπωσίασε στα ταμεία. Με κόστος 31 εκατομμύρια δολάρια, έβγαλε 52,2.
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 12/8/2016
Μια υπέροχη ταινία που έθεσε ψηλά τον πήχη στον Ρόμπερτ Ρέντφορντ ως σκηνοθέτη (ακόμα κι αν έχει προβληματάκια ως προς τον χαρακτήρα του φιλμ), έναν πήχη που έκτοτε δεν πλησίασε καν. Μια καταπληκτική ανασύσταση εποχής (που παραδόξως δεν τίμησαν τα μεγάλα βραβεία) συναντά μια ιστορία που δεν έχει σαφή όρια ανάμεσα στο δράμα, τη σάτιρα και το πολιτικό φιλμ, με τον θεατή να αισθάνεται προσηλωμένος για την τύχη των ηρώων, ακόμη κι αν φαντάζει ιστορικά κλισέ το φινάλε. Λέμε «ιστορικά», αφού τα γεγονότα επί το πλείστον είναι αληθινά και συντάραξαν ένα τότε αγνό τηλεοπτικό κοινό που παρακολουθούσε μαγεμένο οτιδήποτε έβγαινε από τους δέκτες του. Ο Ρέντφορντ βρίσκει την ευκαιρία να μιλήσει για το τέλος της αθωότητας, αλλά και την άλλη όψη σε μια εποχή (αυτή του Αϊζενχάουερ) που πολιτικά φάνταζε παράδεισος για τους Αμερικανούς. Πάρα πολύ καλές οι ερμηνείες, με κορυφαίες αυτές των Ραλφ Φάινς, Τζον Τορτούρο, Πολ Σκόφιλντ και -ίσως η κορυφαία- του Ντέιβιντ Πέιμερ.
Βαθμολογία: