Στους δρόμους της Νέας Ορλεάνης κυκλοφορεί μια φήμη για ένα μυστηριώδες νέο χάπι που ξεκλειδώνει μοναδικές υπερδυνάμεις σε όποιον το παίρνει. Η παγίδα: δεν έχεις ιδέα τι θα σου συμβεί μέχρι να το πάρεις. Ενώ κάποιοι αποκτούν αδιαπέραστο στις σφαίρες δέρμα, γίνονται αόρατοι ή έχουν εξαιρετική δύναμη, άλλοι εμφανίζουν φονικές αντιδράσεις. Όταν όμως εξαιτίας του χαπιού η εγκληματική δράση κλιμακώνεται σε επικίνδυνο βαθμό στην πόλη, ένας ντόπιος μπάτσος ενώνει δυνάμεις με μια έφηβη ντίλερ και έναν πρώην στρατιώτη με κρυφή βεντέτα για να πολεμήσουν τη “δύναμη” με δύναμη, και ρισκάρουν παίρνοντας το χάπι για να εντοπίσουν και να αναχαιτίσουν την ομάδα που κρύβεται πίσω από τη δημιουργία του.
Σκηνοθεσία:
Henry Joost
Ariel Schulman
Κύριοι Ρόλοι:
Jamie Foxx … Art Reilly/The Major
Joseph Gordon-Levitt … Frank Shaver
Dominique Fishback … Robin
Colson Baker … Newt
Rodrigo Santoro … Biggie
Amy Landecker … Gardner
Courtney B. Vance … αστυνόμος Craine
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Mattson Tomlin
Παραγωγή: Eric Newman, Bryan Unkeless
Μουσική: Joseph Trapanese
Φωτογραφία: Michael Simmonds
Μοντάζ: Jeff McEvoy
Σκηνικά: Naomi Shohan
Κοστούμια: Sharen Davis
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Project Power
- Ελληνικός Τίτλος: Project Power
Παραλειπόμενα
- Το Netflix απέκτησε εξαρχής τα δικαιώματα παραγωγής και διάθεσης του φιλμ από το 2017, όταν ακόμα το σενάριο, με τίτλο τότε Power, δεν είχε ολοκληρωθεί ακόμα.
- Ο Joseph Gordon-Levitt τραυματίστηκε στα γυρίσματα, ενώ καβαλούσε ποδήλατο.
- Παρότι κάποια στοιχεία είναι κοινά, δεν υπάρχει συγγένεια με το κόμικ Powers της Marvel Comics.
Κριτικός: Νίκος Ρέντζος
Έκδοση Κειμένου: 16/8/2020
Σε μια εποχή που, λόγω πανδημίας, οι κινηματογραφικές παραγωγές αλλά και διανομές έχουν σχετικά “παγώσει”, οι διαδικτυακές πλατφόρμες προβολής ταινιών και σειρών αποτελούν μια εναλλακτική λύση για τους θεατές. Λέω θεατές γενικά και όχι κινηματογραφόφιλους, γιατί για τους δεύτερους δεν υπάρχει εύκολα εναλλακτική απέναντι στη μεγάλη οθόνη, που όπως και να το κάνουμε αποτελεί μια διαφορετική εμπειρία. Το Netflix ωστόσο φροντίζει να φέρει μερικά δυνατά χαρτιά αυτή τη στιγμή στο τραπέζι για να ικανοποιήσει κυρίως τους φίλους των καλοκαιρινών μπλοκμπάστερ και των υπερηρωικών ταινιών. Ένα από αυτά τα “καλά χαρτιά” της πλατφόρμας είναι και το Project Power.
Δύο μεγάλα κινηματογραφικά ονόματα στο καστ (Τζέιμι Φοξ, Τζόζεφ Γκόρντον-Λέβιτ), καλά ψηφιακά εφέ, προσγειωμένο σχετικά σενάριο, καλή φωτογραφία, συμπαθητική πλοκή και με λίγα λόγια η ταινία που σκηνοθέτησε το δίδυμο Άριελ Σουλμάν και Χένρι Τζουστ αποτελεί μια επιλογή που δεν θα απογοητεύσει το κοινό που στοχεύει.
Με υπερδυνάμεις έχουμε να κάνουμε φυσικά εδώ, αλλά υπάρχει μια διαφορετική ιδέα στο σενάριο του Μάτσον Τόμλιν (σεναριογράφος του επερχόμενου The Batman). Ένα χάπι που σου δίνει δύναμη για πέντε λεπτά, χωρίς να γνωρίζεις όμως ποια θα είναι αυτή. Μπορεί να γίνεις αόρατος, να γίνεις άτρωτος, να γίνεις ο “ανθρώπινος πυρσός”, δεν θα το γνωρίζεις όμως από πριν και κάθε φορά που θα παίρνεις το χάπι θα αποκτάς την ίδια δύναμη αφού υποτίθεται ότι η σύνθεση του χαπιού εισχωρεί στο DNA σου και φέρνει στην επιφάνεια τη δύναμη που βρίσκεται ήδη κάπου βαθιά κρυμμένη. Τα χάπια αυτά γίνονται προφανώς σύντομα προϊόν λαθραίας διακίνησης, που η αστυνομία προσπαθεί να σταματήσει. Ο Φρανκ είναι ένας αστυνομικός που γίνεται χρήστης των χαπιών για να μπορέσει να τα βάλει με τους διακινητές, έχοντας ως πληροφοριοδότη ένα νεαρό κορίτσι που πουλά μικροποσότητες για να συντηρήσει την άρρωστη μητέρα της. Σημαντικό ρόλο παίζει κι ένας πρώην στρατιωτικός, που για δικούς του λόγους αναζητά το “κεφάλι” σε όλη αυτή την επιχείρηση και που φαίνεται να γνωρίζει την πηγή των συστατικών του χαπιού.
Ο Τζέιμι Φοξ (ο πρώην στρατιωτικός) και η νεαρή Ντόμινικ Φίσμπακ ταιριάζουν στην οθόνη και κάνουν λίγο στην άκρη τον καλό Τζόζεφ Γκόρντον-Λέβιτ (ο αστυνομικός/ χρήστης), ίσως γιατί και οι ρόλοι τους έχουν περισσότερο ζουμί. Αν τους δούμε ωστόσο σαν πρωταγωνιστικό τρίο, είναι κατά πολύ ανώτερο απέναντι στους αντίστοιχους κακούς της υπόθεσης. Όχι σαν ηθοποιοί αλλά σαν ρόλοι. Οι ρόλοι των δύο-τριών κακών που συναντάμε είναι εντελώς συμβατικά γραμμένοι, και αφαιρούν αρκετά από το τελικό αποτέλεσμα. Ουσιαστικά, ο Ροντρίγκο Σαντόρο που υποδύεται τον μεγάλο κακό της ταινίας δεν έχει υλικό να δουλέψει και ο ρόλος του χάνεται.
Κακή επιλογή δεν είναι όμως η ταινία των Τζουστ και Σουλμάν, παρά τα ελαττώματά της. Μπορώ να πω μάλιστα ότι μου άρεσε περισσότερο από μια προηγούμενη δουλειά τους, το Nerve, ένα νεανικό θριλεράκι με τον Ντέιβ Φράνκο. Εδώ τουλάχιστον υπήρχε λίγο μεγαλύτερη εστίαση στους πρωταγωνιστικούς χαρακτήρες, και μια πιο έντονη προσπάθεια, μέσα από το υπερηρωικό στοιχείο, να πουν κάτι παραπάνω για τα κοινωνικά και φυλετικά ζητήματα στην Αμερική, έστω και πιο επιδερμικά, όπως συνηθίζεται πλέον σε πολλά φιλμ του υπερηρωικού είδους.
Βαθμολογία: