Η Μάρθα και ο Σον είναι ένα ζευγάρι που ζει στη Βοστόνη, και ενώ ετοιμάζονταν να γίνουν ευτυχισμένοι γονείς, η γέννα κατ’ οίκον από μια συγχυσμένη μαία, που θα κατηγορηθεί για εγκληματική αμέλεια, αλλάζει τα πάντα. Αυτό είναι το ξεκίνημα ενός ταξιδιού που θα κρατήσει έναν χρόνο για τη Μάρθα, αφού έχει να ανταπεξέλθει της θλίψης της και την αναταραχή της σχέσης με τον σύζυγο της και τη μητέρα της. Ταυτόχρονα, πρέπει να έρθει πρόσωπο με πρόσωπο με τη γυναίκα που άλλαξε τα πάντα στη ζωή της, επί του δικαστηρίου.

Σκηνοθεσία:

Kornel Mundruczo

Κύριοι Ρόλοι:

Vanessa Kirby … Martha Weiss

Shia LaBeouf … Sean Carson

Ellen Burstyn … Elizabeth Weiss

Molly Parker … Eve Woodward

Sarah Snook … Suzanne

Iliza Shlesinger … Anita Weiss

Benny Safdie … Chris

Jimmie Fails … Max

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Kata Weber

Παραγωγή: Ashley Levinson, Aaron Ryder, Kevin Turen

Μουσική: Howard Shore

Φωτογραφία: Benjamin Loeb

Μοντάζ: David Jancso

Σκηνικά: Sylvain Lemaitre

Κοστούμια: Rachel Dainer-Best, Veronique Marchessault

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Pieces of a Woman
  • Ελληνικός Τίτλος: Τα Θραύσματα μιας Γυναίκας

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για Όσκαρ πρώτου γυναικείου ρόλου (Vanessa Kirby).
  • Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα πρώτου γυναικείου ρόλου (Vanessa Kirby) σε δράμα.
  • Υποψήφιο για Bafta πρώτου γυναικείου ρόλου (Vanessa Kirby).
  • Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Βενετίας. Βραβείο γυναικείας ερμηνείας (Vanessa Kirby).

Παραλειπόμενα

  • Αγγλόφωνο ντεμπούτο για τον ούγγρο Kornel Mundruczo.
  • Άμεση είναι η σχέση με το ομότιτλο θεατρικό, που ανέβηκε το 2018 στην Πολωνία.
  • Ο Martin Scorsese βοήθησε ενεργά την ταινία από τη θέση του εκτελεστή παραγωγής.
  • Η αρχική σκηνή της γέννας χρειάστηκε 2 ημέρες γυρισμάτων. Μόνο αφού αυτή ολοκληρώνεται στα 30 λεπτά, πέφτουν οι τίτλοι έναρξης του φιλμ.
  • Μια και δεν είχε ποτέ εμπειρία από γέννα, η Vanessa Kirby παρακολούθησε σειρά από ανάλογα βίντεο και ντοκιμαντέρ, ενώ συνόδευσε μαίες σε νοσοκομείο του Βόρειου Λονδίνου, έχοντας την ευκαιρία να βρίσκεται και μπροστά σε μια γέννα.
  • Λίγο μετά την πρεμιέρα στη Βενετία, το Netflix απέκτησε τα δικαιώματα της παγκόσμιας διανομής.

Κριτικός: Φίλιππος Χατζίκος

Έκδοση Κειμένου: 10/1/2021

Η Μάρθα, έγκυος κατά τα τελευταία στάδια της εγκυμοσύνης, έχει λάβει την απόφαση να μην οδηγηθεί σε κλινική για τον τοκετό αλλά να γεννήσει στο σπίτι της. Διαθέτει άλλωστε και την πλήρη στήριξη του συντρόφου της Σον σε αυτή την απόφαση. Όταν έρχεται η ώρα του τοκετού, η μαία που προσέρχεται στην οικία του ζευγαριού σταδιακά νιώθει την ανησυχία της να μεγαλώνει. Κάτι σε αυτή τη γέννα δυστυχώς προμηνύεται δυστυχές.

Ο Κόρνελ Μούντρουτσο εισάγει το κοινό στον κόσμο της ταινίας με μία από τις κορυφαίες σεκάνς της πρόσφατης ιστορίας: ένα μονοπλάνο σχεδόν εικοσιπέντε λεπτών που αποτυπώνει διεξοδικά τη μοιραία γέννα. Οι πρώτοι σπασμοί, η ανησυχία που τρέπεται σε ανασφάλεια, οι μάταιες προσπάθειες να αποτραπεί το γεγονός που έμελλε να σημαδέψει τη ζωή της γυναίκας, τα πάντα εκτίθενται στον θεατή με τρόπο που τον αναγκάζει να συναισθανθεί την ψυχική πορεία της γυναίκας καθ’ όλη τη διάρκεια του τοκετοί. Το βρέφος θα γεννηθεί, αλλά θα μείνει ζωντανό μόνο για λίγα λεπτά. Αρκετά ώστε να σημαδέψουν την ψυχή της Μάρθα και μαζί της και αυτήν του κοινού που παρακολουθεί άναυδο.

Αντί να «σερβίρουν» λοιπόν, ένα τραγικό γεγονός ως πληροφορία και να συνθέσουν επάνω της τον χαρακτήρα της Μάρθα, ο Μούντρουτσο και η σεναριογράφος Κάτα Γουέμπερ επιλέγουν να φιλοτεχνήσουν όλη την ταινία πάνω στη μνήμη του πρωταρχικού γεγονότος την οποία καταφέρνουν να εισάγουν ολοκληρωτικά στο νου του θεατή. Αυτή η καινοτομία σε ένα βαθμό δημιουργεί μία αίσθηση ότι η ταινία έδωσε ό,τι καλύτερο είχε στα πρώτα τριάντα λεπτά της διάρκειας της, αφήνοντας τα υπόλοιπα ενενήντα με εκ των πραγμάτων μειωμένη συναισθηματική ένταση. Ωστόσο, είναι τόσο καταλυτικά στη σύνθεση του πρωταγωνιστικού χαρακτήρα που γεμίζουν με ουσία κάθε επόμενη συμπεριφορά της και συνοδεύουν κάθε ένα από τα θραύσματα της, όπως παρουσιάζονται στην πορεία της ταινίας.

Μετά την απώλεια του τέκνου, το σπίτι της Μάρθα και του Σον μοιάζει με νεκρή γη, άγονο έδαφος που μυρίζει θάνατο. Η απόσταση μεταξύ τους μεγαλώνει όσο η μνήμη της κόρης τους που δεν επέζησε επικαθορίζει τη συμπεριφορά τους με τρόπο θεμελιωδώς διαφορετικό. Σύντομα θα γίνει σαφές πως ο Σον αναζητά την έξοδο κινδύνου, έχει ξεμείνει από δυνάμεις και αδυνατεί να τροφοδοτήσει την πληγωμένη σχέση τους. Συνδέεται άλλωστε με τον πλέον αναμενόμενο τρόπο με το νεκρό βρέφος, επιθυμεί να διασώσει το σώμα του, να εξερευνήσει την αιτία του θανάτου του, να λάβει μία ανθρώπινη και θεσμική απάντηση σε αυτήν την τόσο απάνθρωπη αδικία που συνέβη εντός τους σπιτιού του.

Στο πρόσωπο της Μάρθα όμως γίνεται απολύτως σαφής η θέση των δημιουργών επί του έργου τους. Το πένθος, μοιάζει να λέει ο Μούντρουτσο και η Γουέμπερ, είναι μία αυστηρά προσωπική υπόθεση, η σκιά μίας ματαιωμένης σχέσης ανάμεσα στον ζώντα και στον τεθνεώτα. Και η γυναίκα βρίσκει εαυτήν να αφήνεται στις αντιφάσεις που υπαγορεύουν οι ταραχώδεις ψυχικές διακυμάνσεις της, η μητρότητα της δόθηκε για μία μόνο στιγμή και μετά της την πήρε πίσω η μοίρα, ήταν δική της για λίγο, δική της και κανενός άλλου. Σε εκείνα τα λίγα λεπτά που η κόρη της υπήρξε, η ίδια πρόλαβε να γίνει μητέρα, και αυτή την ιδιότητα το σώμα της δεν την ξεχνά, όπως άλλωστε και η ψυχή της.

Μπορεί να ήθελε να επιστρέψει στο ρυθμό της ζωής της σαν μην είχε συμβεί τίποτα. Μπορεί να προτιμούσε να κάνει σμπαράλια την καθημερινότητά της δίχως να συγκρατηθεί. Να επέλεγε να μιλήσει ή να σιωπήσει. Να πάρει τους δρόμους ή να κλειστεί σε ένα δωμάτιο. Να χάσει τα όποια αποθέματα της ενέργειάς της σε πάρτι με αγνώστους ή να αφεθεί στην παρουσία οικείων πρόθυμων να σταθούν στο πλευρό της. Το πένθος που βιώνει άλλωστε δεν μπορεί κανείς αληθινά να το νιώσει, είναι τόσες οι εκφάνσεις του πένθους όσοι και οι πενθούντες. Η υλική, ή έστω η νομική, απάντηση στην τραγωδία της είναι αλυσιτελής, όχι μόνο γιατί προφανώς δεν επιστρέφει τη χαμένη κόρη, αλλά γιατί η απώλεια είναι τόσο καθηλωτική που δεν αφήνει περιθώρια αναζήτησης των αιτιών που την προκάλεσαν. Στην πραγματικότητα, η ενδεχόμενη καταδίκη της μαίας και το αίσθημα δικαίου που υποτίθεται ότι αποκαθιστά, περισσότερο σπιλώνει τη μνήμη του νεκρού κοριτσιού στο μυαλό της μητέρας του.

Όσο η ίδια βλέπει τη σύνδεση με τον σύντροφό της να ατονεί, τόσο η σχέση της με τη δική της μητέρα επιστρέφει αθόρυβα στο προσκήνιο του μυαλού της. Αυτή είναι μία σκληρή γυναίκα που δεν ενέκρινε ποτέ την επιλογή του συντρόφου της και μετά την απώλεια του παιδιού έχει αναλάβει τη μήνυση σε βάρος της μαίας και κάθε σχετική διαδικασία. Αδυνατεί να επικοινωνήσει την αγάπη προς την κόρη της, αγάπη την οποία αναμφίβολα διαθέτει, δημιουργώντας σε αυτήν μία αίσθηση μοναξιάς ή αυτήν μίας άφατης απόρριψης. Και αυτήν την εγγενή τοξικότητα στη συμπεριφορά της οποίας γίνεται αποδέκτρια, τώρα που έγινε και η ίδια μητέρα, έστω ενός τέκνου που δεν επέζησε, οφείλει να την εξοβελίσει, χωρίς περίσσεια οργή ή θράσος, απλώς γιατί η ίδια δε θέλει ποτέ να αφήσει το παιδί της μόνο σε ένα πέλαγος μοναξιάς σαν αυτό που κάνεις νιώθει ότι πλέει όταν δεν λαμβάνει την γονική επιβράβευση.

Η μεστή και γεμάτη αξιοπρέπεια ερμηνεία της Βανέσα Κίρμπι (με άξια συμπαραστάτρια τη σπουδαία Έλεν Μπέρστιν), η οποία ισοφαρίζει και κάποιες αδιέξοδες ή πλεονασματικές «στροφές» που παίρνει το σενάριο, επιτρέπει στο φιλμ να διαφύγει από την παγίδα της εξιστόρησης μίας πένθιμης μετατραυματικής ιστορίας για την οδυνηρή απώλεια ενός παιδιού. Εξελίσσεται σε κάτι ποιοτικά ευρύτερο, χωράει κάπου ακόμα και μία απροσδόκητη ιστορία για μια υποσχόμενη νέα αρχή, ενώ εξερευνά στον πυρήνα της τα όρια της μοιραίας αδικίας, εξετάζοντας κατά πόσο χωρεί σε αυτήν μία «ανθρώπινη» απάντηση. Είναι η κορυφαία στιγμή στη φιλμογραφία του Κόρνελ Μούντρουτσο, ενός ευρωπαίου δημιουργού που κατά πώς φαίνεται πραγματοποιεί ένα πετυχημένο πέρασμα στην άλλη όχθη του Ατλαντικού.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

22 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *