
Peter von Kant
- Peter von Kant
- 2022
- Γαλλία
- Γαλλικά, Γερμανικά
- Αισθηματική, Δραμεντί
- 09 Φεβρουαρίου 2023
Ο επιτυχημένος, διάσημος σκηνοθέτης Πέτερ Φον Καντ ζει με τον βοηθό του, τον Καρλ, τον oποίο κακομεταχειρίζεται και ταπεινώνει με ιδιαίτερη ευχαρίστηση. Μέσω της σπουδαίας ηθοποιού Σιντονί γνωρίζει και ερωτεύεται τον Αμίρ, έναν όμορφο φτωχό νεαρό. Προκειμένου να τον βοηθήσει, ο σκηνοθέτης τού προσφέρει φιλοξενία στο διαμέρισμά του, αλλά και την ευκαιρία να μπει στον κόσμο του κινηματογράφου.
Σκηνοθεσία:
Francois Ozon
Κύριοι Ρόλοι:
Denis Menochet … Peter von Kant
Isabelle Adjani … Sidonie von Gassenab
Khalil Ben Gharbia … Amir Ben Salem
Hanna Schygulla … Rosemarie von Kant
Stefan Crepon … Karl
Aminthe Audiard … Gabriele ‘Gaby’ von Kant
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Francois Ozon
Παραγωγή: Francois Ozon
Μουσική: Clement Ducol
Φωτογραφία: Manuel Dacosse
Μοντάζ: Laure Gardette
Σκηνικά: Katia Wyszkop
Κοστούμια: Pascaline Chavanne
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Peter von Kant
- Ελληνικός Τίτλος: Peter von Kant
Άμεσοι Σύνδεσμοι
- Τα Πικρά Δάκρυα της Πέτρα Φον Καντ (1972)
Σεναριακή Πηγή
- Θεατρικό & Σενάριο: Τα Πικρά Δάκρυα της Πέτρα Φον Καντ του Rainer Werner Fassbinder.
Κύριες Διακρίσεις
- Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Βερολίνου.
- Υποψήφιο για πρώτο αντρικό ρόλο (Denis Menochet) και υποσχόμενο ηθοποιό (Stefan Crepon) στα Cesar.
Παραλειπόμενα
- Δεύτερη φορά που ο Francois Ozon διασκευάζει θεατρικό του Fassbinder, μετά το Gouttes d’Eau sur Pierres Brulantes (2000). Εκείνο όμως δεν ήταν ταυτόχρονα ριμέικ ταινίας.
- Η Hanna Schygulla είναι ο κοινός συνδετικός κρίκος στο καστ αυτής της ταινίας και του φιλμ του 1972. Λόγω όμως του περάσματος του χρόνου, είναι πλέον η μητέρα και όχι το αντικείμενο του πόθου.
- Η αφίσα παραπέμπει σε μια άλλη ταινία του Fassbinder, τον Καβγατζή, και τη δουλειά που είχε κάνει ο Andy Warhol για τον γερμανό δημιουργό.
- Πρώτη κινηματογραφική ταινία για τον Khalil Ben Gharbia.
Κριτικός: Φίλιππος Χατζίκος
Έκδοση Κειμένου: 9/2/2023
Η δεδηλωμένη αγάπη του Φρανσουά Οζόν για τον Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ δεν είναι το μόνο σημείο επαφής των δύο καλλιτεχνών. Ακολουθώντας το πρότυπο του γερμανού auteur, ο Οζόν εργάζεται με ρυθμούς πολυβόλου και με επαναλαμβανόμενους συνεργάτες, διαθέτοντας ένα προσωπικό αφηγηματικό στίγμα αλλά και μια αξιοζήλευτη θεματολογική πολυμέρεια που φανερώνει την αναμφίλεκτη σινεφιλική πρόθεσή του να εντάξει στο έργο του αναφορές στο σινεμά που αγαπά. Περίπου δύο δεκαετίες μετά την πρώτη του συνάντηση με τον Φασμπίντερ, στο Water Drops on Burning Rocks, ο γάλλος δημιουργός καταπιάνεται με μία από τις κορωνίδες της φασμπιντερικής γραφής, τα Πικρά Δάκρυα της Πέτρα Φον Καντ, ένα από τα επιφανέστερα θεατρικά του, που μεταφέρθηκε από τον ίδιο με κολοσσιαία επιτυχία στη μεγάλη οθόνη.
Οι μεταβολές που επιφέρει η επέμβασή του επί του πρωτογενούς υλικού δεν στοχεύουν καθόλου σε μια επικαιροποίηση των προβληματισμών του. Αντιθέτως, αλλάζοντας εντελώς τα γένη και την καλλιτεχνική δραστηριότητα του βασικού χαρακτήρα, ο Οζόν αντλεί την ελευθερία που χρειάζεται για να φιλοτεχνήσει ένα νέο περιεχόμενο, κινούμενος πάντως στις ράγες του αρχικού έργου. Έτσι, το χωροχρονικό πλαίσιο παραμένει το ίδιο, ο διάλογος συνιστά εν πολλοίς mot à mot απόδοση από το πρωτότυπο, οι δυναμικές των χαρακτήρων διαρθρώνονται παρεμφερώς και το σκηνικό απολύτως θεατρικό, με τη δράση να εντοπίζεται σχεδόν αποκλειστικά σε έναν χώρο. Ο Πέτερ, όμως, είναι πλέον ένας ταλαντούχος και σημαντικός σκηνοθέτης και όχι σχεδιαστής μόδας.
Είναι γνωστό πως ο Φασμπίντερ είχε ως δεξαμενή έμπνευσης την ίδια του τη ζωή, τρέποντας της εμπειρίες του έντονου βίου του σε κινηματογραφική (και θεατρική) τέχνη, πάντα βέβαια με την απαραίτητη μεταμφίεση ενός alter ego που εκ πρώτης όψεως ουδεμία σχέση είχε με τον ίδιο. Εν προκειμένω, ο Οζόν καταργεί εκ των υστέρων αυτή τη δημιουργική νόθευση, ο Πέτερ της ταινίας είναι ένας Φασμπίντερ που συνθέτει ο Γάλλος θαυμαστής και τα πρόσωπα που παρελαύνουν επικυρώνουν τη διαδικασία. Ο νεαρός εραστής φέρνει στο νου τον Αλί από το Ο Φόβος Τρώει τα Σωθικά, η παρουσία της Χάνα Σιγκούλα είναι η πιο ακτινοβόλος σφραγίδα, ακόμα και η φυσιογνωμική ομοιότητα του κεντρικού χαρακτήρα με τον Γερμανό συνηγορεί προς αυτή την κατεύθυνση.
Βέβαια, από άποψη χαρακτηρολογίας, ο Πέτερ κινείται μακριά από το θρυλούμενο εκρηκτικό ταπεραμέντο του Φασμπίντερ, αλλά ο Οζόν παιχνιδίζει με το είδωλό του, δεν το βιογραφεί πλαγίως. Βρίσκεται κοντά στην Πέτρα βον Καντ, μοιράζονται την ίδια ηττημένη ηδυπάθεια, τους ίδιους αμυντικούς μηχανισμούς και την ίδια σαρωτική οδύνη απέναντί στην κατάρρευσή τους. Ο Ντενί Μενοσέ όμως είναι σαφώς λιγότερο παγερός από την αρχετυπική Μάργκιτ Κάρστενσεν, πιο προσεγγίσιμος, η διάλυσή του είναι χειροπιαστή και αξιώνει γενναία τη συμπόνια μας, δίχως βέβαια να παραγνωρίζει να τρέπει τον χαρακτήρα του σε συμπαθητική φιγούρα. Είναι συναρπαστική η παρουσία του, επ’ουδενί κεραυνός εν αιθρία βέβαια, καθότι πρόκειται για έναν σπουδαίο ηθοποιό. Ο Μενοσέ δεν επιβιώνει απλώς από μια σύγκριση που φάνταζε χαμένο στοίχημα˙ καταφέρνει να βρει το δρόμο για μια tour de force ερμηνεία.
Ωστόσο, η μεγαλύτερη έλλειψη της ταινίας σηματοδοτείται ήδη από τον τίτλο της. Ο Φρανσουά Οζόν αφήνει στην άκρη τα «πικρά δάκρυα» του πρωτότυπου υλικού, μεταφράζει με τους α λα γαλλικά τη στιβαρότητα του Φασμπίντερ και κατεβάζει πολλές σκάλες την τραγικότητα του ύφους του πρωτότυπου. Μειώνει σημαντικά τη διάρκεια σε μόλις ογδόντα πέντε λεπτά, χωρίς να αφήσει κάποιο δραματουργικό στοιχείο εκτός του φιλμικού του κειμένου. Ενώ όμως είναι τονικά συνεπής, δεν αναπτύσσει ισομερώς τις δυναμικές που κουβαλά το υλικό του. Έτσι, ενώ η οργή, το πάθος και η ραγισμένη καρδιά του οιστριονικού Πέτερ γίνονται κτήμα μας, οι περιβάλλουσες συνθήκες μένουν εν μέρει αναξιοποίητες, ειδικά σε σύγκριση με την ταινία του Φασμπίντερ. Η τοξική σχέση εξουσίας και εξάρτησης με τον βωβό βοηθό, στην κακομεταχείριση του οποίου ο Πέτερ είναι εθισμένος, λειτουργεί μόνο συναρτήσει του πρωτότυπου˙ ειδάλλως παραμένει έωλη και ατυχώς συμπληρωματική. Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί και για τη συμπεριφορά του Πέτερ ως Πυγμαλίωνα στην ατυχή ερωτική του ιστορία.
Προς τιμήν του, λοιπόν, ο Οζόν δεν μιμείται ούτε το ύφος ούτε το κλίμα της ταινίας του Φασμπίντερ, με αποτέλεσμα να παραδίδει ένα φιλμ αισθητά «μικρότερο» και χαλαρότερο. Από την άλλη, βέβαια, είναι τόσο καλοκουρδισμένη η αισθητική μηχανή της Πέτρα Φον Καντ, που αυτόματα ανατρέχουμε στις μνημειώδεις περούκες της, το σπουδαίο ντεκόρ της και τα απίστευτα κοστούμια που διέθετε, πλούσια σε σαδομαζοχιστική υπαινικτικότητα. Αυτό που προσθέτει στο μύθο του έργου είναι μια σεκάνς ανθολογίας που θυμίζει τον Ηδονοβλεψία του Μάικλ Πάουελ, αφηγηματικά πολύτιμη και πυκνή, όπου η κάμερα δημιουργεί την ψευδαίσθηση της εισόδου στα ενδότερα του νεαρού εραστή, ενώ στην πραγματικότητα σηματοδοτεί την απαρχή της μεγάλης εξαπάτησης που ο Πέτερ -μαζί του και εμείς- είχε τόση ανάγκη.
Βαθμολογία: