Η Ελβίρα, διάσημη ηθοποιός, καταρρέει κατά τη διάρκεια μιας παράστασης και κλείνεται στη σιωπή της. Αποσύρεται σε ένα παραθαλάσσιο ησυχαστήριο με μόνη συντροφιά μια νοσοκόμα, την Άλμα. Τις επόμενες εβδομάδες, η Άλμα προσπαθεί να προσεγγίσει την ασθενή της με σκοπό να τη θεραπεύσει από την ψυχική και σωματική βύθιση της. Σύντομα, μεταξύ των δυο γυναικών αναπτύσσεται μια βαθιά, υπαρξιακή επικοινωνία.
Σκηνοθεσία:
Ingmar Bergman
Κύριοι Ρόλοι:
Bibi Andersson … Alma
Liv Ullmann … Elisabet Vogler
Margaretha Krook … η γιατρός
Gunnar Bjornstrand … Κος Vogler
Jorgen Lindstrom … ο γιος της Elisabet
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Ingmar Bergman
Παραγωγή: Ingmar Bergman
Μουσική: Lars Johan Werle
Φωτογραφία: Sven Nykvist
Μοντάζ: Ulla Ryghe
Σκηνικά: Bibi Lindstrom
Κοστούμια: Mago
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Persona
- Ελληνικός Τίτλος: Περσόνα (Έρωτες Χωρίς Φραγμό) [αυθεντικός]
- Εναλλακτικός Ελλ. Τίτλος: Περσόνα [επανέκδοσης]
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για Bafta ξένης ηθοποιού (Bibi Andersson).
- Καλύτερη ταινία και γυναικεία ερμηνεία (Bibi Andersson) στα Guldbagge, τα εθνικά βραβεία της Σουηδίας.
- Επίσημη πρόταση της Σουηδίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ.
Παραλειπόμενα
- Μια ταινία που χαρακτηρίστηκε ως “ψυχολογικού τρόμου”, και έγινε αντικείμενο κριτικής ανάλυσης και πολλαπλών ερμηνειών. Πολλοί κριτικοί θεωρούν την Περσόνα ως μία από τις καλύτερες ταινίες της έβδομης τέχνης.
- Γυρίστηκε στη Στοκχόλμη, και στο περίφημο νησί Φάρο της Βαλτικής Θάλασσας, όπου έζησε τα περισσότερα χρόνια του, και πέθανε ο Ingmar Bergman.
- Αρχικά προβλήθηκε λογοκριμένο. Έπρεπε να έρθει το 2001, όπου η ταινία αποκαταστάθηκε στην αρχική της μορφή.
- Ο Bergman έγραψε το σενάριο μέσα σε 9 βδομάδες, στις οποίες ανάρρωνε από πνευμονία.
- Σύμφωνα με τον ίδιον, ο Bergman ερωτεύτηκε τη Liv Ullmann κατά τα γυρίσματα.
- Η ταινία επηρέασε πολλούς δημιουργούς, με πιο άμεσες επιρροές στους: Robert Altman, Woody Allen, David Lynch και David Fincher.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Εκτός από τη μουσική του Lars Johan Werle, επικεντρωμένη σε τέσσερα τσέλο και τρία βιολιά, χρησιμοποιείται και το Violin Concerto in E major του Johann Sebastian Bach.
Κριτικός: Σπύρος Δούκας
Έκδοση Κειμένου: 2/7/2020
Η πρωτοπορία στο σινεμά υπήρξε από την στιγμή της δημιουργίας του ίσως το πλέον καταλυτικό στοιχείο για την εξέλιξή του. Αυτό που κρατάει ζωντανό το σινεμά και την έννοια της τέχνης σε ευρύτερο πλαίσιο, είναι η δυνατότητα αυτοανανέωσης και αναπαραγωγής της, προσαρμοζόμενη αναλογικά στις συνθήκες και τις ανάγκες της εκάστοτε εποχής. Η ίδια η γέννηση του κινηματογράφου μπορεί να ιδωθεί ως μια μετάλλαξη/πρωτοπορία πάνω στην τέχνη της φωτογραφίας, με την προσθήκη του στοιχείου της κίνησης. Ένα φιλμ δεν είναι παρά μια συλλογή από εικόνες, συσχετιζόμενες μεταξύ τους, οι οποίες προβαλλόμενες με τη βοήθεια του φωτός και του φυσικού εφέ της σκιάς, μεγεθύνονται και δημιουργούν μια μεγάλη ψευδαίσθηση. Το σινεμά είναι παράλληλα και μια μετεξέλιξη του θεάτρου.
Η τέχνη είναι ένας παραμορφωτικός καθρέφτης για τον κόσμο, και για την πηγαία του μορφή: το άτομο. Ο καλλιτέχνης δημιουργεί την παραμόρφωση με βάση τα βιώματά του, και ο θεατής επικοινωνεί με τον καλλιτέχνη και επαναπροσδιορίζει τον εαυτό του μέσω αυτής της παραμόρφωσης. Όταν το ίδιο το έργο τέχνης αποκτά, κατά έναν μεταφυσικό τρόπο, «συναίσθηση» του εαυτού του, τότε καθρεφτίζει παραμορφωτικά την ίδια του την υπόσταση. Μεταλλάσσεται, αναπαράγεται, αυτό-αμφισβητείται, αυτο-αναιρείται και αυτοκαταστρέφεται, κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση του δημιουργού του. Σταματάει να λειτουργεί ως υποκειμενικό κατασκεύασμα και αποκτά, με μαγικό τρόπο, τη δική του έμβια, διαχρονική και αθάνατη οντότητα. Σταματάει να παραμορφώνει το πρόσωπο με τον τρόπο που ορίζει ο δημιουργός, και προσαρμόζει αυτόματα την παραμόρφωση με βάση ό,τι το ίδιο το πρόσωπο που κοιτάζει τον καθρέφτη-έργο ψάχνει να βρει μέσα στον εαυτό του. Ο δημιουργός κρατάει μόνο τα εύσημα ως κατασκευαστής αυτής της άψογα κουρδισμένης μηχανής, αλλά δεν παρεμβαίνει ο ίδιος στη λειτουργία της μέσω των δικών του υποκειμενικών απόψεων και βιωμάτων, μιας που την έχει ήδη εναρμονίσει απόλυτα με τη λειτουργία του ανθρώπινου μοντέλου.
Η Περσόνα του Ingmar Bergman είναι το υπέρτατο παράδειγμα μετα-κινηματογράφου. Είναι ίσως το μόνο έργο στην κινηματογραφική ιστορία που υπερβαίνει απόλυτα τον ίδιο του τον δημιουργό. Θεματικές και στοιχεία που συναντάμε συχνά στο έργο του Bergman, τις βρίσκουμε κι εδώ. Δύο αντίζηλες γυναίκες, μια μελέτη πάνω σε αντιθέσεις. Όμως εδώ, η αντιζηλία χτίζεται πάνω στην αντίθεση προσώπου και προσωπείου, «βιτρίνας» και ψυχής, κι αυτό είναι που κάνει όλη τη διαφορά. Ελίζαμπεθ και Άλμα συμπληρώνουν η μία την άλλη. Η μία από τις δύο δεν υπάρχει στ’ αλήθεια, αλλά είναι είδωλο της άλλης. Δηλαδή, μια ψευδαίσθηση. Ποια, όμως; Μάλλον και οι δύο. Ταυτόχρονα υπάρχουν και δεν υπάρχουν.
Παγιδευμένο ανάμεσα στην ύπαρξη και την ανυπαρξία, μεταξύ νεκρών και μήτρας, το αγόρι στην εισαγωγή του έργου αναζητά τη μητέρα του, Ελίζαμπεθ, καθώς εκείνη ερμηνεύει, μέσα από τον άλλον κόσμο, την άλλη πλευρά της οθόνης. Το αγόρι έγινε αποδιοπομπαίος τράγος και θυσιάστηκε από τη μητέρα προκειμένου εκείνη, απαρνούμενη τη φύση της, να αποφύγει το καθρέφτισμα, τον ψυχικό πόνο, τη ρήξη με τον εαυτό της.
Πώς όμως ξεκίνησε η αναζήτηση στα εσώτερα βάθη της ψυχής για τη διάκριση του αληθινού προσώπου από το προσωπείο; Όταν η Ελίζαμπεθ, την ώρα που ερμήνευε στο θέατρο την Ηλέκτρα, καθρεφτίστηκε η ίδια βαθύτερα μέσα στον ρόλο της κι έχασε τον έλεγχο, σπάζοντας τον φραγμό μεταξύ εαυτού και ρόλου. Μέσα από μία στιγμιαία κραυγή απόγνωσης γεννήθηκε ένα πνιχτό γέλιο, τραγικά ειρωνικό, όσο κι αυθόρμητο. Αλλά η αρχή της συνείδησης είναι και το τέλος. Από την ανυπαρξία περνάμε στη ζωή, που διαρκεί όσο η ταινία, και μετά ξανά επιστρέφουμε στην ανυπαρξία. Το θέατρο όμως έχει εξελιχθεί σε κινηματογράφο, και ο πόνος της ύπαρξης πλέον καταγράφεται και μετουσιώνεται σε κινούμενες εικόνες.
Η Περσόνα είναι μια χειρουργικής ακρίβειας φιλοσοφική σπουδή πάνω στη γυναικεία ψυχοσύνθεση, στην έννοια της γέννησης και της δημιουργίας, της μητρότητας και της τέχνης, υπό ένα έντονα υπαρξιακό και θεολογικό πρίσμα. Είναι τόσο πολύπλευρο, περίτεχνο, αμφίρροπο και διαχρονικό, όσο η ίδια η ανθρώπινη φύση. Δεν πρόκειται απλά για επιτυχημένο κινηματογραφικό πείραμα όπως άλλα της εποχής, αλλά για ένα υπερβατικό θαύμα.
Βαθμολογία: