Το να πλένει, να ντύνει, να συνοδεύει σε βόλτα και να παίζει μπάσκετ είναι κάποια από αυτά που ο Μπεν δεν μπορεί πλέον να κάνει όταν καταφτάνει σε κέντρο φυσιοθεραπείας μετά από σοβαρό ατύχημα. Οι νέοι του φίλοι είναι τετραπληγικοί, παραπληγικοί, ή πάσχουν από κρανιοτραυματισμούς. Για την ακρίβεια, η αφρόκρεμα των ανικάνων. Όλοι μαζί πρέπει να μάθουν να είναι ασθενείς. Θα αντισταθούν, θα καυχηθούν, θα τσακωθούν, θα ξελογιάσουν και θα ξελογιαστούν, αλλά πάνω από όλα θα πρέπει να μάθουν να βρίσκουν τη δύναμη να ζήσουν ξανά.
Σκηνοθεσία:
Mehdi Idir
Grand Corps Malade
Κύριοι Ρόλοι:
Pablo Pauly … Ben
Soufiane Guerrab … Farid
Dominique Blanc … Δρ Challes
Moussa Mansaly … Toussaint
Nailia Harzoune … Samia
Franck Falise … Steeve
Yannick Renier … Francois
Anne Benoit … Christiane
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Grand Corps Malade, Fadette Drouard
Παραγωγή: Eric Altmayer, Nicolas Altmayer, Jean-Rachid
Μουσική: Angelo Foley
Φωτογραφία: Antoine Monod
Μοντάζ: Laure Gardette
Σκηνικά: Sylvie Olive
Κοστούμια: Claire Lacaze
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Patients
- Ελληνικός Τίτλος: Ένα Βήμα τη Φορά
- Διεθνής Τίτλος: Step by Step
Σεναριακή Πηγή
- Μυθιστόρημα: Patients του Grand Corps Malade.
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, σενάριο, πρωτοεμφανιζόμενο σκηνοθέτη και υποσχόμενο ηθοποιό (Pablo Pauly) στα Cesar.
Παραλειπόμενα
- Βασίζεται σε αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα του Grand Corps Malade (γνωστού κι ως Fabien Marsaud). Περισσότερο διάσημος για τις τραγουδιστικές ικανότητες του, τη σλαμ ποίηση και τους στίχους του.
- Σκηνοθετικό ντεμπούτο στη μεγάλη οθόνη τόσο για τον Grand Corps Malade όσο και τον Mehdi Idir.
Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης
Έκδοση Κειμένου: 14/3/2017
Βασισμένη στην ομώνυμη αυτοβιογραφική νουβέλα του Grand Corps Malade που σκηνοθετεί το φιλμ μαζί με τον Mehdi Idir και συνυπογράφει τη σεναριακή διασκευή με τη βοήθεια της Fadette Drouard, η ταινία αφηγείται την ιστορία του Ben, ενός νεαρού αθλητή με φιλοδοξίες στον χώρο του μπάσκετ, που ύστερα από ένα ατύχημα σε μια πισίνα καταλήγει σε ένα κέντρο ειδικής φροντίδας όντως εν μέρει τετραπληγικός μετά από το συμβάν. Θα γνωριστεί με αρκετούς από τους ασθενείς εκεί μέσα, με τους οποίους θα χτίσει φιλικές σχέσεις, όπως και με τους γιατρούς που τον βοηθούν να ανακτήσει την κίνηση των παραλυμένων άκρων του προσπαθώντας σταδιακά να επανέλθει στον τρόπο ζωής του πριν το ατύχημα.
Έχοντας βλέψεις να πάρει λίγη από τη λάμψη και το ανθρωπιστικό μεγαλείο της ταινίας-πρότυπο για την ίδια που δεν είναι άλλη από το υπερεπιτυχημένο και σίγουρα ανώτερο ποιοτικά «Άθικτοι» (που συμπωματικά είχε και πάλι στο τιμόνι της σκηνοθεσίας ένα δίδυμο), το συγκεκριμένο φιλμ ωστόσο δεν πέφτει στην παγίδα της φτηνής απομίμησης και καταφέρνει με τον δικό του τρόπο να ξεχωρίσει θετικά από το σωρό. Προσεγγίζοντας την κοινότητα των ΑμεΑ με τρυφερότητα, χωρίς φτηνούς συναισθηματισμούς, με αυθεντική συμπόνια, αλλά και ζεστό χιούμορ ως αλατοπίπερο, η ταινία των Malade και Idir θα μπορούσε να χαρακτηριστεί γήινη και ανθρώπινη με τον ευρωπαϊκό τρόπο. Δεν υπάρχουν εδώ μεγάλες κορυφώσεις, έντονες εξάρσεις του δράματος, εμπνευσμένα λογύδρια και στιγμές μεγαλείου, παρά μόνο η απλή καθημερινότητα μιας ομάδας ανθρώπων που προσπαθεί να ξεπεράσει συλλογικά τις δυσκολίες μιας ζωής με κινητικά προβλήματα, επιδεικνύοντας αλληλεγγύη κι ευσπλαχνία ο ένας στον άλλον.
Ύστερα από μια εναρκτήρια σκηνή γυρισμένη από την υποκειμενική οπτική γωνία του ήρωα που θυμίζει το «Σκάφανδρο και η Πεταλούδα», το εύρημα αυτό σύντομα εγκαταλείπεται για μια σαφώς πιο συμβατική και παραδοσιακή κινηματογράφηση (με εξαιρέσεις κάποιες βιντεοκλιπίστικες εξάρσεις με μοντάζ που αποτυπώνουν το πέρασμα ενός χρονικού διαστήματος, οι οποίες όμως δεν είναι κακόγουστες), η οποία όμως λειτουργεί για την αποτελεσματική εξιστόρηση των βιωμάτων του χαρακτήρα του Ben. Οι χαρακτήρες είναι τρισδιάστατοι, με αληθοφανές υπόβαθρο και οι διάλογοι μεταξύ τους ζουμεροί και ρεαλιστικοί, κάτι που καθιστά την παρακολούθηση των δρώμενων εξαιρετικά ευχάριστη, παρότι όπως ειπώθηκε και πριν λείπουν πραγματικά εντυπωσιακές κι εκρηκτικές στιγμές (χωρίς να σημαίνει ότι απουσιάζει το δράμα). Το «Ένα Βήμα τη Φορά» αφουγκράζεται με ειλικρίνεια και αυθεντικότητα τόσο την εξοντωτική και δύσκολη πλευρά να είναι κάποιος άτομο με ειδικές ανάγκες, όσο και τις λυτρωτικές στιγμές εκείνες που υπερβαίνουν το κομμάτι του σώματος και αποζημιώνουν, και δεν είναι άλλες από αυτές που προσφέρουν έστω λίγη ανακούφιση και κουράγιο παραπάνω, ένα χαμόγελο συμπαράστασης, μια εξομολογητική συζήτηση, ένα άγγιγμα στοργής και κατανόησης, μικρές χειρονομίες που αποκτούν αυξανόμενη σημασία σε μια τόσο ειδική περίσταση όπως η συγκεκριμένη.
Είναι αλήθεια ότι η χαμηλών τόνων αυτή δραματική κομεντί θα μπορούσε να ωφεληθεί από μερικές πιο δυνατές σκηνές που θα ξεχώριζαν και θα απογείωναν το σύνολο, και πως παρόλο που βλέπεται με αμείωτο ενδιαφέρον, ποτέ δεν προκαλεί τον ενθουσιασμό ή την έκπληξη. Επίσης, το ρομάντζο που αρχίζει να χτίζεται από τα μισά της διάρκειας δεν αναπτύσσεται ικανοποιητικά και η κατάληξή του είναι μάλλον απογοητευτική, αν και γενικότερα η ύπαρξή του δεν φαντάζει απαραίτητη στο έργο. Επιπλέον, μια σκηνοθετική ματιά με πιο ισχυρή αίσθηση της ταυτότητας θα προσέθετε μια πιο ξεχωριστή πινελιά. Παρόλες αυτές τις αδυναμίες, η μεγάλη καρδιά του εγχειρήματος είναι κάτι που δεν γίνεται να αμφισβητηθεί, όπως και η αίσθηση του βιωματικού που διατρέχει το σενάριο. Οι ερμηνείες ακολουθούν το ύφος του φιλμ, περιγράφοντας προσιτούς, μη προσποιητούς χαρακτήρες, δίχως σκηνές που να απαιτούν δεξιότητες στα άκρα, με τον συμπαθή πρωταγωνιστή Pablo Pauly να σηκώνει στους ώμους την ουσία της ταινίας και τον Soufiane Guerrab να σιγοντάρει ικανοποιητικά ως Farid δημιουργώντας μια αποτελεσματική χημεία. Σε γενικές γραμμές, μια καλοπροαίρετη, απλή, αλλά ευγενής σε συναισθήματα προσπάθεια, κάτι που δεν είναι και ιδιαίτερα σύνηθες στην πρόσφατη κινηματογραφική παραγωγή.
Βαθμολογία: