Η επική ιστορία του Χένρι του Πεταλούδα, ενός διαρρήκτη χρηματοκιβωτίων του παριζιάνικου υποκόσμου, ο οποίος κατηγορείται άδικα για έναν φόνο και τελικά καταδικάζεται σε ισόβια για να εκτίσει την ποινή του σε ένα ξακουστό σωφρονιστικό ίδρυμα που βρίσκεται στο «Νησί του Διαβόλου». Αποφασισμένος να ξανακερδίσει την ελευθερία του, ο Πεταλούδας συμμαχεί με έναν ιδιόρρυθμο παραχαράκτη που με αντάλλαγμα την προστασία του, προσφέρεται να χρηματοδοτήσει την απόδραση του.

Σκηνοθεσία:

Michael Noer

Κύριοι Ρόλοι:

Charlie Hunnam … Henri ‘Papillon’ Charriere

Rami Malek … Louis Dega

Yorick van Wageningen … δεσμοφύλακας Barrot

Roland Moller … Celier

Tommy Flanagan … Masked Breton

Eve Hewson … Nennete

Michael Socha … Julot

Brian Vernel … Guittou

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Aaron Guzikowski

Παραγωγή: Ram Bergman, Roger Corbi, David Koplan, Joey McFarland

Μουσική: David Buckley

Φωτογραφία: Hagen Bogdanski

Μοντάζ: John Axelrad, Lee Haugen

Σκηνικά: Tom Meyer

Κοστούμια: Bojana Nikitovic

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Papillon
  • Ελληνικός Τίτλος: Ο Πεταλούδας

Άμεσοι Σύνδεσμοι

Σεναριακή Πηγή

  • Αυτοβιογραφίες: Papillon και Banco του Henri Charriere.
  • ΣενάριοΟ Πεταλούδας (1973) των Dalton Trumbo, Lorenzo Semple Jr.

Παραλειπόμενα

  • Πρώτη αγγλόφωνη ταινία για τον δανό Michael Noer.
  • Η ταινία γυρίστηκε σε διαφορετικά μέρη ανά την Ευρώπη: Μάλτα, Μαυροβούνιο και Βελιγράδι.
  • Ο Charlie Hunnam έχασε 18 κιλά αποκλειστικά λόγω των σκηνών με την απομόνωση.

Κριτικός: Φίλιππος Χατζίκος

Έκδοση Κειμένου: 1/9/2018

Ο Πεταλούδας είναι ένας γοητευτικός μπον βιβέρ διαρρήκτης τραπεζών στο Παρίσι του μεσοπολέμου. Η ζωή του διαταράσσεται βιαίως όταν κατηγορείται και συλλαμβάνεται άδικα για το φόνο ενός νταβατζή. Καταδικάζεται σε ισόβια κάθειρξη, ποινή την οποία πρόκειται να εκτίσει στο διαβόητο νησί του Διαβόλου. Προκειμένου να εξαντλήσει κάθε ελπίδα για τη λυτρωτική απόδραση, αναγκάζεται να συμμαχήσει με έναν άλλον κρατούμενο, τον πλούσιο μα «ασθενικό» Ντεγκά. Ανάμεσα στους δύο άντρες θα αναπτυχθεί μία συγκλονιστική σχέση, στα όρια της ανθρώπινης επιβίωσης.

Η ιδέα ενός ριμέικ του θρυλικού Πεταλούδα είναι βέβαιο πως οδεύει σε μία μουδιασμένη υποδοχή από κοινό και κριτικούς, πόσο μάλλον όταν η πρεμιέρα του φιλμ συμπίπτει και με την κυκλοφορία της επανέκδοσης του κλασικού φιλμ. Η ταινία ξεκινά με μία εξαιρετικά βιαστική εισαγωγή στην οποία παρατίθενται στιγμές από τη ζωή του Πεταλούδα πριν τη φυλάκισή του, η οποία πιθανώς συμπεριλήφθηκε σε μία ανεπιτυχή προσπάθεια να ξεχωρίσει από την ταινία του Σάφνερ. Ευτυχώς όμως, με το πέρασμα της ταινίας στο κύριο μέρος της, ο Δανός δημιουργός μοιάζει να αντιλαμβάνεται τη ματαιότητα τούτης της προσπάθειας και αφήνεται σε όσα ενώνουν το έργο του με το παλαιότερο φιλμ.

Έτσι λοιπόν, όπως και ο Ουίλιαμ Σάφνερ προ τεσσάρων δεκαετιών και πλέον, ο Μάικλ Νόερ αποσυνδέει την ταινία του από τα στοιχεία του αρχετυπικού prison movie και τη δομεί περισσότερο σαν ταινία επιβίωσης. Άλλωστε, η αληθινή ιστορία στην οποία βασίζεται μέσω των γραπτών του πραγματικού Πεταλούδα είναι από μόνης εκπληκτικά larger than life. Ο Πεταλούδας του εικοστού πρώτου αιώνα είναι (και αυτός) ένα έργο σκληροτράχηλο και χωρίς στρογγυλεμένες γωνίες και ταυτόχρονα μια ωδή στη φιλία ως μέσο επιβίωσης. Μία σύνδεση ζωής που ευδοκιμεί στο πιο άγονο μέρος και γιγαντώνεται από τα βάσανα των ηρώων. Αναλύει το δέσιμο των δύο χαρακτήρων με σαγηνευτική προσήλωση, παρατηρώντας τους να αναζητούν με απαράμιλλο πάθος μία ανάσα ελευθερίας. Μία ελευθερία που έχει διαφορετική σημασία για τον καθένα από αυτούς, όπως άλλωστε και για τον κάθε άνθρωπο.

Τούτη η ωδή στην αδήριτη ανάγκη για ελευθερία, παρότι δεν κομίζει κάτι ξεχωριστό ή νέο στη διαλεκτική του κλασικού έργου και βυθίζεται σε μία αίσθηση επανάληψης, βλέπεται ευχάριστα από έναν καλοπροαίρετο θεατή. Είναι τόσο συγκλονιστική η επαφή του Παπιγιόν με τον Ντεγκά, την οποία υπηρετούν αξιοπρεπώς οι Χάναμ και Μάλεκ, και τόσο μεγαλειώδης η αντοχή των χαρακτήρων σε όλες τις κακουχίες, που το ρίγος βρίσκει και πάλι τον τρόπο να τρυπώσει στην καρδιά.

Συνολικά πάντως, αυτό που μοιάζει να αφαιρέθηκε και να κόστισε παραπάνω από όλα είναι η αφτιασίδωτη και συχνά άκομψη ποιητικότητα του εμβληματικού φιλμ του Σάφνερ. Και τούτο γιατί είναι συνειδητή η επιλογή το ριμέικ να κινηθεί στις ίδιες ράγες με το αρχικό έργο. Γι’ αυτό και μπορεί να ονομαστεί ριμέικ, διαφορετικά θα ήταν δεύτερη κινηματογραφική ανάγνωση στα γραπτά του Πεταλούδα. Η έλλειψη της ιδιάζουσας ποιητικής αύρας λοιπόν, μαζί με μία σημαντική αρρυθμία στη μέση του φιλμ, είναι που οδηγούν τον θεατή σε μία σχετική αποσύνδεση από τους χαρακτήρες, θέτουν μία απόσταση ανάμεσα σε θεατή και φιλμικό κείμενο που το παλαιό φιλμ καταργούσε αυτόματα. Όπως και να χει, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς το λόγο για τον οποίο ο θεατής θα επιλέξει να παρακολουθήσει τη συγκεκριμένη ταινία αντί για αυτήν του 1973.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

19 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *