Η Φλοράνς κι ο Βενσάν τα έχουν πετύχει όλα. Καταπληκτικές δουλειές, έναν τέλειο γάμο, τρία υπέροχα παιδιά. Και τώρα θέλουν το διαζύγιό τους να έχει ανάλογη επιτυχία. Όταν όμως παίρνουν ταυτόχρονα την προαγωγή που πάντα ονειρεύονταν για μια καριέρα στο εξωτερικό, η μέχρι τώρα απόλυτα πολιτισμένη σχέση τους μετατρέπεται σε εφιάλτη. Από δω και στο εξής βγαίνουν τα μαχαίρια: οι δύο υποδειγματικοί πρώην κηρύσσουν πόλεμο και θα κάνουν τα πάντα για να μην αποκτήσουν την κηδεμονία των παιδιών.

Σκηνοθεσία:

Martin Bourboulon

Κύριοι Ρόλοι:

Laurent Lafitte … Vincent Leroy

Marina Fois … Florence Leroy

Alexandre Desrousseaux … Mathias Leroy

Anna Lemarchand … Emma Leroy

Achille Potier … Julien Leroy

Judith El Zein … Virginie

Michael Abiteboul … Paul

Michel Vuillermoz … Guy Coutine

Anne Le Ny … η δικαστής

Eric Naggar … καθηγητής Malinvaud

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Matthieu Delaporte, Alexandre de La Patelliere, Guillaume Clicquot de Mentque

Παραγωγή: Alexandre de La Patelliere, Dimitri Rassam

Μουσική: Jerome Rebotier

Φωτογραφία: Laurent Dailland

Μοντάζ: Virginie Bruant

Σκηνικά: Stephane Taillasson

Κοστούμια: Anne Schotte

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Papa ou Maman
  • Ελληνικός Τίτλος: Με τον Μπαμπά ή τη Μαμά;
  • Διεθνής Τίτλος: Daddy or Mommy

Άμεσοι Σύνδεσμοι

Παραλειπόμενα

  • Μεγάλη εμπορική επιτυχία στη Γαλλία (2,7 εκατομμύρια εισιτήρια), με συνέπεια να γίνει ριμέικ το 2017 τόσο στην Ιταλία όσο και τη Γερμανία, αλλά και στην Ισπανία το 2021. Άμεσα ήρθε κι ένα σίκουελ, ενώ το 2018 μετατράπηκε σε τηλεοπτική σειρά.

Κριτικός: Φίλιππος Χατζίκος

Έκδοση Κειμένου: 29/7/2015

Παραμονή πρωτοχρονιάς του έτους 2000. Ένα όμορφο και ευτυχισμένο φοιτητικό ζευγάρι περνάει τις τελευταίες στιγμές της προηγούμενης χιλιετίας με απροσδόκητο τρόπο. Αυτός επιθυμεί, ακόμα και αυτή την ακατάλληλη ώρα, να μελετήσει, προκαλώντας τον εκνευρισμό της. Σε μια κρίση παιδικού παροξυσμού, αυτή αρπάζει τον υπολογιστή του και αρχίζει να τρέχει, προκαλώντας τον να την κυνηγήσει για τον πάρει πίσω, δίχως όμως αποτέλεσμα. Ο υπολογιστής καταλήγει θρυμματισμένος στο έδαφος και το ζευγάρι αγκαλιάζεται σπινθηροβόλα, παίρνοντας μια γεύση του απεριόριστου του νεανικού έρωτα.

Με αυτήν την άκρως εντυπωσιακή σεκάνς ο Μαρτίν Μπουρμπουλόν μας εισάγει στην ταινία του και μας συστήνει τους πρωταγωνιστές του. Στη συνέχεια μας προσγειώνει ανωμάλως στο σήμερα, όπου το ζευγάρι βρίσκεται πια αντιμέτωπο με τα συναισθηματικά αδιέξοδα της ενήλικης ζωής. Ο Vincent (Λοράν Λαφίτ) και η Florence (Μαρίνα Φουά) είναι δύο επιτυχημένοι επαγγελματίες που έχουν φτιάξει μια κατά τα φαινόμενα τέλεια πενταμελή οικογένεια, αφημένοι να παρατηρούν ανήμποροι την πάλαι ποτέ αδάμαστη φλόγα της σχέσης τους να σβήνει. Παίρνουν, λοιπόν, την ώριμη επιλογή του μέσου Ευρωπαίου: διαζύγιο και από κοινού άσκηση της επιμέλειας των τέκνων. Μόνο που τα τέκνα, σωστά θεριά, δεν το δέχονται εύκολα. Σαν να μη έφταναν αυτά, όταν προκύπτει ταυτόχρονα προοπτική εργασιακής ανέλιξης για τον Βενσάν στην Αϊτή και για τη Φλοράνς στη Δανία και τα παιδιά είναι πλέον υποχρεωμένα να διαλέξουν με ποιον θα μείνουν, οι κωμικοτραγικοί γονείς κάνουν τα πάντα για να αποτελέσουν ο καθένας την πιο αποκρουστική επιλογή, αφήνοντάς τα να διαλέξουν ανάμεσα σε μια φαιδρή Σκύλλα και μια σαχλή Χάρυβδη.

Το γαλλικό σινεμά, ακόμα και όταν δεν γεννά ταινίες -σταθμούς, έχει αποδειχθεί εξαιρετικά ανθεκτικό σε κινηματογραφικά κλισέ και νόρμες, ειδικά όταν αγγίζει είδη που είναι ιδιαζόντως δεκτικά σε αυτά, όπως η κομεντί. Περίτρανη απόδειξη αυτού αποτελούν τα πρόσφατα επιτυχημένα Για Όλα Φταίει τ’ Όνομά σου!, της ίδιας συγγραφικής ομάδας με την παρούσα ταινία, και Πες μου τ’ Όνομά σου. Έτσι και εν προκειμένω, η ταινία δεν αναλώνεται σε ασυγχώρητες ευκολίες και στρογγυλοποιήσεις. Ωστόσο, ο σκηνοθέτης φαίνεται να χάνει το μέτρο μεταξύ γέλιου και δράματος, οδηγώντας το έργο του σε ένα αποτέλεσμα αποσπασματικά ενδιαφέρον και άνισο. Οι αρχικά ευφάνταστες κωμικές καταστάσεις που δημιουργούν οι δύο πρωταγωνιστές είναι επαναλαμβανόμενες, με αποτέλεσμα να κουράζουν, ενώ παράλληλα δεν επιτρέπουν στα πραγματικά ερωτήματα της ταινίας να εγερθούν. Απεικονίζονται αυτοί με γλυκό, συμπονετικό φίλτρο, αντιμέτωποι με τα βάρη της σχέσης, λησμονώντας πως ο αγώνας για την προσωπική ευδαιμονία είναι διαρκής και βυθισμένοι σε ψευδεπίγραφα αδιέξοδα. Ο σκηνοθέτης μας καλεί μέσω του ζευγαριού να θυμηθούμε ότι η σχέση είναι ένα παιχνίδι κυριαρχίας δίχως νικητή και πως αν κοιτάξουμε τη γενική εικόνα μπορούμε να τα καταφέρουμε, ενώ αν επιδοθούμε σε λεπτομερειακή ανάλυση των διαφορών μας, θα επιτύχουμε το χάος. Το κάλεσμά του όμως, παρότι βαθιά ανθρώπινο, βυθίζεται στην ακραία παιδιάστικη συμπεριφορά των ηρώων του που, αν και είναι εκεί για να εξυπηρετήσει το μήνυμα του, τελικώς αποπροσανατολίζει το φιλμ.

Επιπλέον, οι μουσικές επιλογές είναι αταίριαστες και κάπως εκβιαστικές (το Modern Love του Μπάουι ίσως πρέπει να αποσυρθεί μετά την κορυφαία χρήση του στο Frances Ha), ενώ και η χημεία του ζευγαριού δεν είναι η καλύτερη. Ο πρωτόπειρος Μπουρμπουλόν επιλέγει κάποια ιδιαίτερα πλάνα, δίνοντας στο φιλμ έναν συνολικά ασυνήθιστο τόνο, που βέβαια δεν αρκεί για να το απογειώσει. Επιπλέον, οι αναφορές στο γουντιαλλενικό Παντρεμένα Ζευγάρια, με την παρόμοια σκηνή αναγγελίας του χωρισμού σε ένα φιλικό ζευγάρι, και πολύ περισσότερο στον Πόλεμο των Ρόουζ, με τις σκηνές της οικιακής καταστροφής, μοιάζουν λιγάκι βεβιασμένες, χωρίς βέβαια να είναι ασύμβατες με το συνολικό κλίμα της ταινίας.

Συνολικά, πρόκειται για ένα έργο που μολονότι διαθέτει ευχάριστη ατμόσφαιρα και αρκετή φαντασία, δεν καταφέρνει τελικώς να κοινωνήσει την ουσία του στο θεατή. Το ιδανικό σημείο τομής μεταξύ χιούμορ και δραματικής έντασης, αυτό που θα έκανε το τελικό αποτέλεσμα αξιοσημείωτο και αποτελεί το στόχο κάθε συναφούς ταινίας, είναι δυστυχώς εξαρχής απόν. Παρολ’ αυτά, πρόκειται για μια σχετικά αξιοπρεπή πρόταση που δεν θα απογοητεύσει τους φανατικούς οπαδούς της γαλλικής κομεντί.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

12 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *