Σε μια μικρή πόλη του Κολοράντο, το Χολτ, η Άντι Μουρ κάνει μια απροσδόκητη επίσκεψη σε έναν γείτονα της, τον Λούις Γουόλτερς. Ο σύζυγος της έφυγε από τη ζωή πριν χρόνια, το ίδιο και η σύζυγος του Λούις, και ενώ ζουν σε μικρή πόλη και είναι γείτονες επί δεκαετίες, δεν έτυχε ποτέ να έχουν ιδιαίτερη επαφή. Τα παιδιά τους ζουν μακριά και αυτοί μένουν ολομόναχοι στα μεγάλα τους σπίτια. Η Άντι θα προσπαθήσει να καθιερώσει μια επαφή ανάμεσα τους, κάνοντας ό,τι καλύτερο μπορεί για το υπόλοιπο της ζωής τους.

Σκηνοθεσία:

Ritesh Batra

Κύριοι Ρόλοι:

Robert Redford … Louis Waters

Jane Fonda … Addie Moore

Iain Armitage … Jamie Moore

Matthias Schoenaerts … Gene Moore

Judy Greer … Holly Waters

Phyllis Somerville … Ruth Joyce

Bruce Dern … Dorlan Becker

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Scott Neustadter, Michael H. Weber

Παραγωγή: Finola Dwyer, Robert Redford, Erin Simms

Μουσική: Elliot Goldenthal

Φωτογραφία: Stephen Goldblatt

Μοντάζ: John F. Lyons

Σκηνικά: Jane Ann Stewart

Κοστούμια: Wendy Chuck

 

  • Κυριότερη Προβολή στην Ελλάδα: Video-on-Demand.
  • Παγκόσμια Κριτική Αποδοχή (Μ.Ο.): Θετική.

Τίτλοι

Αυθεντικός Τίτλος: Our Souls at Night

Ελληνικός Τίτλος: Οι Ψυχές μας τη Νύχτα

Σεναριακή Πηγή

  • Μυθιστόρημα: Our Souls at Night του Kent Haruf.

Παραλειπόμενα

  • Βασίζεται στο ομότιτλο βιβλίο του Kent Haruf, ο οποίος το έγραψε στα 71 του, κι ενώ βρισκόταν στη φυλακή με τη θανατική ποινή να τον περιμένει. Εντέλει τον πρόλαβε ο καρκίνος του πνεύμονα.
  • Έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο φεστιβάλ της Βενετίας, αλλά άμεσα κατέληξε στο Netflix, όπου και άνηκε ως παραγωγή.

Εξωτερικοί Σύνδεσμοι

Κριτικός Δημήτρης Κωνσταντίνου-Hautecoeur

Έκδοση Κειμένου: 2/10/2018

Η τελευταία ταινία του Robert Redford πριν από την… τελευταία -επισήμως- ταινία του Robert Redford («Ο Κύριος και το Όπλο»), το «Our Souls at Night» σηματοδοτεί και την τελική του συνάντηση με την Jane Fonda επί του κινηματογραφικού πανιού μετά από μια χρόνια σειρά συνεργασιών (και ιδίως το «Ξυπόλυτοι στο Πάρκο»). Σκηνοθετημένο από τον Ινδό Ritesh Batra του προ τετραετίας «Lunchbox», πρόκειται και για μια αξιοπρόσεκτη στροφή στη φιλμογραφία του συγγραφικού διδύμου Neustadter – Weber, εξειδικευμένου σε νεανικές δραμεντί («500 Μέρες με τη Σάμερ», «Το Λάθος Αστέρι»), που, παραμένοντας σε ρομαντικό ύφος, ρίχνει το βλέμμα του για πρώτη φορά στην τρίτη ηλικία.

Λοιπόν, το φιλμ δεν αλλάζει τα κινηματογραφικά δεδομένα, αλλά ούτε κι έχει ποτέ τέτοιο στόχο. Μια από αυτές τις ταινίες. Σχεδόν «Linklater-ική», ως προς την αγάπη της για την απλότητα και την αξία των μικρών στιγμών. Συνειδητά «μικρή», άνευ δραματικών συγκρούσεων και διακυβευμάτων ζωής και θανάτου, αρκείται στη χαμηλόφωνη παρατήρηση της εξέλιξης μιας σχέσης -αργής, καθημερινής, απλής. Ταυτόχρονα, αφήνεται με κλειστά τα μάτια στη χημεία, την ερμηνευτική δύναμη και την κινηματογραφική ιστορία του επί της οθόνης ζευγαριού, ικανό να σε παρασύρει με την παραμικρή ανταλλαγή βλέμματός του. Ιδίως ο Redford δείχνει να κατέχει τόσο πολύ το ρόλο του, ώστε σε κάθε ρυτίδα του προσώπου του αντανακλούνται, θαρρείς, κομμάτια κινηματογραφικού παρελθόντος.

Ανέφερα παραπάνω τον Linklater. Βεβαίως, το φιλμ δεν είναι Linklater. Εκεί που ο -εραστής της κινηματογραφικής λιτότητας- δημιουργός της τριλογίας «Before» θα είχε το θάρρος να αναμετρηθεί κατά μέτωπο με το καθημερινό «τίποτα», ανάγοντάς το σε φιλοσοφία, κάπου εκεί το «Our Souls at Night» διστάζει. Η πολλή ησυχία το απωθεί και το σενάριο αποφεύγει να αφήσει τις σκηνές του να αναπτυχθούν φυσικά σε μάκρος κινηματογραφικού χρόνου, έχοντας τη διαρκή ανάγκη να μας δείξει γρήγορα τι γίνεται «μετά». Μα έτσι, χάνεται η στιγμή, χάνεται το βάθος της συναναστροφής, της συναισθηματικής σύνδεσης που υφίσταται σαφώς, μα που εντέλει αποτυπώνεται μάλλον περιγραφικά. Η απουσία σύγκρουσης και διακυβεύματος εκτείνεται σε μάκρος αντί σε βάθος κι έτσι από ένα σημείο κι έπειτα γίνεται πράγματι αισθητή ως προβληματική, τουλάχιστον εν μέρει. Ειδικά ο χαρακτήρας του υπέροχου Redford ουσιαστικά χάνει κάθε δραματικό ενδιαφέρον μετά την πρώτη πράξη.

Με άλλα λόγια, είναι εύκολο να πεις «δεν συμβαίνει τίποτα» κι είναι εύκολο να βαρεθείς. Κι εδώ δεν ευσταθεί η δικαιολογία του Linklater ότι «έτσι είναι η ζωή». Το φιλμ του Batra δεν εμπιστεύεται τη ζωή όσο θα έπρεπε. Αλλά ας μην είμαστε αχάριστοι κι ας αναγνωρίσουμε ότι, κι ως έχει, ήδη την εμπιστεύεται πολύ περισσότερο από το μέσο Χολιγουντιανό δράμα, αρκετά ώστε να μην αναζητά κανένα εμπορικό στήριγμα σε θορυβώδεις μελοδραματισμούς. Μοιάζει περισσότερο με ένα θερμό τηλεφώνημα δύο αγαπημένων προσώπων παρά με μια σφιχτή αγκαλιά, μα όταν τα δύο πρόσωπα είναι ο Robert Redford και η Jane Fonda, τότε τι θα κάνουμε, δεν θα κάτσουμε να ακούσουμε;

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

13 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *