Τέσσερα στιγμιότυπα από τις ζωές τεσσάρων γυναικών… Η νεαρή Σάντρα που μετακομίζει στο Παρίσι και συναντά την καταστροφή. Η νεαρή Καρίν περνά μια ζωή με αναποδιές και δραπετεύσεις από το σπίτι, μια και όλα είναι καλύτερα μακριά από την οικογένεια της. Η μικρή Κίκι, όπου ένα παιχνίδι κρυφτού μετατρέπεται σε τραγωδία. Τέλος, η ενήλικη Ρενέ, μια γυναίκα που νόμιζε ότι ήταν ασφαλής από το παρελθόν της. Σταδιακά, αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε ότι και οι τέσσερις αυτές είναι διαφορετικές όψεις της ίδιας γυναίκας.

Σκηνοθεσία:

Arnaud des Pallieres

Κύριοι Ρόλοι:

Adele Haenel … Renee

Adele Exarchopoulos … Sandra

Solene Rigot … Karine

Vega Cuzytek … Kiki

Jalil Lespert … Darius

Gemma Arterton … Tara

Nicolas Duvauchelle … ο πατέρας της Kiki

Sergi Lopez … Maurice

Karim Leklou … Antonio

Jonas Bloquet … Patrick

Sarah Suco … ραδιολόγος

Jennifer Decker … η μητέρα της Kiki

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Arnaud des Pallieres, Christelle Berthevas

Παραγωγή: Michel Klein, Serge Lalou

Φωτογραφία: Yves Cape

Μοντάζ: Arnaud des Pallieres, Guillaume Lauras, Emilie Orsini

Σκηνικά: Guillaume Deviercy

Κοστούμια: Nathalie Raoul

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Orpheline
  • Ελληνικός Τίτλος: Σε Τέσσερις Χρόνους
  • Διεθνής Τίτλος: Orphan

Παραλειπόμενα

  • Κόστισε 4,6 εκατομμύρια ευρώ, αλλά τα έσοδα του δεν ξεπέρασαν τα 360 χιλιάδες δολάρια. Παρόλα αυτά, είχε πάρει διανομή σε αρκετές χώρες.

Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης

Έκδοση Κειμένου: 27/3/2017

Η ενδιαφέρουσα αλλά με ουκ ολίγες αδυναμίες ταινία του Arnaud des Pallieres («Ο Θρύλος του Μάικλ Κόλχαας») παρακολουθεί τη διαχρονική πορεία μιας νέας γυναίκας σε τέσσερα διαφορετικά στάδια της ζωής της, από την παιδική ηλικία μέχρι την ενηλικίωση. Με μια μη γραμμική αφήγηση, που μεταφέρεται από τη μια ηλικία στην άλλη χωρίς να γίνεται αυτό με αυστηρή χρονολογική σειρά, αποτυπώνονται διάφοροι σημαντικοί σταθμοί στη ζωή της κοπέλας αυτής, πότε ανατρέχοντας σε ένα τραύμα των παιδικών χρόνων, πότε απεικονίζοντας την άστατη εφηβική ζωή της ως μονίμως απούσα από το σπίτι, πότε δείχνοντάς την ενήλικη να μπλέκεται στον κόσμο του ιπποδρόμου και πότε αργότερα προσπαθώντας να αποκτήσει ένα παιδί με τον άντρα που αγαπάει έχοντας αφήσει πίσω της το παρελθόν.

Το κύριο αυτό εύρημα του φιλμ είναι που το εντάσσει στα χωράφια του αξιοπερίεργου, αλλά η αλήθεια είναι πως στην πραγματικότητα δεν υπάρχει συγκεκριμένος λόγος που καθιστά τόσο απαραίτητη αυτού του τύπου την εξιστόρηση, πέραν του να δημιουργήσει επιφανειακές εντυπώσεις για την υποτιθέμενη αντισυμβατικότητά της. Διότι ακόμη και στα ερωτηματικά που υπάρχουν κατά τη διάρκεια του φιλμ, ως προς τα αίτια του τρόπου δράσης της ηρωίδας δεν υπάρχει ουσιαστική απάντηση. Οι αναδρομές στις νεότερες ηλικίες της πρωταγωνίστριας δεν προσφέρουν κάποια ικανοποιητική εξήγηση, πέραν κάποιων κλισέ (άσχημη συμπεριφορά γονέων, ένα καθοριστικό τραυματικό γεγονός), για να αποπειραθεί μια βαθύτερη κατάδυση στην ψυχοσύνθεσή της. Το δε εύρημα των πολλαπλών ηθοποιών που υποδύονται έναν μονάχα ρόλο σε βάθος χρόνου (που έχει χρησιμοποιηθεί και στο «Παλινδρομές» του Todd Solondz, αλλά για έναν χαρακτήρα με σταθερή ηλικία κατά τη διάρκεια του φιλμ), χρησιμοποιήθηκε σίγουρα πολύ πιο αποτελεσματικά στο οσκαρικό «Moonlight» χάρη σε ένα καλογραμμένο σενάριο και μια σωστή σκηνοθετική καθοδήγηση από τον Barry Jenkins που έδινε την εντύπωση της συνέχειας μεταξύ των ατόμων που καλούνταν να παίξουν τον κεντρικό χαρακτήρα, πως συμπεριφέρονταν με παρόμοιο τρόπο κι έδιναν προσοχή ακόμη και σε κινησιολογικές λεπτομέρειες για αυτό το αποτέλεσμα. Εδώ δεν υπάρχει μια παρόμοια αίσθηση, ίσα ίσα που ειδικά στην περίπτωση της Haenel και της Exarchopoulos που υποδύονται την ηρωίδα στα δυο τελευταία ηλικιακά της στάδια, υπάρχει μια χαώδης διαφορά στην προσέγγισή τους, με την πρώτη να εκπέμπει σε χαμηλές συχνότητες και με μετρημένα συναισθηματικά ξεσπάσματα, και τη δεύτερη να φλερτάρει με την εξωστρέφεια και τον εύκολο αισθησιασμό, δημιουργώντας μια σύγχυση ως προς την πραγματική συναισθηματική ταυτότητα του χαρακτήρα (μπορεί βέβαια κάποιος να προβάλλει ως δικαιολογία ότι η ηρωίδα στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα άλλαξε, άρα είναι δικαιολογημένη η μεταστροφή αυτή, μόνο που εδώ δεν γίνεται τόσο ομαλά και πειστικά, με ίχνη του προηγούμενο εαυτού να συνυπάρχουν με την τωρινή εκδοχή του όσο για παράδειγμα από το δεύτερο στο τρίτο μέρος του «Moonlight»). Εκτός βέβαια αν το ζητούμενο ήταν ακριβώς αυτό, δύο ριζικά αλλιώτικες ερμηνείες προκειμένου να υπάρξει και κάτι σαν έμμεσο σχόλιο ως προς τη φύση διαφορετικών σχολών της υποκριτικής τέχνης.

Όπως και να έχει, το πόνημα του des Pallieres δεν εντυπωσιάζει παρόλη την προσπάθειά του να ξεχωρίσει μέσω κόλπων, όπως αυτών που προαναφέρθηκαν. Με τον ερωτισμό επίτηδες να εκλείπει στις ανάλογες σκηνές συνευρέσεων κατά τη διάρκεια του έργου, κινηματογραφημένες με ένα στυλ που επιδιώκει να μιμηθεί αυτό των Dardenne και μια μάλλον πεσιμιστική ματιά στις ανθρώπινες σχέσεις (σχεδόν όλοι οι κεντρικοί ήρωες με τους οποίους συναντιέται η πρωταγωνίστρια καταλήγουν να αποκτούν μια ερωτική σχέση μαζί της που τελειώνει απότομα και άδοξα), το «Σε Τέσσερις Χρόνους» κλείνει με μια απαισιόδοξη κατακλείδα για την ηρωίδα που ακολουθεί στο σύνολο της διαδρομής της, η οποία ωστόσο ταιριάζει με το κλίμα που επικρατεί ακόμη κι αν έρχεται κάπως απότομα. Αν και σίγουρα δεν είναι εντελώς αδιάφορη, η προσπάθεια αυτή μάλλον χάνει την ευκαιρία να αποτελέσει ένα ολοκληρωμένο ψυχογράφημα μιας γυναίκας που ζει στα άκρα λόγω της επιφανειακής της ματιάς.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

9 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *