Η Ψυχή και το Σώμα
- Teströl és Lélekröl
- On Body and Soul
- 2017
- Ουγγαρία
- Ουγγρικά
- Αισθηματική, Δραματική, Σινεφίλ
- 14 Δεκεμβρίου 2017
Δύο εσωστρεφείς άνθρωποι ανακαλύπτουν από απλή τύχη ότι μοιράζονται το ίδιο όνειρο κάθε βράδυ. Αυτό τους παραξενεύει, τους κάνει δύσπιστους, αλλά και λίγο φοβισμένους. Καθώς διστακτικά αποδέχονται αυτό το περίεργο γεγονός, προσπαθούν να αναβιώσουν κατά τη διάρκεια της ημέρας, όλα όσα συμβαίνουν στο κοινό όνειρο τους.
Σκηνοθεσία:
Ildiko Enyedi
Κύριοι Ρόλοι:
Geza Morcsanyi … Endre
Alexandra Borbely … Maria
Reka Tenki … Klara
Zoltan Schneider … Jeno
Ervin Nagy … Sanyi
Zsuzsa Jaro … Zsuzsa
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Ildiko Enyedi
Παραγωγή: Erno Mesterhazy, Andras Muhi, Monika Mecs
Μουσική: Adam Balazs
Φωτογραφία: Mate Herbai
Μοντάζ: Karoly Szalai
Σκηνικά: Imola Lang
Κοστούμια: Judit Sinkovics
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Testrol es Lelekrol
- Ελληνικός Τίτλος: Η Ψυχή και το Σώμα
- Διεθνής Τίτλος: On Body and Soul
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας (Ουγγαρία).
- Χρυσή Άρκτος στο φεστιβάλ Βερολίνου. Επίσης, βραβείο FIPRESCI και βραβείο οικουμενικής επιτροπής.
- Βραβείο γυναικείας ερμηνείας (Alexandra Borbely) στα Ευρωπαϊκά Βραβεία. Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, σκηνοθεσία και σενάριο.
- Καλύτερη ταινία στα εθνικά βραβεία της Ουγγαρίας. Ακόμα 4 βραβεύσεις.
Παραλειπόμενα
- Πρώτη ταινία για την Ildiko Enyedi μετά από 18 χρόνια.
- Πρώτη κινηματογραφική εμφάνιση για τον Geza Morcsanyi, που η πραγματική του δουλειά είναι να διευθύνει έναν μεγάλο εκδοτικό οίκο.
- Μεγάλο μέρος του φιλμ γυρίστηκε σε αληθινό σφαγείο.
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 6/6/2018
Και έρχεται μετά από τόσα και τόσα χρόνια καριέρας, ανάμεσα σε καλές αλλά μη καταξιωμένες ταινίες, και η Ildiko Enyedi παρουσιάζει ό,τι πιο συγκινητικά ρομαντικό έχει να παρουσιάσει ως σήμερα ο 21ος αιώνας! Μια ταινία από μια χώρα που μας έχει κακομάθει στη σινεφιλική έκπληξη, και μάλιστα, μια ταινία που μοιάζει να συνοψίζει την κινηματογραφική πορεία της χώρας της τα τελευταία 50 χρόνια.
Ποιος είπε ότι δεν είναι εύκολο πλέον να βρει κάποιος μια κλασικής σύλληψης ιδέα περί ρομαντισμού. Ποιος πάλι είπε ότι αυτή πρέπει να είναι και πολύπλοκη, ίσως βουτηγμένη στον φουτουρισμό, για να προκαλέσει αίσθηση και καινοτομία. Και η απάντηση της ούγγρας δημιουργού δίνεται με την κάμωση ενός σύγχρονου, όσο κι ενήλικου παραμυθιού, όπου το μεταφυσικό λειτουργεί ως άξονας επεξήγησης της επιστημονικά ανεξήγητης έννοιας του έρωτα. Και μη βιάζεστε να απαντήσετε ότι η επιστήμη έχει δώσει απαντήσεις κι ως προς αυτό (όχι μονάχα τις γνωρίζω, αλλά τις συμμερίζομαι κιόλας), αφού εδώ μιλάμε για τόσο εσωτερική κατάσταση, που μόνο μέσα από τις σελίδες ενός μεσαιωνικού παραμυθιού θα μπορούσε να βγει.
Και είναι όλα τοποθετημένα σε ένα πεδίο δράσης, όπου μονάχα ο έρωτας δεν μπορεί να ανθήσει. Ο Έντρε διευθύνει ένα σύγχρονο σφαγείο, αλλά γνωρίζει ότι για να επιβιώσεις μέσα σε αυτό, πρέπει να λυπάσαι τα ζώα. Από την άλλη, η Μαρία είναι ο κλασικός παραμυθένιος ήρωας, μια πανέμορφη ευφυής κοπέλα, που όμως οι απίθανες ικανότητες του εγκεφάλου της συνυπάρχουν με μια ερμητικά ανώριμη συμπεριφορά, με ψυχολογικά προβλήματα που την κάνουν να φέρεται όπως ο Buster Keaton στις βωβές του ταινίες. Αρχικά, ενώ υπάρχει έλξη, δεν υπάρχει φλόγα, αφού τα δεδομένα και των δύο είναι απαγορευτικά για να υπάρξουν ως ζευγάρι, όχι μόνο μεταξύ τους, αλλά και με τον οποιοδήποτε. Και τότε, από το πουθενά, παρεμβαίνει το μεταφυσικό. Κι αυτό όμως οι ήρωες το αντιμετωπίζουν αρχικά με λογική, ενώ στη συνέχεια το αποδέχονται ακριβώς επειδή η μοναδικότητα του δεν δύναται να αγνοηθεί. Η ταινία τότε αρχίζει να ανεβάζει ρυθμούς εξέλιξης, αφήνει πίσω της όσα έκρινε ότι χρειάζονταν απλά για να συστηθούν οι χαρακτήρες και το περιβάλλον τους, και ξεκινάει ένα ανελέητο παιχνίδι με τον συναισθηματισμό του θεατή. Δίχως μάλιστα να δίνει απαντήσεις περί των μη απαντημένων, δίχως την ανάγκη να θέσει υπό κοινωνικό συμβολισμό τα τεκταινόμενα της. Ανοίγει μεν διαβολεμένα ερωτηματικά, αλλά επιλέγει να αφήσει εσένα να βασανίζεσαι μαζί τους (τοποθετώντας σε έτσι ακόμα πιο βαθιά στην εικόνα).
Θα σε κάνει να νιώσεις παιδί, θα εγείρει την ίδια ώρα τα σινεφιλικά σου ένστικτα, θα σε σεβαστεί στο ρεαλιστικό σου έπακρο ακόμα κι αν σου «πουλάει παραμύθια». Τόσο λεπτά δομημένη, κι όμως δεν μου έδωσε την εντύπωση πως η Enyedi την ξεκίνησε για αυτό που εντέλει κατέληξε. Προδίδει μεν τεράστια ικανότητα, αλλά είναι μια πανόμοια και τόσο συγγενική περίπτωση με τους «Εραστές του Αρκτικού Κύκλου», όπου αυτόνομα η ταινία ξεπερνά τον δημιουργό της. Κι αυτό επειδή δεν αρκεί να παράγεις συναίσθημα, αλλά αυτό πρέπει από μόνο του να τύχει να εκραγεί και να επιφέρει τέτοιου όγκου αποτελέσματα. Λίγοι δημιουργοί μπορούν να πετύχουν κάτι τέτοιο και να το έχουν προμελετημένο, κι αυτοί δεν είναι οι δυο συγκεκριμένοι.
Είναι κρίμα που ενώ δεν είναι φυσιολογικό κάποιος φυσιολογικός άνθρωπος να θέλει να θυσιάσει από την ταινία το οτιδήποτε σε οπουδήποτε επίπεδο της, το φιλμ ως περίβλημα αλλά και με τις πρώτες σκηνές του να τρομάζει ένα «mainstream» κοινό, το οποίο θα μαγευόταν εξίσου με έναν ορκισμένο φίλο της ποιότητας από αυτό. Αλλά έτσι γίνεται πάντα. Τα πολυτιμότερα μέταλλα δεν τα βρίσκεις με ευκολία στην επιφάνεια της γης, αλλά πρέπει να σκάψεις…
Βαθμολογία: