Ένας άντρας εξαφανίζεται χωρίς ν’ αφήσει το παραμικρό ίχνος πίσω του. Η γυναίκα του βρίσκεται δολοφονημένη και όλες οι υποψίες στρέφονται πάνω του. Κι εκείνος, κλεισμένος σε ένα δωμάτιο, χωρίς καμία επαφή με τον έξω κόσμο, προσπαθεί να καταλάβει ποιος και γιατί τον κρατά όμηρο σ’ αυτό το κελί. Σχεδόν 15 χρόνια μετά, καταφέρνει να αποδράσει, με έναν μοναδικό σκοπό: να εκδικηθεί. Η διορία του είναι πέντε μέρες. Για να σκοτώσει ή να πεθάνει…
Σκηνοθεσία:
Chan-wook Park
Κύριοι Ρόλοι:
Min-sik Choi … Dae-su Oh
Ji-Tae Yoo … Woo-jin Lee
Hye-jeong Kang … Mi-do
Dae-han Ji … No Joo-hwan
Byeong-ok Kim … Κος Han
Seung-shin Lee … Yoo Hyung-ja
Dal-su Oh … Park Cheol-woong
Jin-Seo Yoon … Lee Soo-ah
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Chan-wook Park, Joon-hyung Lim, Jo-yun Hwang
Παραγωγή: Dong-Joo Kim, Syd Lim
Μουσική: Yeong-wook Jo
Φωτογραφία: Chung-hoon Chung
Μοντάζ: Sang-beom Kim
Σκηνικά: Seong-hie Ryu
Κοστούμια: Sang-gyeong Jo
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Oldeuboi
- Ελληνικός Τίτλος: Oldboy
- Διεθνής Τίτλος: Oldboy
- Διεθνής Εναλλακτικός Τίτλος: Old Boy
Άμεσοι Σύνδεσμοι
- Η Τελευταία Εκδίκηση (2002)
- Η Εκδίκηση μιας Κυρίας (2005)
- Oldboy (2013)
Σεναριακή Πηγή
- Σειρά κόμικς: Old Boy των Garon Tsuchiya, Nobuaki Minegishi.
Κύριες Διακρίσεις
- Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Κανών. Μέγα βραβείο επιτροπής.
- Καλύτερη ταινία και ακόμα 4 βραβεία στα εθνικά βραβεία της Νότιας Κορέας.
Παραλειπόμενα
- Δεύτερο και διασημότερο κεφάλαιο της Τριλογίας της Εκδίκησης του Chan-wook Park. Συμπληρώνεται με το Η Τελευταία Εκδίκηση (2002) και το Η Εκδίκηση μιας Κυρίας (2005).
- Το μονόπλανο της μονομαχίας χρειάστηκε 17 λήψεις και 3 ημέρες για να βγει όπως το ήθελε ο δημιουργός. Η μόνη στιγμή που γίνεται μοντάζ είναι όταν καρφώνεται το μαχαίρι στην πλάτη του ήρωα, όπου χρειάστηκε ψηφιακή τεχνολογία.
- Στο αρχικό σενάριο υπήρχε αντρικό γυμνό, αλλά ο Yoo Ji-tae άλλαξε γνώμη και αφαιρέθηκε μετά το γύρισμα των σκηνών.
- Η τελική σκηνή με το χιονισμένο τοπίο πραγματοποιήθηκε στη Νέα Ζηλανδία.
- Ο Chan-wook Park δήλωσε πως το όνομα του Oh Dae-su υπάρχει για να θυμίσει τον Οιδίποδα. Υπάρχουν πολλοί παραλληλισμοί της ταινίας με την αρχαία ελληνική τραγωδία του Σοφοκλή.
- Εκτός από το γνωστό αμερικανικό ριμέικ του Spike Lee, το φιλμ έγινε διασκευή και στην Ινδία το 2006 ως Zinda. Παρότι όμως επιβάλλεται να θεωρείται ριμέικ, η ταινία του Μπόλιγουντ δεν θέλησε να θεωρείται ως κάτι τέτοιο, με τους παραγωγούς του κορεατικού φιλμ να προβαίνουν σε έρευνα για κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας.
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 13/9/2023
Δεν ήταν δυνατόν να το είχαμε αντιληφθεί αυτό πίσω στο 2003, όταν καν μια σοφή διορατικότητα δεν μπορούσε να βοηθήσει, αλλά με το Oldboy το παγκόσμιο σινε-σύστημα μετακόμισε οριστικά στην Άπω Ανατολή. Όχι όμως αναγκαστικά με πρωτεύουσα την Κίνα (με τα θαύματα της δεκαετίας του 1990 δεν θα αποτελούσε έκπληξη), αλλά ως επίτιμη τη μικρή Νότια Κορέα, που αναλογικά με τον όγκο της ετήσιας παραγωγής της, είναι σταθερά πλέον η χώρα που εξάγει τις περισσότερες ταινιάρες από οποιαδήποτε άλλη στον πλανήτη. Απλά δεν το έχουμε αποδεχτεί ακόμα (το ελληνικό κοινό δηλαδή, ώστε να ανοίξουν δρόμο και στους διανομείς) σε τέτοιο βαθμό που να φιγουράρουν στις αίθουσες μας κάθε σαιζόν ένα κάρο ταινίες ομιλούσες τη «σχιστομάτικη».
Υπό το βάρος μιας παράδοσης σημαδεμένης από τις ιστορίες εκδίκησης, ο Chan-wook Park ήρθε προπονημένος από τις δύο πρώτες ταινίες της τριλογίας του, και είπε εδώ να καταθέσει ό,τι είχε και δεν είχε (τότε, γιατί αργότερα θα βρει περισσότερα αποθέματα). Η μελέτη του αφορά την ψυχολογία ενός ολόκληρου λαού, που μπορεί να μην είναι ο πιο βίαιος του κόσμου (το αντίθετο μάλιστα), αλλά κατακλύζεται από μια κουλτούρα βίας, όπου ψυχολογούσε χαρακτήρες θυμάτων και θυτών, αλλά όχι τον ίδιο τον χαρακτήρα της πράξης. Έτσι, η βία εδώ δεν έχει αυτονόητους θύτες και θύματα, αλλά κάνει κύκλους σε σημείο ζαλάδας (ωσάν ιός). Κανένας άνθρωπος δεν ελέγχει την οργή, αλλά η οργή η ίδια έχει την ισχύ να θέτει τους κανόνες, να λέει την πρώτη και την τελευταία λέξη. Χρειάζεται υπνωτισμός για να ξεφύγεις από αυτήν, αλλιώς ακόμα και να ολοκληρώσεις την εκδικητική σου αποστολή, είσαι είτε νεκρός είτε ζωντανός νεκρός.
Φυσικά όλο αυτό ο κορεάτης δημιουργός το βλέπει ως μια ιστορία βγαλμένη από σελίδες κόμικς. Καταλαβαίνοντας ότι η παραδοσιακή γραφή έχει διαγράψει την πορεία της, τη «φορμάρει» αγγίζοντας όρια παροξυσμού, που είτε θα σε συνεπάρουν, είτε είσαι ήδη κυριολεκτικά τελειωμένος. Είναι όμως και μια περίοδος που ακόμα χτίζεται αυτού του είδους ο φορμαλισμός, και κάποιες επιρροές από -καλό- σινεμά του Χονγκ Κονγκ εκλαμβάνονται ως τεχνικές δυσλειτουργίες, κι αυτό ρίχνει ένα αποτέλεσμα που στηρίζεται και στον τελευταίο κόκκο των καρέ του. Εάν πχ συγκρίνεις αυτή τη δουλειά με την αντίστοιχη που έκανε ο Park στην Υπηρέτρια, καταλαβαίνεις τις διαφορές. Ακόμα όμως κι έτσι παντρεύει πανέμορφα τα σπινταριστά τέμπο με εικόνες κλασικής ομορφιάς, κάτι που υπηρετεί στην εντέλεια και το σάουντρακ με τη φωτογραφία και το μοντάζ.
Αυτό το νέου τύπου κολάζ συντελεί ένα νέου τύπου θαύματος. Κι αυτό έγκειται στο γεγονός ότι ολόκληρη η γεωγραφία του κοινού, από τον σκληρό σινεφίλ ως τον λάτρη του χαβαλέ, ενιαιοποιείται μπροστά σε αυτό που παρακολουθεί, συμμετέχει στον νουαρικό-καφκικό εφιάλτη των ηρώων και καταλήγει σε κοινή άποψη περί της ποιότητας αυτού που μόλις συντελέστηκε στην οθόνη εμπρός του. Γιατί αν δεν σε αγγίξει αυτός ο ανεμοστρόβιλος αντίληψης περί εικόνας, σε έχει σίγουρα κατακτήσει ένα σενάριο που με ελάχιστο κόπο από πλευράς σου λειτουργεί σαν μίξερ για τον εγκέφαλο. Και μια παραπάνω στροφή σε αυτόν κρίνεται αναγκαία για όλους μας.
Ναι, από το 2003 έχουμε δει περισσότερα αξιοθαύμαστα δείγματα του σινεμά μιας χώρας που υποχρέωσε σε υπόκλιση ακόμα και τα πατριωτικά Όσκαρ, αλλά εάν δεν δεις τουλάχιστον μία φορά ανά 20 έτη το Oldboy, κινηματογραφικά κάτι σου λείπει…
Βαθμολογία: