
Στη Σκιά των Τεσσάρων Γιγάντων
- North by Northwest
- 1959
- ΗΠΑ
- Αγγλικά, Γαλλικά
- Θρίλερ, Κατασκοπική, Μυστηρίου, Περιπέτεια
- 25 Δεκεμβρίου 1959
Ο Ρότζερ Θόρνχιλ, ένας φιλήσυχος διαφημιστής, θα πέσει από ένα λάθος θύμα απαγωγής μιας συμμορίας κατασκόπων, οι οποίοι νομίζουν ότι ο Θόρνχιλ είναι ο ανύπαρκτος πράκτορας της ΣΙΑ, Τζορτζ Κάπλαν. Ο Ρότζερ θα δραπετεύσει, αλλά θα πρέπει να βρει τον Κάπλαν για να μπορέσει να αποδείξει την αθωότητά του, καθώς τον κατηγορούν για έναν φόνο που ποτέ δεν διέπραξε. Προσπαθεί λοιπόν να διερευνήσει μόνος του την υπόθεση, και καταδιωκόμενος από τους πάντες και τα πάντα μπλέκει σε μια περιπέτεια από τη μια ως την άλλη άκρη της Αμερικής.
Σκηνοθεσία:
Alfred Hitchcock
Κύριοι Ρόλοι:
Cary Grant … Roger Thornhill
Eva Marie Saint … Eve Kendall
James Mason … Phillip Vandamm
Jessie Royce Landis … Clara Thornhill
Leo G. Carroll … ο καθηγητής
Josephine Hutchinson … Κα Townsend
Philip Ober … Lester Townsend
Martin Landau … Leonard
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Ernest Lehman
Παραγωγή: Alfred Hitchcock
Μουσική: Bernard Herrmann
Φωτογραφία: Robert Burks
Μοντάζ: George Tomasini
Σκηνικά: Robert F. Boyle
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: North by Northwest
- Ελληνικός Τίτλος: Στη Σκιά των Τεσσάρων Γιγάντων
- Εναλλακτικός Τίτλος: Alfred Hitchcock’s North by Northwest
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για Όσκαρ αυθεντικού σεναρίου, μοντάζ και σκηνικών.
- Δεύτερο βραβείο καλύτερης ταινίας στο φεστιβάλ του Σαν Σεμπάστιαν.
Παραλειπόμενα
- Πρώτη ταινία που χρησιμοποιεί κινούμενη τυπογραφία στους τίτλους. Οι συγκεκριμένοι όπως και η αφίσα είναι δουλειά του θρυλικού στον τομέα του, Saul Bass.
- Το κάμεο του Hitchcock έρχεται ταυτόχρονα με το όνομα του στους τίτλους. Είναι ο άντρας που τρέχει να προλάβει ανεπιτυχώς το λεωφορείο. Εικασίες όμως ήθελαν να έχει κι ένα δεύτερο πέρασμα από την ταινία, αυτή τη φορά ως γυναίκα στο τρένο. Στην πραγματικότητα όμως ήταν η Jesslyn Fax, συχνή συνεργάτιδα του σκηνοθέτη στην τηλεόραση.
- Hitchcock και MGM είχαν συμφωνήσει να κάνουν ταινία το μυθιστόρημα The Wreck of the Mary Deare του Hammond Innes. Ο Ernest Lehman όμως που ανάλαβε το σενάριο, τα παράτησε λέγοντας ότι από αυτό δεν μπορούσε να βγάλει ένα καλό στόρι. Ο Hitchcock είδε ότι μεταξύ τους είχαν χημεία, και του αντιπρότεινε να γράψει κάτι αυθεντικό. Ιδέα με την ιδέα κατέληξαν σε έναν κορμό, και ο μαιτρ τότε θυμήθηκε που ένας δημοσιογράφος του είχε διηγηθεί για κατασκόπους που είχαν κατασκευάσει ως δόλωμα έναν ψεύτικο κατάσκοπο. Αγοράζοντας την ιδέα για 10 χιλιάδες δολάρια, το σενάριο ήταν έτοιμο να γραφτεί. Πάνω σε όλο αυτό διίστανται οι γνώμες, αφού άλλοι λένε ότι ολόκληρο το κείμενο ήταν από το μυαλό του Lehman, και άλλοι πως ο Hitchcock εργάζονταν πάνω στο στόρι επί 9 χρόνια μόνος του. Υπάρχει δε αναφορά και για το όνομα του δημοσιογράφου: Otis Guernsey. Ακόμα περισσότερο, ο σκηνοθέτης είχε δηλώσει σε συνέντευξη τύπου για μια ιδέα που ήθελε τον Cary Grant να κρύβεται μέσα στη μύτη του Abraham Lincoln, και να αποκαλύπτεται όταν φτερνίζεται. Είχε και το υποθετικό τίτλο Ο Άντρας στη Μύτη του Λίνκολν.
- Ο σεναριογράφος ξεκίνησε να γράφει το κείμενο με τον James Stewart κατά νου, και όχι διαφημιστή, αλλά πλασιέ.
- Η MGM επέμενε για τη Cyd Charisse ως Ιβ, αλλά ο Hitchcock είχε ήδη επιλέξει εξαρχής την Eva Marie Saint.
- Μετά από αρκετές συμμετοχές επί της μικρής οθόνης, αυτό είναι το ντεμπούτο του Martin Landau στη μεγάλη.
- Η καθυστέρηση της έναρξης γυρισμάτων έβαλε σε εξτρά έξοδα την παραγωγή, μια και ο Cary Grant υπερέβη του συμβολαίου του, και έπρεπε να πληρωθεί 5 χιλιάδες δολάρια κάθε ημέρα περισσότερα του κανονικού.
- Μοναδική ταινία του Hitchcock σε παραγωγή της Metro-Goldwyn-Mayer. Παρόλα αυτά, ο δημιουργός επέμεινε στη χρήση του VistaVision της Paramount.
- Στην περίφημη συνέντευξη που έδωσε ο βρετανός σκηνοθέτης στον Francois Truffaut, είχε πει ότι το στούντιο ήθελε να κόψει 15 λεπτά από το φιλμ, ώστε να το ρίξει στις 2 ώρες. Τσεκάροντας όμως με τον ατζέντη του το συμβόλαιο, ο Hitchcock επιβεβαιώθηκε ότι είχε πλήρη καλλιτεχνικό έλεγχο και αρνήθηκε κάτι τέτοιο.
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 15/7/2007
Με περισσή χαρά καλούμαι να παρουσιάσω το κλασσικότατο περιπετειώδες θρίλερ του μαιτρ του σασπένς Alfred Hitchcock και να πω… ανάσταση! Δεν είναι τόσο επειδή το θεωρώ το καλύτερο από τα αρκετά αριστουργήματα του μεγάλου δημιουργού, αλλά επειδή με επιστρέφει στα παιδικά μου χρόνια, τότε που το θερινό σινεμά βασίζονταν στις κλασικές ταινίες και αποτελούσε όαση στον χειμερινό βομβαρδισμό του δυστυχώς κατώτερου σύγχρονου κινηματογράφου. Ένα μάθημα παιδείας για τους μελλοντικούς σινεφίλ και δημιουργούς, και μια σπάνια ευκαιρία να απολαύσετε σε μεγάλη οθόνη αθάνατες σκηνές σαν το αεροπλάνο που καταδιώκει τον Cary Grant στη μέση του πουθενά.
Το έργο του μαιτρ δεν ξεχωρίζει μόνο για τις δύο κλασικές του σκηνές (είναι και η τελική πάνω στα τεράστια αγάλματα των τεσσάρων αμερικανών προέδρων), αλλά και για τη δομή του που χωρίζεται σε τρία κεφάλαια ανάλογα με τη κατάσταση των πεπραγμένων. Στο πρώτο κεφάλαιο τα πάντα είναι μετέωρα. Ένας απλός άνθρωπος βρίσκεται στη δίνη μιας επικίνδυνης κατάστασης από το πουθενά. Ο θεατής μένει μετέωρος κι αυτός μέσα στην ίδια την άγνοια του ήρωα, και το θριλερικό σενάριο έχει ήδη ζεσταθεί. Σαν να πρόκειται για διάλειμμα, επεμβαίνει μια σκηνή και μας αποκαλύπτει το τι συμβαίνει. Τώρα εμείς, έχοντας τον ελέγχο της κατάστασης, γνωρίζουμε τα πάντα κι ο ήρωας βυθίζεται περισσότερο στην παγίδα σαν ένας μακάριος ήρωας του Κάφκα. Και έρχεται η τελική τρίτη φάση που όλοι μοιραζόμαστε τις ίδιες πληροφορίες, και αβίαστα είμαστε έτοιμοι για το μεγάλο φινάλε. Ένα τόλμημα δομής, που στα χέρια ενός μέτριου σκηνοθέτη θα ξέπεφτε στο παράπτωμα της προβλεψιμότητας.
Ο Hitchcock, όμως, δεν είναι μόνο μάστορας του στρουκτουραλισμού. Εκμεταλλεύεται στο απόλυτο τις δυνατότητες της κάμερας, και βρισκόμαστε με ανοιχτό το στόμα να απολαμβάνουμε πλάνα άπειρης ομορφιάς. Υπάρχει εκείνο που ο ήρωας βρίσκεται στη μέση του πουθενά και η κάμερα τον παίρνει από τέτοιο ιδανικό ύψος, που θα έλεγες πως πρόκειται για θεϊκή παρέμβαση παρά ανθρώπου έργο. Οι διάλογοι του Ernest Lehman είναι τόσο εκλεπτυσμένοι, που διεγείρουν συνεχώς το συναίσθημα. Το χιούμορ τόσο πετυχημένα ακμαίο, που σπάει εύστοχα τη σφοδρότητα των καταστάσεων. Το μουσικό θέμα του Bernard Hermann να προκαλεί αυτόκλητα την αγωνία.
Και οι ρόλοι… Ο Cary Grant μετά από αυτή την πολύμορφη ερμηνεία μοιάζει ικανός για τα πάντα. Η κλάση του μοναδική και η παρουσία του κλασική. Δίπλα του η «αιώνια ξανθιά» του Hitchcock, αυτή τη φορά στο πρόσωπο της μετρημένης Eva Marie Saint, που απαγγέλλει μοιραίες ατάκες σαν να της ανήκουν δικαιωματικά. Στους ρόλους των κακών οι James Mason και Martin Landau, ιδανικές περσόνες και αλησμόνητα ψύχραιμοι.
Η ταινία καταφέρνει να προκαλέσει κινηματογραφικό δέος και ταυτόχρονα να διασκεδάσει με την αγνότερη έννοια του όρου. Τα πάντα κυλούν σαν καλορυθμισμένο ρολόι, και οι αισθήσεις του θεατή δεν αποκοιμιούνται ούτε για μία στιγμή, μέχρι και το ένδοξο φινάλε. Όχι, δεν γυρνάνε πια τέτοιες ταινίες!
Βαθμολογία: