Ούτε Καν
- Nope
- 2022
- ΗΠΑ
- Αγγλικά
- Επιστημονικής Φαντασίας, Θρίλερ, Μαύρη Κωμωδία, Τέρατα, Τρόμου
- 25 Αυγούστου 2022
Βρισκόμαστε λίγο έξω από το Λος Άντζελες, στην κοιλάδα Σάντα Κλαρίτα της Νότιας Καλιφόρνιας, όπου τα αδέλφια Οτζέι και Έμεραλντ έχουν κληρονομήσει ένα ράντσο αλόγων από τον πατέρα τους. Τα αδέλφια συνεχίζουν τη σκυτάλη της τέχνης του πατέρα τους ως εκπαιδευτές ζώων για γυρίσματα κινηματογραφικών ταινιών και τηλεόρασης. Δίπλα στο ράντσο βρίσκεται ένα πάρκο και ζωολογικός κήπος, με διαχειριστή ένα πρώην παιδί-θαύμα που κουβαλάει τα δικά του παιδικά τραύματα. Ο Οτζέι και ο Έμεραλντ αρχίζουν να παρατηρούν ανεξήγητα φαινόμενα στο ράντσο τους, τα οποία τους οδηγούν σε απίστευτες ανακαλύψεις που έρχονται από ψηλά. Θα αποπειραθούν λοιπόν να αποτυπώσουν τα μυστήρια στην κάμερα. Τα πράγματα κλιμακώνονται, καθώς τα αδέλφια επιστρατεύουν την εξειδικευμένη βοήθεια του υπαλλήλου ενός καταστήματος ηλεκτρονικών και ενός βετεράνου κινηματογραφιστή. Καθώς οι προσπάθειές τους περνούν ένα σημείο χωρίς επιστροφή, οι ήρωές μας παρασύρονται στο μάτι μιας ανεπανόρθωτης καταιγίδας.
Σκηνοθεσία:
Jordan Peele
Κύριοι Ρόλοι:
Daniel Kaluuya … OJ Haywood
Keke Palmer … Emerald ‘Em’ Haywood
Steven Yeun … Ricky ‘Jupe’ Park
Michael Wincott … Antlers Holst
Brandon Perea … Angel Torres
Wrenn Schmidt … Amber Park
Keith David … Otis Haywood Sr.
Donna Mills … Bonnie Clayton
Barbie Ferreira … Nessie
Terry Notary … Gordy
Devon Graye … Ryder Muybridge
Eddie Jemison … Buster
Oz Perkins … Fynn Bachman
Sophia Coto … Mary Jo Elliott
Andrew Patrick Ralston … Tom Bogan/Brett Houston
Jennifer Lafleur … Phyllis Mayberry/Margaret Houston
Lincoln Lambert … Colton Park
Pierce Kang … Phoenix Park
Roman Gross … Max Park
Alex Hyde-White … Grizz
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Jordan Peele
Παραγωγή: Ian Cooper, Jordan Peele
Μουσική: Michael Abels
Φωτογραφία: Hoyte Van Hoytema
Μοντάζ: Nicholas Monsour
Σκηνικά: Ruth De Jong
Κοστούμια: Alex Bovaird
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Nope
- Ελληνικός Τίτλος: Ούτε Καν
Παραλειπόμενα
- Η ταινία ανακοινώθηκε χωρίς τίτλο τον Νοέμβριο του 2020 από τη Universal Pictures, με την οποία έκλεισε πεντάχρονη συνεργασία η Monkeypaw Productions του Jordan Peele.
- Ο Jesse Plemons προτίμησε την πρόταση του Martin Scorsese από έναν κεντρικό ρόλο εδώ.
- Ο Daniel Kaluuya ήταν εξαρχής στο μυαλό του Peele ως Τζέιμς Χέιγουντ, από την εποχή ακόμα που έγραφε το σενάριο.
- Ο Hoyte van Hoytema εμπιστεύτηκε την Kodak για το φιλμ, γυρίζοντας την ταινία με κάμερες 65mm σε φόρμα IMAX.
- Η teaser αφίσα αλλά και ακολούθως το trailer άφησαν περισσότερα ερωτηματικά περί της πλοκής, παρά αποκάλυψαν κάτι. Ειδικά με την αφίσα αφέθηκε στους θεατές η ευκαιρία να περάσουν σε χιλιάδες εικασίες περί του τι πρόκειται, βοηθώντας έτσι στην προώθηση της ταινίας μέσω των social-media. Πάνω στην εικασία πως πρόκειται για εξωγήινη εισβολή, ειπώθηκε εκτενώς ότι ο τίτλος πρέπει να είναι ακρωνύμιο του “Not Of Planet Earth”.
Κριτικός: Ορέστης Μαλτέζος
Έκδοση Κειμένου: 23/8/2022
Είναι το «Ούτε Καν» το μεγάλο έπος τρόμου που υπόσχεται η διαφημιστική του καμπάνια; Ούτε καν! Σε πρώτο επίπεδο φέρνει στον νου την ατμόσφαιρα του «Οιωνού» με τον οποίο μοιράζονται αρκετά κοινά, όπως το περιορισμένο καστ και την κατά βάση τοπική χωροταξία, στοιχεία που δεν εναρμονίζονται με τον χαρακτηρισμό «έπος» παρά τη μεγαλόπρεπη αίσθηση σημαντικότητας που διαπνέεται. Από την άλλη, το διαρκές αλλόκοτο ρίγος που χαρακτηρίζει τις προηγούμενες ταινίες του Peele δεν υποστηρίζεται κατασκευαστικά και δίνει τη θέση του σε πιο ξεκάθαρες στιγμές τρομακτικού σασπένς, πιο κοντά στη λογική ενός μπλοκμπάστερ.
Για μια ταινία που προσπαθεί τόσο πολύ να περάσει την ιδέα του περίπλοκου, η υπόθεσή της είναι υπερβολικά βατή: δύο αδέρφια προσπαθούν να καταγράψουν σε βίντεο μια εξωγήινη παρουσία στον ουρανό. Και αυτό είναι ένα δείγμα τόσο της εξυπνάδας του Peele όσο και της ματαιοδοξίας του, αφού παρότι η ξεχωριστή ικανότητά του να δημιουργεί πρωτότυπο κι επίκαιρο κινηματογραφικό υλικό δύσκολα αμφισβητείται, η ταινία του στερείται τη σαφήνεια και την ένταση, στοιχεία τα οποία αποδεδειγμένα θα μπορούσε να είχε επιτύχει αν το επέλεγε. Σαν το παιδί που σκίζει το περίτεχνο περιτύλιγμα για να παίξει με το δώρο του, ο θεατής επικεντρώνεται σε αυτό που του παραδίδεις, κι αν τον απογοητεύσει το περιεχόμενο, το τελευταίο που τον ενδιαφέρει είναι πώς του το διαφήμισες.
Τελικά όμως απογοητεύει το «Ούτε Καν»; Ούτε καν… Πρόκειται για μια αξιομνημόνευτη περίπτωση ταινίας χωρίς βαρετά σημεία, που όσο περνά η ώρα κι επικεντρώνεται στην ιστορία της τόσο πιο συναρπαστική γίνεται. Η τεχνοτροπία του Peele είναι συγκροτημένη και καταφέρνει να εκμαιεύει το ενδιαφέρον ακόμα και στο άνισο πρώτο ημίχρονο. Παρά τα εμφανή σημάδια, η λέξη μπλοκμπάστερ δύσκολα θα βγει από τα χείλη κάποιου, αφού η ταινία σε πείθει ότι πρόκειται για κάτι πιο εκλεπτυσμένο. Στην πραγματικότητα όλα τα παράταιρα στοιχεία που εμφανίζονται με τόσο μυστικισμό βγάζουν νόημα εντέλει, γιατί είναι λιγοστά και πολύ συγκεκριμένα. Η βιβλική παράθεση που ανοίγει την ταινία αναφέρεται στη μετατροπή του εαυτού μας σε θέαμα που μας οδηγεί στην καταστροφή, και σε συνδυασμό με την καθοριστική άρνηση που εκφράζει ο τίτλος, η άρνηση της αποκάλυψης σου στους άλλους θα σου σώσει εντέλει τη ζωή. Είναι η φιλοσοφική στάση που σε επίπεδο ιστορίας μπορεί να γλιτώσει τους χαρακτήρες από την απειλή, η οποία για μία ακόμα φορά λειτουργεί μεταφορικά για τα συνεχόμενα τραύματα και τη φυλετική αδικία που φέρνουν σε επισφαλή θέση τους μαύρους πρωταγωνιστές.
Δουλεύοντας μέσα στο χολιγουντιανό σύστημα, ο Peele αξιοποιεί τη θέση του βοηθώντας να μετατοπίσει τις δομικές νόρμες της κοινωνίας, και αυτές οι απόπειρες είναι τολμηρές και χαρακτηριστικές για το κυρίαρχο σινεμά είδους στις προτιμήσεις του κοινού με το οποίο ασχολείται. Αν δεχτούμε ότι πίσω από τις σκηνοθετικές του επιλογές υπάρχει αυτή η διάθεση χειραγώγησης, τότε μπορούμε να δικαιολογήσουμε ότι, παράλληλα με το νοηματικό επίπεδο, η κριτική που ασκεί κινείται και πιο επιφανειακά μέσα από τον διάλογο, μην αφήνοντας σε κανέναν το περιθώριο να πει ότι δεν αντιλήφθηκε. Η ιστορία του μαύρου άντρα που συνέδεσε την παρουσία του με το πρώτο δείγμα κινηματογραφικού υλικού, και η οποία αναφέρεται συχνά μέσα στην ταινία, είναι μόνο κατά το ήμισυ αληθινή έτσι όπως τη διατυπώνει, αλλά ο Peele εμφανώς ενδιαφέρεται περισσότερο να βρει αντίκρισμα το νόημα που θέλει να περάσει.
Είναι πάρα πολλά τα στοιχεία που ο Peele έχει εντάξει μέσα στο δημιούργημά του και αναφέρονται τόσο στη σημασία του γουέστερν με την εξευγενισμένη αλλά και την παράλογη μορφή του στην αμερικανική ιστορία, όσο και στην ίδια την πορεία του κινηματογράφου από τη γέννησή του μέχρι το σήμερα, δοσμένα με πανέμορφο τρόπο για όποιον τους δώσει την πρέπουσα σημασία. Αυτή η μαεστρία θα έπρεπε θεωρητικά να οδηγήσει σε ένα σπουδαίο σινεμά. Το αποτέλεσμα όμως περιδιαβαίνει υπερβολικά σε διασταυρώσεις μέχρι να βρει τον δρόμο του, και το κάνει εν γνώσει του.
Έχοντας γνωρίσει μια τεράστια αποδοχή από το κοινό από την πρώτη του ταινία, ο Peele φιλοδοξεί να μετατραπεί σε ένα είδος σόουμαν. Υπογράφει τη σκηνοθεσία, το σενάριο και την παραγωγή, και η μορφή του είναι οικεία στον θεατή, ενώ εμφανίζεται και σαν αφηγητής στη νέα «Ζώνη του Λυκόφωτος», φέρνοντας στον νου μια προσπάθεια να κατακτήσει μια θέση ανάλογη του Hitchcock, ο οποίος όμως χρειάστηκε 20 χρόνια για να την εδραιώσει. Όχι ότι δεν είναι ένας ικανότατος δημιουργός. Αυτή η παντοδυναμία όμως που του χαρίστηκε άμεσα τον κάνει να ξεχνά ότι το «Ούτε Καν» είναι μόλις η τρίτη του ταινία. Και σίγουρα όχι το αριστούργημα που είναι ικανός κάποια μέρα να μας δώσει.
Βαθμολογία: