Ένα αγόρι κι ένα κορίτσι που αποφυλακίστηκαν πρόσφατα, αποφασίζουν να φτιάξουν μια μπάντα. Μαζί περιπλανώνται στη σκοτεινή πλευρά της Τεχεράνης, ψάχνοντας για μουσικούς. Καθώς η ροκ μουσική απαγορεύεται στο Ιράν, σχεδιάζουν να δραπετεύσουν από την αναγκαστική παρανομία, κι ονειρεύονται να παίξουν στην Ευρώπη. Όμως, χωρίς χρήματα και διαβατήρια δεν είναι καθόλου εύκολο.
Σκηνοθεσία:
Bahman Ghobadi
Κύριοι Ρόλοι:
Negar Shaghaghi … Negar
Ashkan Koshanejad … Ashkan
Hamed Behdad … Nader
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Bahman Ghobadi, Hossein Mortezaeiyan, Roxana Saberi
Παραγωγή: Bahman Ghobadi
Μουσική: Mahdyar Aghajani, Ash Koosha
Φωτογραφία: Turaj Mansuri
Μοντάζ: Hayedeh Safiyari
Σκηνικά: Bahman Ghobadi
- Κυριότερη Προβολή στην Ελλάδα: Διανομή στις αίθουσες.
- Παγκόσμια Κριτική Αποδοχή (Μ.Ο.): Θετική.
Τίτλοι
Αυθεντικός Τίτλος: Kasi az Gorbehaye Irani Khabar Nadareh
Ελληνικός Τίτλος: Ποιος Φοβάται τους Γάτους της Περσίας;
Διεθνής Τίτλος: No One Knows About Persian Cats
Κύριες Διακρίσεις
- Συμμετοχή στο τμήμα Ένα Κάποιο Βλέμμα του φεστιβάλ Κανών. Ειδικό βραβείο επιτροπής.
Παραλειπόμενα
- Γυρίστηκε μέσα σε 17 μερόνυχτα. Μόλις τελείωσαν τα γυρίσματα, οι δύο πρωταγωνιστές απέδρασαν από το Ιράν, ενώ κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων ο σκηνοθέτης και οι ηθοποιοί του συνελήφθησαν δύο φορές από τις αρχές, καταφέρνοντας να γλυτώσουν λέγοντας ψέμματα για το θέμα της ταινίας.
Εξωτερικοί Σύνδεσμοι
Κριτικός: Χάρης Καλογερόπουλος
Έκδοση Κειμένου: 9/11/2010
Από το Ιράν, μετά τον ποιητικό ρεαλισμό (όπου άλλωστε διέπρεψε ο, επί του θέματος μας, σκηνοθέτης με το Μεθυσμένα Άλογα) είχαμε την έκπληξη ενός μοντέρνου σινεμά στα χνάρια του Γερμανικού με το Τι Απέγινε η Έλι του Asghar Farhadi και τώρα το ανεξάρτητου ύφους Ποιος Φοβάται τους Γάτους της Περσίας του Bahman Ghobadi που απέσπασε και το Ειδικό βραβείο της Επιτροπής στο τμήμα «Ένα Κάποιο Βλέμμα» του Φεστιβάλ Κανών του 2009.
Μυθοπλασία σε στιλ δραματοποιημένου ψευδο-ντοκιμαντέρ, με τους δυο βασικούς ήρωες-indie rockers, με τα δικά τους ονόματα, να υποδύονται περίπου τους εαυτούς τους. Έχουν έτοιμο μουσικό υλικό, έχουν πρόσκληση να παίξουν στο Λονδίνο αλλά τους λείπουν μουσικοί να τους συνοδεύσουν, τους λείπουν άδειες από το κράτος, βίζες κ.λπ, σε μια χώρα που η δυτική μουσική αντιμετωπίζεται ως μίασμα και η ενασχόληση με αυτήν ή ακόμη και η απλή ακρόαση, ως έγκλημα. Οι δυο τους συναντιούνται με μουσικούς, ηχολήπτες, πλαστογράφους για βίζες, έναν ερασιτέχνη μάνατζερ, rappers, φίλους που μπορεί να βοηθήσουν κ.λπ. Η αναζήτηση αυτή γίνεται μέσα σε υπόγεια, ταράτσες, ερμητικά ηχομονωμένα μυστικά στούντιο μέχρι και βουστάσια στην ύπαιθρο όπου συγκροτήματα προβάρουν και βγάζουν το άχτι τους, πάντα υπό τον φόβο της αστυνομίας που βρίσκεται διαρκώς εκτός πλάνων αλλά τόσο παρούσα, καθώς αναγκάζει τους πόθους των ηρώων να ακολουθούν υπόγειες διαδρομές και την κάμερα να γλιστράει μαζί τους σε σλάλομ. Αυτός ο ελλειπτικός χειρισμός στην κατάδειξη της εξουσίας, με υπόκωφο άγχος και πινελιές ανεπαίσθητου χιούμορ, είναι το πιο δυνατό εύρημα του Ghobadi. Η Negar και ο Ashkan σκεπάζουν το βάσανό τους με χαμηλών τόνων, δήθεν ψύχραιμη συμπεριφορά που λειτουργεί ως αόρατο τσαντόρ που κρύβει την πίκρα, μια πίκρα που στο τέλος θα έρθει σε πρώτο πλάνο, απλά και σπαρακτικά. Το ροκ και τα παρακλάδια του είναι πάνω απ’ όλα τρόπος, στάση ζωής που αυθαδιάζει, αρνείται το κύρος της εξουσίας. Το να ακούς μια κοπέλα να τραγουδάει indie off-screen και να την βλέπεις ταυτόχρονα με το τσεμπέρι να κρύβει το πρόσωπο ακόμη και από άλλους άντρες ρόκερ, ενώ μιλάει μαζί τους, είναι οδυνηρό….
Από την άλλη, το φιλμ λειτουργεί και ως ντοκιμαντέρ καθώς ακούμε και γνωρίζουμε rock-jazz-lounge-metal-rap-folk όψεις της ιρανικής μουσικής όπως και μουσικούς και ερμηνευτές με δύναμη, εκφραστικότητα και αυθεντικότητα που ξαφνιάζουν και συγκινούν – τελικά η ψυχή δεν αλυσοδένεται. Στα μουσικά μέρη, το φιλμ αφήνεται στην ευκολία του βιντεοκλίπ με κολλάζ από καταιγισμό μικρών πλάνων της μεγαλούπολης, αλλά αυτό δεν επηρεάζει την ουσία που αγγίζει συνολικά το έργο του Ghobadi.
Βαθμολογία: