Όταν η σκοτεινή τρομοκρατική οργάνωση SPECTRE κλέβει δύο πυρηνικές κεφαλές από αμερικανική βάση, ο πράκτωρ Τζέιμς Μποντ 007 θα ξεκινήσει έναν εκρηκτικό και ξέφρενο αγώνα, προκειμένου να σώσει τον κόσμο από την πυρηνική απειλή.

Σκηνοθεσία:

Irvin Kershner

Κύριοι Ρόλοι:

Sean Connery … James Bond

Klaus Maria Brandauer … Maximilian Largo

Barbara Carrera … Fatima Blush

Kim Basinger … Domino Petachi

Rowan Atkinson … Nigel Small-Fawcett

Bernie Casey … Felix Leiter

Max von Sydow … Ernst Stavro Blofeld

Edward Fox … M

Gavan O’Herlihy … Jack Petachi

Alec McCowen … Algernon/Q

Ronald Pickup … Elliott

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Lorenzo Semple Jr., Dick Clement, Ian La Frenais

Παραγωγή: Jack Schwartzman

Μουσική: Michel Legrand

Φωτογραφία: Douglas Slocombe

Μοντάζ: Ian Crafford

Σκηνικά: Stephen B. Grimes, Philip Harrison

Κοστούμια: Charles Knode

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Never Say Never Again
  • Ελληνικός Τίτλος: Τζέιμς Μποντ, Πράκτωρ 007: Ποτέ Μην Ξαναπείς Ποτέ

Άμεσοι Σύνδεσμοι

Σεναριακή Πηγή

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα δεύτερου γυναικείου ρόλου (Barbara Carrera).

Παραλειπόμενα

  • Νέα εκδοχή του Thunderball, που είχε ήδη διασκευαστεί ως Τζέιμς Μποντ, Πράκτωρ 007: Επιχείρηση Κεραυνός (1965). Δεν πρόκειται όμως για μια επίσημη ταινία της μακράς σειράς, μια και δεν είναι παραγωγή όπως όλες της Eon Productions, αλλά προέρχεται από ανεξάρτητη αμερικανική εταιρία. Ένας από τα μέλη αυτής ήταν και ο Kevin McClory, που είχε συνεργαστεί στο σενάριο της ορίτζιναλ ταινίας, και μετά από δικαστική μάχη είχε πάρει τα δικαιώματα του τίτλου.
  • Ο Connery επιστρέφει μετά από 12 χρόνια στον ρόλο του 007, για τελευταία όμως οριστικά φορά. Μάλιστα, ο τίτλος είναι ένα παιχνίδι πάνω στη δήλωση που είχε κάνει ο σκοτσέζος σταρ περί του αν θα ξανάπαιζε τον ρόλο.
  • Ο Kevin McClory ήθελε αρχικά, κατά τα 1960, τον Richard Burton για Μποντ. Κατά τη δεκαετία του 1970 κι ενώ ήδη προγραμμάτιζε αυτή του την παραγωγή, πρόσθεσε τον Orson Welles ως Μπλόφελντ, τον Trevor Howard ως Μ και τον Richard Attenborough για τη θέση του σκηνοθέτη.
  • Η Kim Basinger προέκυψε μετά από μια συνάντηση της συζύγου του Connery, Micheline, σε ξενοδοχείο του Λονδίνου, κι όταν πρότεινε την ανερχόμενη ηθοποιό στον άντρα της, αυτός την αποδέχτηκε.
  • Η ταινία ευτύχισε στα ταμεία (με 160 εκατομμύρια δολάρια εισπράξεις, έναντι κόστους των 36), αλλά πήγε λίγο χειρότερα από το επίσημο της σειράς Τζέιμς Μποντ, Πράκτωρ 007: Επιχείρηση Οκτάπουσι, που κυκλοφόρησε μέσα στον ίδιο χρόνο.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Αρχική επιλογή για τη μουσική ήταν ο James Horner, αλλά δεν έτυχε να είναι διαθέσιμος. Μια άλλη εκδοχή λέει ότι δεν τον ήθελε ο Connery επειδή ήταν Αμερικανός. Έγινε μια κρούση και στον John Barry, αλλά αυτός ήταν πιστός στην Eon.
  • Το ομώνυμο τραγούδι του φιλμ ερμηνεύεται από την Lani Hall, κι ενώ πρώτα αρνήθηκε να το πει η Bonnie Tyler, δηλώνοντας ότι δεν της άρεσε.

Κριτικός: Νίκος Ρέντζος

Έκδοση Κειμένου: 10/9/2014

Αν ζούσαμε στο 1983, τότε σίγουρα το Never Say Never Again θα είχε περισσότερο ενδιαφέρον ή τουλάχιστον θα πήγαινα να το παρακολουθήσω στον κινηματογράφο με περισσότερο ενδιαφέρον, λόγω της επιστροφής του Κόνερι μετά από 12 χρόνια στον πιο χαρακτηριστικό ρόλο της καριέρας του. Ο Μποντ έγινε γνωστός με το πρόσωπο του Κόνερι και με τον τρόπο που τον υποδύθηκε ο Κόνερι αλλά και ο Κόνερι έγινε σταρ πρώτου μεγέθους χάρη στον Μποντ. Αν μη τι άλλο, ήταν σημαντική επιστροφή και μάλιστα σε μια εποχή που ο κινηματογραφικός Μποντ ήταν εδώ και μια δεκαετία ο Ρότζερ Μουρ.

Όπως έγραψα και στο Επιχείρηση Οκτάπουσι, πριν λίγο καιρό, το 1983 ήταν η χρονιά της “Μάχης των Μποντ”. Το Never Say Never Again κυκλοφόρησε τέσσερις μήνες μετά το Οκτάπουσι και ηττήθηκε στα ταμεία, παρ’ ότι όλοι περίμεναν η επιστροφή του Κόνερι να φέρει περισσότερο κόσμο στους κινηματογράφους. Όπως, όμως, ξεκίνησα να γράφω, αν ζούσα το 1983 θα ήμουν περίεργος για την επιστροφή του Κόνερι, όμως, το 2014 δε με απασχολεί πια το συγκεκριμένο θέμα και το μόνο που μένει είναι το φιλμ, αυτό καθεαυτό.

Το Never Say Never Again ήταν για μένα ένα από τα πιο βαρετά Μποντ! Συγκεκριμένα, το χειρότερο μετά το Moonraker. Ξέρω ότι πολλοί θα διαφωνήσετε αλλά βρήκα το φιλμ άψυχο και ελάχιστα διασκεδαστικό. Έξυπνα παίζει με την ηλικία του Μποντ αλλά και του ίδιου του Κόνερι, ο οποίος είναι στα 53, παρουσιάζοντάς τον ελαφρώς ανενεργό πράκτορα και βάζει ενδιαφέροντες χαρακτήρες γύρω του. Ο Κλάους Μαρία Μπραντάουερ, στο ρόλο του Λάργκο, είναι ένας αρκετά συγκρατημένος κακός, διαφορετικός από τον Λάργκο του Thunderball, αν και προσωπικά προτιμώ τον δεύτερο. -( ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ-Αναφέρω το Thunderball, γιατί, όπως είχα γράψει και στο Οκτάπουσι, το Ποτέ Μη Ξαναπείς Ποτέ είναι ριμέικ της ταινίας του 1965 και μάλιστα δεν ανήκει στην επίσημη σειρά ταινιών του Μποντ αλλά είναι παραγωγή του σεναριογράφου του Thunderball, ο οποίος μετά από δικαστική διαμάχη με τον Ίαν Φλέμινγκ είχε κερδίσει το δικαίωμα να γυρίσει τη δικιά του ταινία Μποντ, με μόνο όρο, να βασίζεται στο σενάριο του Thunderball!Ουφ….Αυτά…Συνεχίζω…) – Η Μπάρμπαρα Καρέρε είναι ένα γοητευτικό, “κακό”, Bond Girl ενώ το ερωτικό ενδιαφέρον του Μποντ υποδύεται η νεαρή Κιμ Μπέισινγκερ, πανέμορφη αλλά ακόμα όχι καλή υποκριτικά.

Εκεί που το φιλμ χάνει είναι στους δευτερεύοντες ρόλους του Μ, του Q και της Μάνιπενι. Είναι δύσκολο να βλέπεις άλλους ηθοποιούς σε αυτούς τους ρόλους, ειδικά όταν ο Μποντ είναι ο ηθοποιός που έπλασε το ρόλο και επί δέκα χρόνια έπαιζε απέναντι στους ίδιους ανθρώπους, οι οποίοι είναι ρόλοι κλειδιά σε κάθε Μποντ. Περιμένεις την ανάθεση της αποστολής από τον Μ του Μπέρναρντ Λη και όχι από τον Έντουαρντ Φοξ! Μετά περιμένεις το πείραγμα του Μποντ στην Μάνιπενι και στη συνέχεια θέλεις να δεις τον Q του Νέσμοντ Λιούελιν, να εξηγεί τα νέα γκάτζετ στον Μποντ, πάντα με χιουμοριστική διάθεση. Εδώ, λοιπόν, όλα αυτά είναι ξένα και δε βοηθούν καθόλου το φιλμ.

Άλλο ένα ζήτημα του Never Say Never Again είναι η διάρκεια και η επερχόμενη κόπωση του θεατή από ένα σημείο και μετά. Η λεγόμενη ασθένεια των ταινιών του Μποντ και η αναγκαστική διάρκεια δύο ωρών και πάνω που πρέπει να έχουν τα φιλμ, χτυπάει κι εδώ. Μέχρι τα μισά τα πράγματα πάνε σχετικά καλά αλλά από εκεί και μετά, δεν είναι πως δεν υπάρχει δράση αλλά μοιάζει ασθενική. Κυνηγητά με μηχανές, υποβρύχιες σκηνές, άλογα που πηδάνε στη θάλασσα από πύργους και άλλα πολλά συμβαίνουν, μοιάζουν όμως σκηνοθετημένα χωρίς μεράκι και ενέργεια.

Ο Κόνερι υποδύθηκε άλλη μια φορά τον Μποντ με αρκετή άνεση παρά το προχωρημένο της ηλικίας του αλλά το φιλμ το ξεχνάμε γρήγορα και κρατάμε τη δεκαετία του ’60 από τον φίλτατο Σον, με τα εξαιρετικά πρώτα Μποντ. Με το Never Say Never Again κλείνει το κεφάλαιο Μποντ στον κινηματογράφο για τον Σον Κόνερι, όμως το 2005 θα δανείσει τη φωνή του στον 007 ακόμη μια φορά, για τις ανάγκες του βιντεοπαιχνιδιού “From Russia With Love”.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

15 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *