Η Έμα είναι διαζευγμένη και μητέρα ενός έφηβου γιου. Μη γνωρίζοντας τι άλλο να κάνει με τη ζωή της, πηγαίνει να ζήσει σε μια μικρή πόλη και προσπαθεί να ανταπεξέλθει με ένα μικρό ράντσο. Ο φαρμακοποιός της πόλης, ο Μέρφι, αναπτύσσει με την Έμα έναν ιδιαίτερο δεσμό, ώσπου εμφανίζεται ο πρώην σύζυγος κι εκλιπαρεί για στέγη. Οι τρεις τους διαμορφώνουν ένα παράδοξο αισθηματικό τρίο, με τον γιο της Έμα να συμπαθεί τον Μέρφι, αλλά θέλει και τον πατέρα του πίσω.

Σκηνοθεσία:

Martin Ritt

Κύριοι Ρόλοι:

Sally Field … Emma Moriarty

James Garner … Murphy Jones

Brian Kerwin … Bobby Jack Moriarity

Corey Haim … Jake Moriarity

Dennis Burkley … Freeman Coverly

Carole King … Tillie

Georgann Johnson … Margaret

Anna Thomson … Wanda

Charles Lane … Amos Abbott

Bruce French … Rex Boyd

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Harriet Frank Jr., Irving Ravetch

Παραγωγή: Laura Ziskin

Μουσική: Carole King

Φωτογραφία: William A. Fraker

Μοντάζ: Sidney Levin

Σκηνικά: Joel Schiller

Κοστούμια: Joe I. Tompkins

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Murphy’s Romance
  • Ελληνικός Τίτλος: Τρεις για το Δρόμο

Σεναριακή Πηγή

  • Νουβέλα: Murphy’s Romance: A Novel του Max Schott.

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για Όσκαρ πρώτου αντρικού ρόλου (James Garner) και φωτογραφίας.
  • Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα πρώτου αντρικού ρόλου (James Garner) και πρώτου γυναικείου ρόλου (Sally Field), αμφότερα σε κωμωδία/μιούζικαλ.

Παραλειπόμενα

  • Η Sally Field έδωσε μια πολύπλευρη μάχη με την Columbia Pictures για να δημιουργηθεί αυτή η ταινία, έχοντας ως σύμμαχο τον Martin Ritt. Αρχικά το στούντιο δεν ήθελε να βάλει χρήματα σε κάτι που δεν είχε “σεξ ή βία”. Εντέλει είπαν το οκ σε αυτό, μια και το επιτελείο ήταν ίδιο με το Νόρμα Ρέι (1979) που είχε κάνει επιτυχία, αλλά και την παραγωγή αναλάμβανε η Fogwood Films, η νέα εταιρία της Field. Έπειτα όμως δεν ήθελαν ούτε να ακούσουν για τον James Garner, που τον θεωρούσαν πλέον τηλεοπτικό ηθοποιό, αντιπροτείνοντας τον Marlon Brando ή κάποιον με παρόμοια δυνατό όνομα για τα ταμεία. Κι ενώ η Field με τον σκηνοθέτη έθεταν μόνο τον Garner ως υποψήφιο, το σεναριακό ζευγάρι επέμεινε για τον Paul Newman, με τον οποίο είχαν εργαστεί παλιότερα για το Άγριος σαν Θύελλα (1963), πάλι του Martin Ritt. Σε αυτό η Sally Field δεν είχε αντιστάσεις, μια και είχε συνεργαστεί με τον μεγάλο σταρ στο Χωρίς Δόλο (1981), και είχε καλή εμπειρία. Όταν όμως ο Newman αρνήθηκε τη συμμετοχή του, οριστικοποιήθηκε η πρόσληψη του Garner.
  • Μια κι εκείνη την εποχή η Columbia Pictures ήταν ιδιοκτησία της The Coca-Cola Company, το στούντιο επέβαλε ως όρο να ακούγονται 8 ή 9 φράσεις που να εμπεριέχουν τη λέξη “Coke”, αλλά και όσο το δυνατόν περισσότερη τοποθέτηση προϊόντος με την εν λόγω φίρμα.
  • Η ταινία είχε προγραμματιστεί για τα Χριστούγεννα του 1985, αλλά η Columbia μετέφερε την πρεμιέρα για τον Ιανουάριο. Συμφώνησε όμως σε μια μικρή παρουσία εντός του Δεκέμβρη, που εντέλει απέφερε δύο υποψηφιότητες στα Όσκαρ και άλλες δύο στις Χρυσές Σφαίρες. Επίσης, με μπάτζετ 13 εκατομμύρια δολάρια, το φιλμ απέφερε από τα ταμεία 30,7.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Η Carole King ερμηνεύει για την ταινία το Love for the Last Time.

Κριτικός: Σταύρος Γανωτής

Έκδοση Κειμένου: 12/3/2023

Σημάδια κόπωσης παρουσιάζει εδώ ο Martin Ritt, ένας από τους αδικαιολόγητα ξεχασμένους δημιουργούς της νέας γενιάς του Χόλιγουντ. Αυτό δεν φαίνεται τόσο στη συμπάθεια που δείχνει στο εξίσου «κουρασμένο» James Garner, αλλά στο ότι η πολιτικο-κοινωνική του ματιά που τον χαρακτήριζε έχει δώσει τη θέση της σε μια αναίμακτη feel-good διάθεση.

Το σενάριο θα μπορούσε να πλησιάσει στο να θεωρηθεί στιβαρό, μόνο υπό τον όρο ότι μας ενδιαφέρει με ποιον από τους άντρες θα καταλήξει η Sally Field να φιλιέται στο φινάλε. Είναι τόσα τα σοβαρά θέματα που πάνε να παρεισφρήσουν και κάποιο «αόρατο» πόδι τα κλωτσάει εκτός κειμένου, που το φιλμ δεν μπορεί εύκολα να συμπεριληφθεί ούτε στην καλή φουρνιά του αμερικανικού δραματικού-δραμεντί σινεμά των 1980. Δεν τίθεται καν ζήτημα με τη διαφορά ηλικίας ανάμεσα στους δύο πρωταγωνιστές, μοιάζοντας σαν πικρό σχόλιο πάνω στην αποτυχία του κινήματος της νεολαίας κατά τις προηγούμενες δεκαετίες. Έτσι όμως όπως παρουσιάζεται, δεν δένει και ως συντηρητικό σχόλιο…

Μένουμε έτσι να λαμβάνουμε ό,τι μας δίνεται. Έλα όμως που όταν έχεις τη Sally Field εντός μιας περιόδου που μάγευε την οθόνη ακόμα και δίχως υπερπροσπάθεια, και έναν Garner που βγάζει κέφι από το τίποτα, όσα λαβαίνουμε είναι και πάλι μια χαρά. Νότες πολύ ελαφριού χιούμορ αλλά γλυκάδα που πλεονάζει, και μαζί μια απαλή κάμερα που εκμεταλλεύεται το επαρχιώτικο τοπίο συνδράμουν σε μια ήπια και χαλαρωτική θέαση που αξίζει να αδράξεις.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

15 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *