Οι Σκιές του Μπρούκλιν
- Motherless Brooklyn
- 2019
- ΗΠΑ
- Αγγλικά
- Αστυνομική, Δραματικό Θρίλερ, Εποχής, Μυστηρίου, Νουάρ, Πολιτική
- 28 Νοεμβρίου 2019
Νέα Υόρκη, 1957. Ο Λάιονελ Έσρογκ, ένας μοναχικός ιδιωτικός ντετέκτιβ με σύνδρομο Τουρέτ, αναλαμβάνει να διαλευκάνει τον φόνο του μέντορα και μοναδικού φίλου του, Φρανκ Μίνα. Έχοντας λιγοστά στοιχεία κι ένα ψυχαναγκαστικό μυαλό στη διάθεση του, ο Λάιονελ ανακαλύπτει τα καλά φυλαγμένα μυστικά που κρατούν σε ισορροπία τη μοίρα ολόκληρης της πόλης. Σε μια μυστηριώδη διαδρομή από τα ποτισμένα με τζιν τζαζ κλαμπ του Χάρλεμ ως τις σκληρές φτωχογειτονιές του Μπρούκλιν και τα πολυτελή σαλόνια των εμπόρων εξουσίας, ο Λάιονελ έρχεται αντιμέτωπος με κακοποιούς, διαφθορά και τον πιο επικίνδυνο άνδρα της πόλης για να τιμήσει τη μνήμη του φίλου του και να σώσει τη γυναίκα που μπορεί να αποδειχτεί σωτήρας του.
Σκηνοθεσία:
Edward Norton
Κύριοι Ρόλοι:
Edward Norton … Lionel Essrog
Bruce Willis … Frank Minna
Gugu Mbatha-Raw … Laura Rose
Bobby Cannavale … Tony Vermonte
Cherry Jones … Gabby Horowitz
Alec Baldwin … Moses Randolph
Willem Dafoe … Paul Randolph
Michael Kenneth Williams … Wynton Marsalis
Leslie Mann … Julia Minna
Ethan Suplee … Gilbert Coney
Dallas Roberts … Danny Fantl
Josh Pais … William Lieberman
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Edward Norton
Παραγωγή: Michael Bederman, Bill Migliore, Daniel Nadler, Edward Norton, Gigi Pritzker, Rachel Shane, Robert F. Smith
Μουσική: Daniel Pemberton
Φωτογραφία: Dick Pope
Μοντάζ: Joe Klotz
Σκηνικά: Beth Mickle
Κοστούμια: Amy Roth
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Motherless Brooklyn
- Ελληνικός Τίτλος: Οι Σκιές του Μπρούκλιν
Σεναριακή Πηγή
- Μυθιστόρημα: Motherless Brooklyn του Jonathan Lethem.
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα μουσικής.
Παραλειπόμενα
- Δεύτερη σκηνοθετική δουλειά για τον Edward Norton, κι ενώ η πρώτη ήταν το 2000 (Πιστά Ερωτευμένοι). Είναι όμως και η πρώτη του σεναριακή δουλειά, παρότι -δίχως να έχει πάρει αυτό το κρέντιτ στο παρελθόν- έχει βοηθήσει σε κάποια σενάρια.
- Ο Norton σχεδίαζε να βγάλει αυτή την ταινία από τις αρχές των ’00, αλλά δεν ήταν ποτέ σίγουρος αν θα το σκηνοθετούσε. Αυτό οριστικοποιήθηκε το 2014.
- Φωτιά ξέσπασε σε υπόγειο κτηρίου όπου γίνονταν γυρίσματα, και ο λυπηρός απολογισμός ήθελε έναν νεκρό πυροσβέστη. Το όνομα του ήταν Michael R. Davidson. Τα γυρίσματα αναβλήθηκαν επί μία βδομάδα.
- Δεν τα κατάφερε εισπρακτικά η ταινία, μια και είχε έσοδα 18,5 εκατομμύρια δολάρια έναντι μπάτζετ των 26.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Ο Thom Yorke, τραγουδιστής των Radiohead, έγραψε κι ερμηνεύει το τραγούδι Daily Battles. Στα πνευστά είναι ο Flea των Red Hot Chili Peppers, αλλά και των Atoms for Peace, στους οποίους ανήκουν αμφότεροι.
Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης
Έκδοση Κειμένου: 22/11/2019
Από το 1999, όταν πρωτοεκδόθηκε, είχε ο Edward Norton στο μυαλό του να διασκευάσει την ομώνυμη νουβέλα του Jonathan Lethem, μεταφέροντας τη δράση από το τότε σύγχρονο Μπρούκλιν σε αυτό της δεκαετίας του 1950. Στο διάστημα που μεσολάβησε πηγαινοερχόταν στο μυαλό του η ιδέα να σκηνοθετήσει ο ίδιος το όλο εγχείρημα, μέχρι που το αποφάσισε, παραδίδοντας το συγκεκριμένο τελικό αποτέλεσμα. Ενδιαφέρουσες ιδέες υπάρχουν, και είναι σίγουρα ευπρόσδεκτο το ότι ο Norton μοιάζει εδώ να βρίσκεται στον πρώτο του ρόλο από την εποχή του «Birdman» στον οποίο έχει επενδύσει κάτι, μιας και πρόκειται για προσωπικό στοίχημα.
Ωστόσο, είναι γεγονός ότι οι «Σκιές του Μπρούκλιν» πλήττονται από αρκετά προβλήματα που τις εμποδίζουν από το να χαρακτηριστούν ως μια πραγματικά κερδισμένη υπόθεση για το δημιουργικό μυαλό πίσω από αυτές. Γενικότερα, αυτό που επικρατεί είναι μια αίσθηση ότι το πάθος που είχε ο υποψήφιος για Όσκαρ ηθοποιός για την κινηματογράφηση της συγκεκριμένης ιστορίας πλέον έχει ξεθυμάνει με το πέρασμα τόσων ετών. Αυτό γίνεται εμφανές κι από τη σκηνοθεσία, η οποία έχει ελάχιστες εμπνευσμένες στιγμές και είναι ως επί το πλείστον πεζή, ούτε αρκετά πιστή στους κώδικες του νουάρ που επιθυμεί να ακολουθήσει, ούτε αρκούντως μοντερνίζουσα για να προτείνει μια ανανεωτική παραλλαγή τους.
Παρά τις αρκετές αδυναμίες, το σύνολο βλέπεται με ουκ ολίγο ενδιαφέρον. Η άκρως πολιτικοποιημένη ίντριγκα ταιριάζει γάντι με τις τρέχουσες ευαισθησίες στην Αμερική επί διοίκησης Trump (οι ομοιότητες μεταξύ του ίδιου και του χαρακτήρα του Alec Baldwin παραείναι πολλές για να είναι συμπτωματικές), ενώ δεν γίνεται παρά να εκτιμηθεί η πλούσια γκάμα δευτερευόντων χαρακτήρων που προσθέτουν μπόλικες διαφορετικές οπτικές στην ιστορία, ακόμη κι αν κάποιοι θα μπορούσαν να κριθούν ως περιττοί, όπως και κάποιες υποπλοκές που τους αφορούν. Ελκυστικές οι τζαζ πινελιές του μουσικού σκορ του Daniel Pemberton, βοηθούν καθοριστικά στο να χτιστεί η δέουσα ατμόσφαιρα. Κάπως πιο αποπροσανατολιστικά ως προς αυτόν τον τομέα λειτουργεί το αταίριαστα σύγχρονο ηχητικά κομμάτι του Thom Yorke «Daily Battles», το οποίο, παρότι πανέμορφο, δεν «κολλάει» τόσο στο φιλμ. Καλό σημάδι αποτελεί επίσης το ότι παρά τη διάρκεια των δυόμιση περίπου ωρών, οι ρυθμοί κυλάνε με έναν τρόπο τέτοιο ώστε να μην υπάρχουν κοιλιές που να βλάπτουν σοβαρά την τελική εικόνα. Το σενάριο ομολογουμένως ήθελε μια καλύτερη επεξεργασία (πρόκειται άλλωστε και για το πρώτο κρέντιτ του Norton σε αυτό το πόστο), τόσο όσον αφορά την ανάπτυξη των βασικών τουλάχιστον ηρώων, όσο και στο πώς εκθέτονται πληροφορίες στον θεατή μέσω των διαλόγων. Ευτυχώς, ο σκηνοθέτης, πρωταγωνιστής, παραγωγός και σεναριογράφος διαθέτει στα χέρια του ένα δυνατό καστ, ικανό να τον βγάλει ασπροπρόσωπο, ακόμη κι όταν ο ίδιος δεν βρίσκει πάντοτε τις κατάλληλες ισορροπίες. Και ακόμη κι αν η ερμηνεία του ίδιου διαχειρίζεται μεν σωστά τα τικ ελέω της ασθένειας του ήρωά του αλλά έχει ελάχιστες εξάρσεις που να δοκιμάζουν το εύρος του, υπάρχουν δεύτεροι ρόλοι όπως αυτοί του σχεδόν πάντα έξοχου Willem Dafoe που πλαισιώνουν και σιγοντάρουν όμορφα τον πρωταγωνιστή.
Κάποιες πτυχές της πλοκής χαίρουν επιτυχημένης μεταχείρισης από το κείμενο, με εξέχον παράδειγμα το πολιτικοκοινωνικό σχόλιο που επιχειρείται σε συνάρτηση με το αστυνομικό μυστήριο που βρίσκεται στο επίκεντρο για τη θέση του μέσου Αφροαμερικανού κατά τη χρονολογία της δράσης του φιλμ. Κάποιες άλλες, όπως το ρομάντζο που βρίσκεται στο επίκεντρο, αναπτύσσονται με πιο ατυχή και άτσαλο τρόπο. Ίσως μια χρυσή τομή για ένα καλύτερο αποτέλεσμα να βρισκόταν από την ανάμειξη κι ενός δεύτερου ατόμου στη διασκευή του πρωτότυπου βιβλίου ή μια ανάθεση σε κάποιον τρίτο της σκηνοθεσίας. Ο σχεδόν ολοκληρωτικός έλεγχος είναι μεν κατανοητός ως επιλογή εκ μέρους του Norton λόγω της προσωπικής σημασίας για τον ίδιο του συγκεκριμένου πρωτογενούς υλικού, ωστόσο ίσως λόγω αυτής της συναισθηματικής ανάμειξης να χρειαζόταν και μια δεύτερη, πιο ψύχραιμη γνώμη για το τι θα εξυπηρετούσε καλύτερα την ιστορία. Κάπως έτσι, οι «Σκιές του Μπρούκλιν» παραμένουν μια ενδιαφέρουσα, αλλά ημιεπιτυχημένη προσπάθεια.
Βαθμολογία: