Κυριακή της Μητέρας
- Mothering Sunday
- 2021
- Μ. Βρετανία
- Αγγλικά
- Αισθηματική, Δραματική, Εποχής, Ερωτική
- 19 Ιανουαρίου 2023
Μια ζεστή ανοιξιάτικη μέρα του 1924, η υπηρέτρια του οίκου Νίβεν, η Τζέιν Φερτσάιλντ, βρίσκεται μόνη της την Ημέρα της Μητέρας. Οι εργοδότες της, ο κύριος και η κυρία Νίβεν, λείπουν, κι εκείνη έχει τη σπάνια ευκαιρία να περάσει ένα απόγευμα αποκλειστικά με τον κρυφό εραστή της, τον Πολ: το αγόρι από το κοντινό αρχοντικό που είναι ο μακροχρόνιος έρωτάς της, παρά το γεγονός ότι είναι αρραβωνιασμένος με μια άλλη γυναίκα -μια παιδική φίλη και κόρη φίλων των γονιών του. Όμως, απρόβλεπτα γεγονότα θα αλλάξουν για πάντα την πορεία της ζωής της Τζέιν.
Σκηνοθεσία:
Eva Husson
Κύριοι Ρόλοι:
Odessa Young … Jane Fairchild
Josh O’Connor … Paul Sheringham
Olivia Colman … Clarrie Niven
Colin Firth … Godfrey Niven
Sope Dirisu … Donald
Patsy Ferran … Milly
Emma D’Arcy … Emma Hobday
Simon Shepherd … Giles Hobday
Emily Woof … Κα Sheringham
Glenda Jackson … Jane Fairchild (γηραιά)
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Alice Birch
Παραγωγή: Elizabeth Karlsen, Stephen Woolley
Μουσική: Morgan Kibby
Φωτογραφία: Jamie Ramsay
Μοντάζ: Emilie Orsini
Σκηνικά: Helen Scott
Κοστούμια: Sandy Powell
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Mothering Sunday
- Ελληνικός Τίτλος: Κυριακή της Μητέρας
Σεναριακή Πηγή
- Μυθιστόρημα: Mothering Sunday του Graham Swift.
Παραλειπόμενα
- Επανεμφάνιση για την Glenda Jackson στη μεγάλη οθόνη μετά από 31 έτη.
- Η παγκόσμια πρεμιέρα έγινε στο φεστιβάλ Κανών, αλλά εκτός συναγωνισμού.
Κριτικός: Φίλιππος Χατζίκος
Έκδοση Κειμένου: 17/1/2023
Στην Αγγλία των αρχών του Μεσοπολέμου, η Τζέιν εργάζεται ως οικονόμος στο αρχοντικό των Νίβεν και διατηρεί δεσμό με τον Πολ, γόνο του διπλανού αριστοκρατικού σπιτικού. Δυστυχώς, όμως, οι δύο ερωτευμένοι νέοι είναι αναγκασμένοι να κρατήσουν το δεσμό τους κρυφό, αφού ο Πολ είναι ενωμένος με τα δεσμά του αρραβώνα και της κοινής δυστυχίας με μια άλλη γυναίκα ευγενούς καταγωγής. Το φιλμ της Έβα Χάσον αποτελεί μεταφορά του ομότιτλου μυθιστορήματος του Γρέιαμ Σουίφτ, το οποίο ανέλαβε να διασκευάσει σε κινηματογραφικό σενάριο η νεαρή πλην ήδη πεπειραμένη σε αντίστοιχες αποστολές Άλις Μπερτς. Η τελευταία, συγγραφέας και η ίδια, έχει εργαστεί επιτυχημένα στην κινηματογραφική διασκευή του Lady Macbeth και του The Wonder (αμφότερα με τη Φλόρενς Πιου), ενώ έχει εργαστεί ως σεναριογράφος στις πρόσφατες διασκευές των λογοτεχνικών έργων της Σάλι Ρούνεϊ για την τηλεόραση.
Εν προκειμένω, δυστυχώς, και χωρίς να είναι στον γράφοντα σαφές κατά πόσο το περίπλοκο της γραφής πηγάζει από το πρωτογενές υλικό, μιλώντας καθαρά στο πλαίσιο της κινηματογραφικής αποτίμησης, το έργο εμφανίζει μια αφηγηματική δυστροπία που θολώνει υπερβολικά τις οπτικές της ιστορίας. Αυτό, μάλιστα, πληγώνει σημαντικά και την αναμφίβολη καλλιέπεια της Χάσον ˙ η γαλλίδα δημιουργός φτιάχνει όμορφα και λεπτομερή κάδρα με υπέροχο φωτισμό, διαθέτει ένα score που υπογραμμίζει τη λυρική μελαγχολία της αφήγησης, η mise-en-scène της είναι συναισθηματικά φορτισμένη και νοηματικά πυκνή. Η ροή της ιστορίας όμως αργοσβήνει ανάμεσα σε χρονικά άλματα σε παρόν και μέλλον, δίχως να στέκεται αναγκαία σε όλα τα στάδια προκειμένου να δημιουργήσει μία έστω υποτυπώδη σύνδεση ανάμεσα σε εμάς και τα εξιστορούμενα.
Δεν είναι ότι λείπουν οι αξιόλογες ιδέες, αφού τα θέματα τα οποία αποτελούν τον αφηγηματικό κορμό της ταινίας είναι οπωσδήποτε σεβαστά. Η επιθυμία της Τζέιν να περιπλανηθεί γυμνή και μόνη στο σπίτι του εραστή της, προκειμένου να ανιχνεύσει τα απομεινάρια της καθημερινότητάς του απουσία του ίδιου και απαλλαγμένη από τους ρόλους που τα ρούχα τους υπερτονίζουν. Το συλλογικό τραύμα της απώλειας, που δίνεται μέσα από μαραμένα βλέμματα και εκκωφαντικές σιωπές, κληροδότημα ενός παράλογου πολέμου που στέρησε τη ζωή σε τόσους και τόσο νέους. Η λειτουργία της μνήμης που μεταφράζεται σε καλλιτεχνική δημιουργία και περισώνει στιγμές και ανθρώπους από το βουβό σκοτάδι της λήθης. Η διερεύνησή τους όμως πάσχει αισθητά, και αφήνει την αίσθηση πως πιθανότατα στο χαρτί θα εμφανίζονταν πληρέστερη, εναργέστερη και εντέλει με ισχυρότερο συναισθηματικό αποτύπωμα.
Συνολικά, η Κυριακή της Μητέρας διαθέτει κινηματογραφική γλαφυρότητα, σπάνια κομψότητα και υφολογική συνέπεια, αλλά αδυνατεί να συντονιστεί με τον πυρήνα της ιστορίας που αφηγείται. Έχει πάντως να υπερηφανεύεται για ένα από τα πιο υπέροχα διαγενεακά βρετανικά (ως επί το πλείστον) καστ των τελευταίων ετών, αφού την επαρκέστατη αυστραλή Οντέσα Γιάνγκ συνοδεύει ο φέρελπις Τζος Ο’ Κόνορ και οι αξιόπιστοι σε υπερθετικό βαθμό Ολίβια Κόλμαν και Κόλιν Φερθ, με την ολιγόλεπτη εμφάνιση της θρυλικής Γκλέντα Τζάκσον να φέρνει αυτόματο και πηγαίο βούρκωμα και να αποτελεί ίσως το πιο σημαντικό δώρο της ταινίας στο κοινό.
Βαθμολογία: