Φονικές Μηχανές
- Mortal Engines
- 2018
- ΗΠΑ
- Αγγλικά
- Δράσης, Επιστημονικής Φαντασίας, Έπος, Νεανική, Περιπέτεια
- 06 Δεκεμβρίου 2018
Μακρινό μέλλον, και στον πλανήτη έχουν απομείνει ελάχιστα αποθέματα ενέργειας και τροφής. Γιγάντιες μετακινούμενες πόλεις τώρα περιπλανιόνται ανά τη Γη, αδίστακτα παραμονεύοντας για μικρότερες μηχανικές πόλεις. Ο Τομ Νάτσγουορθι, που προέρχεται από τη χαμηλή βαθμίδα της μέγα μηχανικής πόλης του Λονδίνου, βρίσκεται να μάχεται για την επιβίωση του, όταν έρχεται σε επαφή με την επικίνδυνη φυγά Χέστερ Σόου. Δύο αντίθετοι άνθρωποι, των οποίων τα μονοπάτια δεν έπρεπε να διασταυρωθούν ποτέ, συνθέτουν μια απίθανη συμμαχία με μοναδικό πεπρωμένο το να αλλάξει το μέλλον.
Σκηνοθεσία:
Christian Rivers
Κύριοι Ρόλοι:
Hera Hilmar … Hester Shaw
Robert Sheehan … Tom Natsworthy
Hugo Weaving … Thaddeus Valentine
Jihae … Anna Fang
Ronan Raftery … Bevis Pod
Leila George … Katherine Valentine
Patrick Malahide … Magnus Crome
Stephen Lang … Shrike
Colin Salmon … Chudleigh Pomeroy
Mark Hadlow … Orme Wreyland
Caren Pistorius … Pandora Shaw
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Fran Walsh, Philippa Boyens, Peter Jackson
Παραγωγή: Deborah Forte, Peter Jackson, Amanda Walker, Fran Walsh, Zane Weiner
Μουσική: Junkie XL
Φωτογραφία: Simon Raby
Μοντάζ: Jonno Woodford-Robinson
Σκηνικά: Dan Hennah
Κοστούμια: Bob Buck, Kate Hawley
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Mortal Engines
- Ελληνικός Τίτλος: Φονικές Μηχανές
Σεναριακή Πηγή
- Μυθιστόρημα: Mortal Engines του Philip Reeve.
Παραλειπόμενα
- Ο Peter Jackson είχε ξεκινήσει τη διαδικασία της παραγωγής από το 2009. Χρειάστηκε όμως να έρθει ο Οκτώβρης του 2016 για να μπει μπρος το σχέδιο, με τα γυρίσματα να γίνονται στη Νέα Ζηλανδία. Αυτός ήταν που επέλεξε τον Christian Rivers (σκηνοθετικό ντεμπούτο), γνωρίζονταν ως κύριο υπεύθυνο για τα εφέ του Κινγκ Κονγκ.
- Ο Richard Armitage δέχτηκε αρχικά έναν ρόλο, αλλά αναγκάστηκε να τον αφήσει λόγω φόρτου εργασίας.
- Ο ίδιος ο Peter Jackson παίζει έναν μικρό ρόλο, αυτόν του φρουρού Sooty Pete.
- Παρά τις μέτριες ως κακές κριτικές, ο συγγραφέας Philip Reeve εκθείασε την ταινία.
- Η ταινία μπήκε πολύ μέσα στα ταμεία, αφού με κόστος 150 εκατομμύρια δολάρια, το φιλμ έβγαλε μόλις 83,6.
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 4/2/2019
Από τη μία μπορεί κανείς να εικάσει ως ανευθυνότητα του Peter Jackson να δώσει ένα τέτοιο «παχύ» σχέδιο σε έναν πρωτάρη, αλλά από την άλλη δεν ξέρω αν εντέλει μπορούσε να σωθεί. Οι λόγοι της αποτυχίας του «Mortal Engines» είναι τόσο εμφανείς, που κι ένα άπειρο μάτι -το λιγότερο- θα τους διαισθανθεί παρακολουθώντας το. Και μιλάμε για παραπτώματα που ο Peter Jackson ποτέ δεν έχει υποπέσει. Τότε, θα μου πείτε, γιατί να μην τον θεωρήσουμε ανεύθυνο που δεν το ανέλαβε; Ίσως επειδή το συγκεκριμένο young adult-steampunk μυθιστόρημα είχε εξαρχής τόσες τρύπες, που ο νεοζηλανδός δημιουργός δεν θα μπορούσε έτσι κι αλλιώς να κλείσει. Άρα, είπε να το πασάρει.
Τι να πω, δεν εξηγείται αλλιώς. Αφού σεναριακά έχει τις υπογραφές της χρυσής τριάδας Fran Walsh-Philippa Boyens-Peter Jackson, και δεν μπορεί να συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα, το πρόβλημα πρέπει να πηγάζει από την αρχική πηγή. Και μόνος τρόπος που θα μπορούσε, ίσως, να διορθωθεί, θα ήταν το φιλμ να τραβούσε στις τρεις ώρες, μπας και γέμιζε επεξηγήσεις για όλα αυτά τα «κουλά» που καλούμαστε εμείς οι θεατές να καταπιούμε επί της οθόνης. Όπως καταλάβατε, περί «κουλών» είναι το ζήτημα μας…
Ας πάρουμε όμως λίγο το έργο πιο σφαιρικά. Γενικά, μιλάμε για μια πανέξυπνη γενικά ιδέα, στην παράδοση των καλών sci-fi υπερπαραγωγών, με έντονη δόση από νοσταλγία, μια και θυμίζει ιδέες τύπου «Dune» και «Μαντ Μαξ». Πλάι σε αυτό, η χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας τού προσφέρει μια δυναμική απίστευτη, όσον αφορά το ζωντάνεμα τόσο «too-much» εικόνων, όπως αυτή μιας ολόκληρης πόλης που κυλάει στο έδαφος. Οι χαρακτήρες του απτοί και προσγειωμένοι, πιστοί στο να έχουμε τη γέννηση μιας δημοφιλούς οικογενειακής εποποιίας, όπου ο θεατής ενδιαφέρεται πλάι με το θέαμα και για την τύχη των ηρώων, ώστε έτσι να «αγοράσει» και τα σίκουελ.
Αυτό είναι το θεμέλιο του όλου στόρι, και είναι γερό. Ανεβαίνοντας όμως προς το προκείμενο, παρατηρούμε ολοένα και περισσότερους παράγοντες που κάνουν και τα θεμέλια αυτά να τρίζουν. Εν αρχή, δεν υπάρχει νοηματικό υπόβαθρο. Όλα υπάρχουν μονάχα για τις πρωτογενείς αισθήσεις μας. Και δεν θα ήταν διόλου κακό αυτό, αρκεί όμως το ικανοποιούνταν όλες. Το μάτι δεν περνάει διόλου άσχημα, αλλά το μυαλό τσινάει. Τσινάει τόσο στις απλοϊκές επιμέρους ιδέες που χτίζουν την ιστορία, όσο και στις ευκολίες που μοιάζει να έχει τόσο ανάγκη η συγκεκριμένη πλοκή για να κινηθεί. Οι ήρωες σώζονται από τα δεινά τους με μια απίστευτη εύνοια της τύχης, δίχως η πλέον απλή λογική να δικαιολογεί όσα συμβαίνουν. Ακόμα και στη μέση κυριολεκτικά του πουθενά, θα βρεθεί κάτω από τα πόδια τους μια καταπακτή έτοιμη για να τους γλυτώσει στο παρά πέντε. Από την άλλη, έχουμε το πατροπαράδοτο άσπρο-μαύρο επί των χαρακτήρων, αλλά ακόμα κι αν δεν έχει αποδειχτεί πάντα ότι αποτελεί επιτομή αποτυχίας, είναι τόσο απλοϊκά δουλεμένο εδώ, που η μονοδιάστατη φύση όλων όσων παρελαύνουν επί της ταινίας είναι τουλάχιστον εκνευριστική.
Με όλα αυτά καταλαβαίνετε ότι το «Mortal Engines» δεν σώζονταν όσα χρήματα κι αν επενδύονταν σε αυτό. Τι να σώσεις όταν η μαγιά σού παρέχει ως «έκπληξη» ένα… «I’m your father», κι έχει έναν «terminator» να περιφέρεται -και να πετάγεται μαγικά όπου θέλει…- δίχως να πληρώνει δικαιώματα copyright! Έτσι, πετάχτηκε στα απορρίμματα μια ιδέα για αληθινά καλό sci-fi, από εκείνα που ένας σκηνοθέτης Jackson στο ρελαντί του, ή ένας Cameron θα τοποθετούσαν ψηλά στις λίστες αγαπημένων του κοινού. Για να μην είμαστε τελείως άδικοι, το όλο θέαμα παραμένει πλούσιο για τους οφθαλμούς, μα μόνο για αυτούς. Προτείνεται παραδόξως για μικρή, αλλά πλούσιων ιντσών, οθόνη, όχι επειδή δεν είναι θέαμα γεννημένο για μεγάλη, αλλά επειδή θα κλάψετε το εισιτήριο…
Βαθμολογία: