Σε μια φτωχή κοινότητα του αμερικανικού Νότου, ζει ο χήρος Χανκ μαζί με τον ρατσιστή πατέρα του και τον γιο του, και από παράδοση εργάζεται ως δεσμοφύλακας στις φυλακές. Η Λετίσια είναι η μαύρη σύζυγος ενός θανατοποινίτη στα πρόθυρα της ηλεκτρικής καρέκλας, και μητέρα ενός παχύσαρκου αγοριού που δυσκολεύεται να φέρει, οικονομικά κυρίως, εις πέρας. Δύο τραγικά γυρίσματα της μοίρας ωθούν το Χανκ σε παραίτηση και ενώνουν ερωτικά τις ζωές των δύο αυτών ανθρώπων, αγνοώντας ο ένας το ιστορικό του άλλου.

Σκηνοθεσία:

Marc Forster

Κύριοι Ρόλοι:

Billy Bob Thornton … Hank Grotowski

Halle Berry … Leticia Musgrove

Heath Ledger … Sonny Grotowski

Peter Boyle … Buck Grotowski

Coronji Calhoun … Tyrell Musgrove

Yasiin Bey … Ryrus Cooper

Sean ‘Diddy’ Combs … Lawrence Musgrove

John McConnell … Harvey Shoonmaker

Marcus Lyle Brown … Phil Huggins

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Milo Addica, Will Rokos

Παραγωγή: Lee Daniels

Μουσική: Asche & Spencer

Φωτογραφία: Roberto Schaefer

Μοντάζ: Matt Chesse

Σκηνικά: Monroe Kelly

Κοστούμια: Frank L. Fleming

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Monster’s Ball
  • Ελληνικός Τίτλος: Ο Χορός των Τεράτων

Κύριες Διακρίσεις

  • Όσκαρ πρώτου γυναικείου ρόλου (Halle Berry). Υποψήφιο για αυθεντικό σενάριο.
  • Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα πρώτου γυναικείου ρόλου (Halle Berry) σε δράμα.
  • Υποψήφιο για Bafta πρώτου γυναικείου ρόλου (Halle Berry).
  • Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Βερολίνου. Βραβείο γυναικείας ερμηνείας (Halle Berry).

Παραλειπόμενα

  • Δεν ήταν το ντεμπούτο του, αλλά εδώ χρωστάει αποκλειστικά τη μετέπειτα καριέρα του ο Marc Forster. Ήταν και η πρώτη ταινία του που πήρε ευρεία διανομή.
  • Οι Addica και Rokos έγραφαν το πρώτο τους σενάριο εδώ έχοντας κατά νου να παίζει ένας μεγάλος αστέρας (είχαν ως προτίμηση τον Harvey Keitel) με τους ίδιους ερμηνευτικά στο πλάι του. Και ξεκίνησαν το γράψιμο επηρεασμένοι από τις προσωπικές τους προβληματικές σχέσεις με τους πατέρες τους, πριν ενσωματώσουν το θέμα του θανατοποινίτη. Το σενάριο ήταν ήδη έτοιμο πριν κλείσει το 1995, και τράβηξε το ενδιαφέρον ενός παραγωγού που είχε ήδη συνεργαστεί με τον Will Rokos ως ηθοποιό. Μέχρι να πάρει το οριστικό πράσινο φως της παραγωγής, ενδιαφέρθηκαν για αυτό οι Robert DeNiro, Sean Penn, Tommy Lee Jones και Oliver Stone, αλλά τα στούντιο επέμεναν για ένα πιο ελαφρύ φινάλε. Εντέλει ο άνθρωπος κλειδί έμελλε να είναι ο Lee Daniels, που με τη βοήθεια της Lionsgate υπέγραψε εδώ την πρώτη του παραγωγή.
  • Τα ρεπορτάζ ανέφεραν ότι ο Wes Bentley απέρριψε τον ρόλο του Σόνι. Όπως όμως αποκάλυψε το 2009 ο Lee Daniels, ο ηθοποιός είχε πει το ναι, αλλά αποτραβήχτηκε την τελευταία στιγμή (ο ίδιος παραδέχτηκε ότι για μια μεγάλη περίοδο σαμποτάρισε την καριέρα του όντας εθισμένος στην ηρωίνη). Η Lionsgate τότε έδωσε μια διορία μόλις 48 ωρών για να βρεθεί αντικαταστάτης, κι αυτό έμελλε να χαρίσει στον Heath Ledger τον πρώτο του σπουδαίο ρόλο.
  • Ο Billy Bob Thornton είχε πει για τις ερωτικές σκηνές ότι δεν βοήθησαν καθόλου τον γάμο του με την Angelina Jolie.
  • Η Angela Bassett είχε δηλώσει πως είχε αρνηθεί τον ρόλο που πήγε στη Halle Berry, κάτι όμως που τόσο η Lionsgate όσο και ο Lee Daniels διέψευσαν κατηγορηματικά. Επίσημα ήταν η Vanessa Williams που είχε αρνηθεί τον ρόλο, λόγω των γυμνών σκηνών. Στα υπόψιν αναφέρθηκαν ότι ήταν οι Queen Latifah και Jennifer Lopez.
  • Παρότι μιλάμε για την 75η τελετή των Όσκαρ, η Halle Berry έγινε η πρώτη μαύρη ηθοποιός που κράτησε στα χέρια της το βραβείο πρώτου γυναικείου ρόλου. Μέχρι και το 2021, ήταν και η μόνη.
  • Με έναν ανεξάρτητο προϋπολογισμό 4ων εκατομμυρίων δολαρίων, το φιλμ πέτυχε εισπράξεις των 45.

Κριτικός: Σταύρος Γανωτής

Έκδοση Κειμένου: 6/1/2010

Πέρα από τη μικρή εμβέλεια του σκηνοθετικού ντεμπούτου του Μαρκ Φόρστερ, οι αρετές του είναι πασιφανείς και ικανές να συγκινήσουν κάθε είδους θεατή. Η κατατονική ατμόσφαιρα που επιβάλλεται και δεν επηρεάζεται από τις εκρήξεις των γεγονότων προσθέτει ρεαλισμό, προκαλεί τη συναισθηματική μας συμμετοχή και ακολουθεί νόμους αρχαίας τραγωδίας. Οι ήρωες είναι υποχείρια των λαθών τους, που η μοίρα δεν αφήνει ατιμώρητα, και ο μονόδρομος της «ουράνιας» συγχώρεσης περνάει μέσα από τις υπερβατικές επιλογές τους. Το φινάλε είναι ποιοτικά εύστοχο, χωρίς επιτηδευμένους εντυπωσιασμούς, και προκαλεί τη σκέψη του θεατή να λύσει το αίνιγμα των τριών τάφων. Από την ταινία περνάει και το μήνυμα της μπολιασμένης ρατσιστικής νοοτροπίας που επικρατεί ακόμα στον αμερικανικό Νότο, αλλά και μια ελπίδα αλλαγής που καθιστά το μήνυμα αληθινά χρήσιμο.

Η ένσταση όμως που προκύπτει, είναι πως η πολύ καλή γενικά ερμηνεία της Χάλι Μπέρι δεν δικαιώνει απόλυτα την ακαδημία των Όσκαρ ή ακόμα την επιτροπή του φεστιβάλ Βερολίνου, που την «επιχορήγησαν» με το βραβείο της ερμηνείας της χρονιάς, μια και ρεσιτάλ ερμηνείας δίνουν πρωτίστως οι τρεις άντρες του καστ. Και είναι ταινία ερμηνειών, στην παράδοση όχι του αμερικανικού ανεξάρτητου σινεμά που η ταινία εκπροσωπεί, αλλά μιας «παρακμιακής αμερικάνα», στην οποία αποζητά το φιλμ τη διαχρονική του φήμη. Κρίμα που ο Φόρστερ σταμάτησε να υπηρετεί αυτού του είδους το σινεμά.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

21 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *