Ένα καραβάνι συνοδεύει έναν γηραιό κι ετοιμοθάνατο σεΐχη να τη μαροκινή έρημο υπό τη σκιά της οροσειράς του Άτλαντα. Η έσχατη επιθυμία του είναι να θαφτεί με τους αγαπημένους του. Αλλά ο θάνατος δεν περιμένει. Οι άντρες του καραβανιού, φοβούμενοι το δύσκολο πέρασμα στα βουνά, αρνούνται να συνεχίσουν να μεταφέρουν το πτώμα. Ο Αχμέντ κι ο Σαΐντ, δύο αγύρτες που ταξιδεύουν μαζί τους, υπόσχονται να πάρουν τη σωρό και να την οδηγήσουν στο πεπρωμένο της. Αλλά γνωρίζουν άραγε τον δρόμο; Σε ένα παράλληλο σύμπαν, ο Σακίμπ είναι αυτός που αναλαμβάνει να βρει το καραβάνι στα βουνά και να το οδηγήσει με ασφάλεια στον προορισμό του. Αλλά ο Σακίμπ έχει τις αμφιβολίες του, μια και είναι η πρώτη του αποστολή.

Σκηνοθεσία:

Oliver Laxe

Κύριοι Ρόλοι:

Ahmed Hammoud … Ahmed

Shakib Ben Omar … Shakib

Said Aagli … Said

Ikram Anzouli … Ikram

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Oliver Laxe, Santiago Fillol

Παραγωγή: Lamia Chraibi, Julie Gayet, Michel Merkt, Nadia Turincev

Φωτογραφία: Mauro Herce

Μοντάζ: Cristobal Fernandez

Σκηνικά: Delphine De Casanove

Κοστούμια: Nadia Acimi

 

  • Κυριότερη Προβολή στην Ελλάδα: Διανομή στις αίθουσες.
  • Παγκόσμια Κριτική Αποδοχή (Μ.Ο.): Θετική.

Τίτλοι

Αυθεντικός Τίτλος: Mimosas

Ελληνικός Τίτλος: Mimosas

Κύριες Διακρίσεις

  • Καλύτερη ταινία (χρυσή πυραμίδα) στο φεστιβάλ του Καΐρου.
  • Μέγα βραβείο για το τμήμα Εβδομάδα Κριτικής του φεστιβάλ Κανών.

Παραλειπόμενα

  • Η ταινία πήρε τον τίτλο της από το όνομα της καφετέριας, στην οποία και γράφτηκε το σενάριο.
  • Ο σκηνοθέτης περιέγραψε την ταινία του ως ένα “θρησκευτικό γουέστερν”.

Εξωτερικοί Σύνδεσμοι

Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης

Έκδοση Κειμένου: 1/11/2017

Αν κάποιος απομονώσει το μεγαλύτερο κομμάτι της αφήγησης του “Mimosas”, θα δινόταν η εντύπωση πως δεν εκτυλίσσεται στη σημερινή εποχή αλλά αρκετούς αιώνες πριν. Βασικά, ακόμη και οι σκηνές που περιλαμβάνουν σύγχρονη τεχνολογία δεν εγγυώνται πως ό,τι εμφανίζεται επί της οθόνης δεν διαδραματίζεται σε περασμένες δεκαετίες, με την αίσθηση που μένει να είναι αυτή του άχρονου. Η πρόθεση του Oliver Laxe είναι προφανώς η παραβολή, σαν μια ιστορία από την ισλαμική παράδοση που έχει τις ρίζες της στους πρώτους αιώνες ύπαρξης της θρησκείας με εσκεμμένους αναχρονισμούς που στοχεύουν στο να καταστήσουν την απήχησή της πιο διαχρονική, χωρίς περιορισμούς ως προς το σε ποια εποχή απευθύνεται.

Οι διάλογοι είναι ελάχιστοι και απλοί, ακόμη και όταν περιέχουν θεολογικές αναφορές και συμβολισμούς: εδώ πρωταγωνιστής είναι το επιβλητικό φυσικό τοπίο της οροσειράς του Άτλαντα, που ξεκίνησε να σχηματίζεται κατά τον Παλαιοζωικό αιώνα, τη χρονική περίοδο που άρχισαν να εμφανίζονται οι πρώτες μορφές ζωής στη Γη. Το ταξίδι των χαρακτήρων αποκτά έτσι μια παράλληλη υπαρξιακή σημασία, σαν να επιστρέφουν ουσιαστικά στην αυγή της παρουσίας των έμβιων όντων στον πλανήτη, άρα και στη δική τους, ορισμένη όμως από την επιστήμη και όχι από τα θρησκευτικά κείμενα. Δεν είναι το μοναδικό σημείο στο οποίο το σενάριο φαίνεται να αποκλίνει από μια παραδοσιακή μουσουλμανική οπτική, ειδικά στο πως απεικονίζεται ο ρόλος των μόλις δύο γυναικών που εμφανίζονται κι επηρεάζουν, είτε καθοριστικά είτε αμυδρά, την πορεία της πλοκής.

Ο ίδιος ο σκηνοθέτης και συνσεναριογράφος περιγράφει τη δημιουργία του ως «ένα θρησκευτικό γουέστερν» (τα τρία κεφάλαια στα οποία είναι χωρισμένη αναφέρονται σε στάσεις της μουσουλμανικής προσευχής), ένας χαρακτηρισμός που συνοψίζει έξοχα την ουσία του φιλμ αλλά εμπεριέχει έναν κίνδυνο παρεξήγησης. Δεν είναι στις προθέσεις του Laxe να προσηλυτίσει, αλλά να προσεγγίσει μια νοοτροπία με την οποία ούτε ο ίδιος είναι εξοικειωμένος, όντας με καταγωγή από την ισπανική Γαλικία. Το ταξίδι, εσωτερικό κι εξωτερικό, των ηρώων του είναι ταυτόχρονα αυτό που πραγματοποιεί ο ίδιος για να κατανοήσει την κουλτούρα αυτή. Η ισορροπία που τηρείται είναι εξαιρετικά λεπτή, καθώς ο μυστικισμός είναι ασφυκτικά παρών, αλλά ποτέ δεν ξεσπάνε μεταφυσικές εκρήξεις που ενδεχομένως να καθιστούσαν και το γεμάτο μεταφορές ύφος της ταινίας άκομψο και χοντροκομμένο μέσα σε μια απόγνωση να κάνει την υπέρβαση. Αυτή όμως και η απόφαση να διατηρηθεί προσγειωμένος ο τόνος αφήνει και την εντύπωση του στάσιμου και του επαναλαμβανόμενου. Η αφήγηση είναι αντισυμβατική κι ενίοτε δύσπεπτη, ενδεικτικό παράδειγμα όταν σε δυο εκ των σημαντικότερων κορυφώσεων για την ιστορία οι σκηνές διακόπτονται για τη χάρη ιντερλούδιων των οποίων η σύνδεση με τον κύριο αφηγηματικό ιστό δεν είναι ιδιαίτερα σαφής. Το τοπίο προσφέρεται για εικόνες που προκαλούν δέος, όχι με τον τουριστικό τρόπο αλλά από την οπτική της συνειδητοποίησης της ασημαντότητας και του μικρού μεγέθους του ανθρώπινου στοιχείου απέναντι στην απεραντότητα της φύσης και σε ένα δεύτερο επίπεδο στην εκκωφαντική μη παρεμβατικότητα του θεϊκού στοιχείου, που παρατηρεί τις δοκιμασίες των ηρώων ελέγχοντας αυστηρά την αφοσίωση στις αξίες του δόγματός τους. Όλα αυτά τα στοιχεία στην περιγραφή τους ακούγονται ελκυστικά και με περίσσευμα σημειολογίας προς ανάλυση.

Όμως αυτή η ιδιόρρυθμη αλληγορία, με τις περίεργες ελλείψεις της και τους συμβολικούς χαρακτήρες, δεν κατορθώνει να μεταφραστεί σε μια ολοκληρωμένη ιστορία, σε βαθμό που αυτό που έχει γυριστεί να θυμίζει περισσότερο συσσωρευμένες ιδέες που προέκυψαν από πολλά διαφορετικά άτομα μέσω συζήτησης και που δεν έχουν συγκολληθεί μεταξύ τους με ένα συμπαγή αφηγηματικό ιστό. Επίσης, παρόλο που η διάρκεια είναι μικρή, οι νωχελικοί ρυθμοί κουράζουν, όσο κι αν υπάρχει μια μυσταγωγική διάθεση πίσω από αυτήν την επιλογή. Αυτό που προκύπτει είναι τόσο αταξινόμητο κι αξιοπερίεργο που είναι δύσκολο να μην παρακολουθεί με ενδιαφέρον ή έστω με μια περιέργεια, δεν είναι όμως επαρκώς συγκροτημένο στην ουσία του για να φτάσει τα ποιοτικά ύψη που θα επιθυμούσε, δεδομένης της βαθιά μελετημένης πολυσημίας του.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

11 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *