Ισπανία. Καλοκαίρι 1936. Ο φημισμένος συγγραφέας Μιγκέλ ντε Ουναμούνο αποφασίζει να στηρίξει δημόσια τη στρατιωτική επέμβαση που υπόσχεται να φέρει τάξη στη χαοτική κατάσταση που επικρατεί στη χώρα. Αυτόματα παύεται από τη θέση του ως πρύτανης του πανεπιστημίου της Σαλαμάνκα, με παρέμβαση της αριστερής κυβέρνησης της χώρας. Στο μεταξύ, ο στρατηγός Φράνκο συγκεντρώνει τις δυνάμεις του ξεκινώντας τις στρατιωτικές του επιχειρήσεις από τον νότο, ευελπιστώντας να κατακτήσει την εξουσία. Οι συγκρούσεις γίνονται αιματηρές και καθώς ο Ουναμούνο βλέπει συναδέλφους του να φυλακίζονται, αρχίζει να αμφισβητεί την ορθότητα της απόφασής του να ταχθεί υπέρ της στρατιωτικής επέμβασης. Όταν ο Φράνκο μεταφέρει το αρχηγείο του στη Σαλαμάνκα ως γενικός διοικητής, ο Ουναμούνο αποφασίζει να τον επισκεφτεί στο παλάτι του και να ζητήσει επιείκεια.

Σκηνοθεσία:

Alejandro Amenabar

Κύριοι Ρόλοι:

Karra Elejalde … Miguel de Unamuno

Eduard Fernandez … στρατηγός Jose Millan-Astray

Santi Prego … στρατηγός Francisco Franco

Nathalie Poza … Ana Carrasco Robledo

Patricia Lopez Arnaiz … Maria de Unamuno

Luis Zahera … Atilano Coco

Luis Bermejo … Nicolas Franco

Tito Valverde … στρατηγός Miguel Cabanellas

Luis Callejo … στρατηγός Emilio Mola

Ainhoa Santamaria … Enriqueta Carbonell

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Alejandro Amenabar, Alejandro Hernandez

Παραγωγή: Alejandro Amenabar, Fernando Bovaira, Domingo Corral, Hugo Sigman

Μουσική: Alejandro Amenabar

Φωτογραφία: Alex Catalan

Μοντάζ: Carolina Martinez Urbina

Σκηνικά: Juan Pedro De Gaspar

Κοστούμια: Sonia Grande

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Mientras Dure la Guerra
  • Ελληνικός Τίτλος: Όσο Κρατά ο Πόλεμος
  • Διεθνής Τίτλος: While at War

Κύριες Διακρίσεις

  • Βραβείο δεύτερου αντρικού ρόλου (Eduard Fernandez), παραγωγής, σκηνικών, κοστουμιών και μακιγιάζ/κομμώσεων στα Goya. Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, σκηνοθεσία, πρώτο αντρικό ρόλο (Karra Elejalde), δεύτερο γυναικείο ρόλο (Nathalie Poza), νέο ηθοποιό (Santi Prego), νέα ηθοποιό (Ainhoa Santamaria), σενάριο, μουσική, φωτογραφία, μοντάζ, ήχο και ειδικά εφέ.
  • Καλύτερη διεθνής ταινία στο φεστιβάλ της Χάιφα.

Παραλειπόμενα

  • Πρώτη ισπανόφωνη ταινία για τον Alejandro Amenabar από το 2004.
  • Αρκετές ιστορικές ανακρίβειες επισημάνθηκαν από ειδικούς.
  • Η οργάνωση βετεράνων της Ισπανικής Λεγεώνας υποστήριξε ότι το σενάριο βασίστηκε στο Unamuno’s Last Lecture του Luis Portillo, ένα κείμενο που η οργάνωση θεωρεί συκοφαντικό επί του ιδρυτή της, Jose Millan-Astray. Επί αυτού, απαίτησε τα δημόσια κονδύλια που δαπανήθηκαν για τα γυρίσματα, να επιστραφούν στο δημόσιο.

Εξωτερικοί Σύνδεσμοι

Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης

Έκδοση Κειμένου: 16/11/2020

Πρώτη φορά που ο Amenabar τοποθετείται μέσω του κινηματογράφου γύρω από την ιστορία της χώρας στην οποία μεγάλωσε, και μάλιστα ενός κομματιού της που μέχρι και σήμερα σίγουρα προκαλεί συζητήσεις σε έντονους τόνους. Είναι πολύ πιθανό αρκετοί να κατηγορήσουν τον σκηνοθέτη για άδικη εφαρμογή του κανόνα των «ίσων αποστάσεων», επιλέγοντας να αφηγηθεί την ιστορία μιας προσωπικότητας που βρέθηκε απέναντι τόσο από την πλευρά των Εθνικιστών όσο και από αυτή των Δημοκρατικών, μιας και ήταν η πρώτη εκ των δύο που διέπραξε τις μεγαλύτερες αγριότητες, ωστόσο μάλλον δεν είναι αυτή η ουσία.

Αυτό που προφανώς γοητεύει τον Amenabar στον Miguel de Unamuno είναι το θάρρος του στο ότι παραδέχεται, κόντρα σε αυτό που υπαγορεύει η νοοτροπία της σιωπής για την επιβίωση σε δύσκολους πολιτικά καιρούς και από μια κοινωνική και ηλικιακή θέση από την οποία είναι δύσκολο κανείς να κάνει κάτι τέτοιο, ότι έκανε λάθος. Ότι ακόμη και κάποιος που δεν πηγαίνει με το ένα στρατόπεδο, αποκτά τελικά την πνευματική διαύγεια για να δει ότι αυτό που αναδύεται ως αντίδραση από την άλλη μεριά έχει υπερβολικά πολλές σκοτεινές προεκτάσεις. Και ο τρόπος με τον οποίον σκιαγραφείται η ευρύτερη συμμαχία των Εθνικιστών και οι διεργασίες της κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου είναι μια μελέτη που δεν παρατηρεί απλώς, αλλά αξιολογεί κιόλας. Ακολουθείται λογική «Πτώσης» του Hirschbiegel ως προς την απεικόνιση των προσώπων που απάρτιζαν τους Εθνικιστές: το κακό εδώ δεν είναι καρικατούρα, αλλά έχει μια ξεκάθαρα ανθρώπινη υπόσταση, όπως αποτυπώνεται και στο χαμηλόφωνα αποτελεσματικό πορτρέτο του Franco από τον Santi Prego. Υπάρχουν κι ενδιαφέροντες παραλληλισμοί με το σήμερα (σίγουρα δεν είναι τυχαία η έμφαση στη ρητορεία περί «δυτικού χριστιανικού πολιτισμού»).

Σε επίπεδο κατασκευής, ως «περπατημένος» στο πεδίο της ταινίας εποχής, ο Amenabar αναμενόμενα δεν απογοητεύει, καταφέρνοντας να αξιοποιήσει κατάλληλα εσωτερικούς κι εξωτερικούς χώρους έχοντας στη διάθεσή του έναν άνω του μέσου όρου για τα ισπανικά δεδομένα, όχι όμως και τεράστιο προϋπολογισμό. Έχει και πολύτιμη βοήθεια από τον Alex Catalan στη διεύθυνση της φωτογραφίας, που χαρακτηρίζεται από καλαίσθητες μουντές αποχρώσεις ακόμη και στις φωτεινές σκηνές, η οποία «δένει» έξοχα με τη σκοτεινή θεματολογία. Αν κάπου χάνει το σύνολο, αυτό ευθύνεται σε έναν μελοδραματισμό χολιγουντιανών καταβολών που διέπει κάποιες σκηνές (πιο προφανές παράδειγμα αυτό του μεγαλύτερου σε διάρκεια ονείρου λίγο μετά τα μισά) που φαντάζει κάπως αταίριαστο με την κατά τα άλλα ευρωπαϊκού τύπου «ψυχραιμία» που επικρατεί, καθώς κι ένας διχασμός εκ μέρους του σεναρίου για το αν θέλει να αποτελέσει μια απλή ιστορική απεικόνιση ή αυτή να επιτελείται υπό το πρίσμα ενός ψυχογραφήματος. Γιατί ουσιαστικές μεν οι στιγμές με το φρανκικό επιτελείο να αλληλεπιδρά για τη νοηματική του φιλμ, αλλά εντάσσονται στο όλον με τρόπο που λαβώνει εμμέσως την ιδιότητα που έχει και ως σπουδή χαρακτήρα.

Το όλο εγχείρημα δεν θα πετύχαινε ενδεχομένως χωρίς μια ισχυρή πρωταγωνιστική ερμηνεία, και η επένδυση στον Karra Elejalde αποδεικνύεται σοφή απόφαση. Αυτό που αναλαμβάνει «σπάει» τη στερεοτυπική κινηματογραφική απεικόνιση του σοφού γέροντα ακαδημαϊκού και ο ίδιος το συνειδητοποιεί πλήρως, και το αποτέλεσμα είναι μια παρουσία που είναι μαγνητική ακριβώς επειδή δεν είναι μονοσήμαντη. Σε ελάχιστη χρονική απόσταση μπορεί κανείς να νιώσει αρχικά μίσος για την εμμονική αδιαλλαξία του φιλμικού Unamuno, και στη συνέχεια να συμπάσχει με το συνειδησιακό αδιέξοδο στο οποίο βρίσκεται λόγω εσφαλμένων προσωπικών εκτιμήσεων. Η πλειοψηφία των δευτεραγωνιστών είναι παραπάνω από ικανή (ξεχωρίζει ο αβανταδόρικα εξωστρεφής λόγω ρόλου Eduard Fernandez), αλλά ο δραματουργικός πυρήνας του φιλμ είναι ο ίδιος ο Elejalde.

Και ακόμη κι αν το «μακροβούτι» που επιχειρείται εδώ στον βυθό του ισπανικής κοπής φασισμού δεν έχει το αλληγορικό βάθος ενός «Λαβύρινθου του Πάνα», για παράδειγμα, σίγουρα αποτελεί μια σημαντική προσθήκη στον ιστορικό διάλογο που έχει αναπτυχθεί γύρω από το συγκεκριμένο αντικείμενο μέσω της έβδομης τέχνης.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

16 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *