Μια αθάνατη προσωπικότητα, ένας από τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες που έχει δει ποτέ η ανθρωπότητα. Το πλούσιο καλλιτεχνικό του έργο έγινε αιώνιο. Αυτή η ταινία ακολουθεί την κύρια γλυπτική και εικονογραφική παραγωγή του Μιχαήλ Άγγελου, με τα πιο διάσημα αριστουργήματά του: τις νωπογραφίες της Καπέλα Σιξτίνα, τα γλυπτά του Δαυίδ και της Πιετά στη Βασιλική του Αγίου Πέτρου και πολλά άλλα έργα.

Σκηνοθεσία:

Emanuele Imbucci

Κύριοι Ρόλοι:

Enrico Lo Verso … Michelangelo Buonarroti

Ivano Marescotti … Giorgio Vasari

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Emanuele Imbucci, Sara Mosetti, Tommaso Strinati

Παραγωγή: Francesco Invernizzi, Cosetta Lagani

Μουσική: Matteo Curallo

Φωτογραφία: Maurizio Calvesi

Μοντάζ: Sara Zavarise

Σκηνικά: Francesco Frigeri

Κοστούμια: Maurizio Millenotti

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Michelangelo – Infinito
  • Ελληνικός Τίτλος: Μιχαήλ Άγγελος – Ο Θεϊκός
  • Διεθνής Τίτλος: Endless Michelangelo
  • Διεθνής Εναλλακτικός Τίτλος: Michelangelo – Endless

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για ειδικά εφέ στα David di Donatello.

Παραλειπόμενα

  • Τη γενική εποπτεία επί του κειμένου και της καλλιτεχνικής διεύθυνσης είχε η Cosetta Lagani, που έχει αφοσιωθεί σε σχέδια που αφορούν την πολιτιστική κληρονομιά της Ιταλίας.
  • Είναι γυρισμένο σε 4K HDR.
  • Γυρίστηκε στα στούντιο Cinecitta, όπου ενεργοποιήθηκαν 15 πλατό και 200 τεχνικοί. Για να ολοκληρωθεί χρειάστηκαν 2 χρόνια.

Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης

Έκδοση Κειμένου: 8/3/2021

Παρόλο που ένα πρόσωπο με το εκτόπισμα ενός Michelangelo σχεδόν εκλιπαρεί για μια κινηματογραφική ανάλυση ακαδημαϊκού επιπέδου, ο Emanuele Imbucci έχει ως πρόθεση ένα εκλαϊκευμένο στην ουσία του δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ, που διαθέτει έναν επιμορφωτικό χαρακτήρα για το ευρύ κοινό, αποτελώντας παράλληλα έναν φόρο τιμής στο ανεπανάληπτο έργο μιας από τις πιο επιδραστικές φιγούρες στην παγκόσμια ιστορία της τέχνης. Ακόμη κι αν η σχετικά μικρή χρονική διάρκεια δεν αρκεί για να μελετηθούν εξονυχιστικά όλες οι σημαντικές λεπτομέρειες της ζωής του κορυφαίου καλλιτέχνη, με αποτέλεσμα να συνοψίζονται άτσαλα συγκεκριμένες περίοδοι ή να παραβλέπονται σχεδόν εντελώς άλλες (ειδικά αυτές που δεν συνδέονται άμεσα με την καλλιτεχνική του ιδιότητα), το φιλμ σίγουρα λειτουργεί ως προς το να ιντριγκάρει και να παρακινήσει τον ανεξοικείωτο θεατή ώστε να κάνει και μόνος του μια δική του έρευνα πάνω στο θέμα.

Πάντως, όσο και αν το τελικό αποτέλεσμα οπωσδήποτε παρακολουθείται με αρκετό ενδιαφέρον, υπάρχει μια αίσθηση πως κάτι λείπει. Κι αυτή η αίσθηση δεν οφείλεται μονάχα στην προαναφερθείσα επιδερμική ανάλυση, αλλά και στο γεγονός πως κινηματογραφικά, παρότι το σύνολο είναι αναμφίβολα προσεγμένο αισθητικά (η φωτογραφία του Maurizio Calvesi συνειδητά χρησιμοποιεί τα χρώματα των νωπογραφιών του πρωτοπόρου δημιουργού, με όμορφα οπτικά αποτελέσματα), συμβαδίζοντας έτσι και με το ειδικό βάρος των καλλιτεχνικών δημιουργιών του Michelangelo, δεν υπάρχει εδώ κάτι που να το ξεχωρίζει ουσιαστικά από μια τυπικά άρτια τηλεοπτική παραγωγή, που να σπάει τα στεγανά που συχνά υπάρχουν εντός του πλαισίου της μικρής οθόνης για την οποία και γυρίστηκε το φιλμ. Υπάρχουν διάσπαρτα ψήγματα ποιητικού λόγου στο σενάριο που πάνε πέρα από μια ντοκιμαντεριστική τυπικότητα, αλλά και πάλι όχι αρκετά.

Ενδεικτικές του χαρακτήρα του «Μιχαήλ Άγγελος – Ο Θεϊκός» είναι οι μίνι κριτικές που συνοδεύουν τις αναφορές στις σημαντικότερες εκ των δημιουργιών του Michelangelo: διαφωτιστικές για μια γενική κατανόηση του πνεύματός τους, όχι όμως για μια εις βάθος αποκρυστάλλωση υψηλότερων νοημάτων. Το πόνημα του Imbucci εν ολίγοις λειτουργεί περισσότερο ως ένα εγκυκλοπαιδικό λήμμα παρά ως μια διατριβή. Ανά φάσεις πάντως μεταδίδεται κάτι από το υπαρξιακό άγχος της καλλιτεχνικής δημιουργίας και την εμμονοληπτική φύση του περφεξιονισμού. Γενικά, η επιλογή του δρόμου του ντοκιουντράμα αντί για αυτόν του καθαρόαιμου ντοκιμαντέρ, παρότι δίνει έναν ξεχωριστό αέρα στο όλο εγχείρημα, παράλληλα οδηγεί και σε μερικές «παραφωνίες», ειδικά στις σκηνές που περιλαμβάνουν τον Enrico Lo Verso ως Michelangelo να μονολογεί με στόμφο. Στις αστοχίες συμπεριλαμβάνεται κι ένα μουσικό σκορ που βάζει από το πουθενά και κάποια ηλεκτρονικά στοιχεία πέρα από κλασικίζουσες ενορχηστρώσεις, που προφανώς δεν ταιριάζουν με τη θεματολογία αλλά και τη γενικότερη ατμόσφαιρα που επικρατεί. Επιπλέον, ενώ η βαθιά θρησκευτικότητα του εν λόγω καλλιτέχνη είναι ευρέως γνωστή και από τον χαρακτήρα του έργου του και από τα στοιχεία της ιστοριογραφίας, ο τρόπος με τον οποίο δίνεται έμφαση σε αυτή, λόγω μάλλον και της εμπλοκής του Βατικανού στη χρηματοδότηση της παραγωγής, ξεφεύγει από τα όρια μιας πνευματικής προσέγγισης και μπαίνει συχνά στα χωράφια μιας ύπουλα προπαγανδιστικής οπτικής.

Σε γενικές γραμμές, όμως, σίγουρα πρόκειται για μια δουλειά που στέκεται παραπάνω από επαρκώς κατασκευαστικά και που είναι λειτουργική ως σύνοψη μιας προσωπικής διαδρομής σε επίπεδο συσσώρευσης πληροφοριών. Στα θετικά προσμετράται και η πληθωρική, θεατρικού τύπου ερμηνεία του βετεράνου Ivano Marescotti ως Giorgio Vasari, που συχνά σπάει τον τέταρτο τοίχο ως αφηγητής για να σχολιάσει τα πραγματικά γεγονότα γύρω από τον βίο του Michelangelo. Ειδικά ο τρόπος με τον οποίο η κάμερα περιστρέφεται και περιηγείται γύρω από τα καλλιτεχνήματα του αξεπέραστου δημιουργού γεμάτη δέος και απροσποίητο θαυμασμό, μαρτυρά ότι το επιτελείο που βρίσκεται πίσω από το φιλμ αγαπά πραγματικά το αντικείμενο με το οποίο καταπιάνεται, για αυτό ίσως και να γίνεται εμφανές πως δεν μπορεί επίσης να σταθεί κριτικά απέναντί του.

Αλλά ακόμη κι έτσι, εντός περιγραφικών κι εξυμνητικών και όχι τόσο βαθιά ερμηνευτικών πλαισίων, το «Μιχαήλ Άγγελος – Ο Θεϊκός» αποτελεί ένα συμπαθέστατο μίνι ανοιχτό μάθημα πάνω σε μια προσωπικότητα που έθεσε πολλά από τα θεμέλια που εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι και σήμερα για το τι θεωρείται καλαίσθητο σύμφωνα με τις καθιερωμένες πλέον αντιλήψεις περί πολιτισμού, και όχι μονάχα στη Δύση.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

17 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *